ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΠΟΥ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΗΚΕ
(GIRLGONE)
Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Φίντσερ
Παίζουν: Μπεν Άφλεκ, Ρόζαμουντ Πάικ, Νιλ Πάτρικ Χάρις, Τάιλερ Πέρι
Διάρκεια: 149’
ODEONΠΛΑΤΕΙΑ (ΑΙΘΟΥΣΕΣ 5 & 7), STERΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (ΑΙΘΟΥΣΕΣ 2, 10 & 11), VILLAGECINEMAS (ΑΙΘΟΥΣΕΣ 6, 8 & 9), VILLAGECINEMASΛΙΜΑΝΙ (ΑΙΘΟΥΣΑ 2)
Πέντε χρόνια από την ημέρα που ο Νικ κι η Έιμι Νταν ήλθαν εις γάμου κοινωνία, επιστεγάζοντας μια αγάπη που φάνταζε ονειρική. Καλοβαλμένοι, από εύπορες οικογένειες, με τις δουλειές τους να τρέχουν ρολόι και τα εισοδήματα από τις επενδύσεις να προϋποθέτουν μια άνετη διαβίωση στην κοσμοπολίτικη Νέα Υόρκη. Πως αλλάζουν όμως οι καιροί… Άνεργοι πια και χτυπημένοι από τη μοίρα, θα πάρουν την μεγάλη απόφαση να εγκαταλείψουν τη Μητρόπολη και να εγκατασταθούν στο απομονωμένο Μιζούρι, πατρική γη του Νικ, επιζητώντας μια καινούργια αρχή. Η σχέση τους έχει ήδη πάρει τον κατήφορο και τίποτα δεν μπορεί να αποσοβήσει την καταστροφή. Μια πενταετία μετά τους όρκους, τίποτα δεν θυμίζει το παραμυθένιο ζευγάρι. Και ξαφνικά, εκείνη θα εξαφανιστεί, αφήνοντας πίσω της σημάδια πάλης, που οδηγούν ακόμη και τον πιο αδαή στο συμπέρασμα πως έχει πέσει θύμα απαγωγής. Ίσως και ανθρωποκτονίας…
Αστυνομική λοιπόν η αρχική προσωπικότητα της ταινίας. Με τους ντόπιους χωροφυλάκους, από το πρώτο δευτερόλεπτο να θωρούν τον συμβίο της ένοχο, καθώς τα κίνητρα περισσεύουν, αλλά ελλείψει πτώματος και όπλου, να μην τολμούν να τον στείλουν στο φρέσκο και εν συνεχεία στην ηλεκτρική καρέκλα. Κι εκείνος ατάραχος, άκαμπτος, πολλάκις χαμογελαστός, μπροστά στο βουτηγμένο στην αγωνία κοινό, να παίρνει πόζες δίπλα στο πορτρέτο της κυράς του, να δίνει μια δραματική παράσταση που ελάχιστα πιστεύει, να κινείται ενάντια στους καθώς πρέπει κανόνες του δυνητικού χήρου. Η τηλεοπτική δικαιοσύνη, πολύ πριν την κανονική, δεν θα αργήσει να τον κρίνει ως φονιά, σφίγγοντας πιότερο την θηλιά γύρω από το λαιμό του. Μαζί με τα αποδεικτικά ευρήματα, που θα αρχίσουν να έρχονται στην επιφάνεια, το ένα μετά το άλλο…
Θρίλερ αγωνίας η εξέλιξη. Που είναι εντέλει χαμένη η σύζυγος; Το ερώτημα με απλό, απλούστατο τρόπο, πάνω στο πρώτο μεγάλο τουίστ, από τα πολλά της αφήγησης, απαντά το ίδιο το σενάριο. Θρίλερ όμως όχι με την στενή έννοια του όρου, από εκείνα με το αφράτο σασπένς που κρατά τον θεατή στην κόψη του καθίσματος, αλλά ανατρεπτικό, διαφορετικό, πρωτότυπο και σαγηνευτικό, με απίθανο βάθος στην εξέλιξη και με διήγηση που τσακίζει κόκαλα. Κάτω αριστερά στο εκράν, οι ημέρες αρχίζουν να μετρούν από την αρχή του χαμού και ένα μονότονο, με αυξητικές τάσεις τέμπο, μουσικό θέμα στο φόντο, δίνει το σύνθημα για να ανέβουν και οι παλμοί της καρδιάς. Μαγεία σε παράλληλο και δίχως συνάφεια χρόνο. Τίποτα σαν το σινεμά του Fincher.
Κοινωνικός ο επίλογος, με αλληγορική έκφανση και πλούσια μοιρασιά προβληματισμών, για να αναλύσει ο παρατηρητής όλες εκείνες τις λακκούβες που διαρκώς διακυβεύουν την οντότητα του. Ανία, ρουτίνα, απιστία, κοινωνική κριτική, ανέχεια, απόγνωση, ακληρία, κατακερματισμός αξιών, έλλειψη σεβασμού, βία, πόνος, μίσος. Σε ένα πατρόν, που περικλείεται και βομβαρδίζεται από τις ζωώδεις προσταγές των βλακωδών ΜΜΕ, η λογική κατάληξη είναι μόνο μία. Εκδίκηση. Αμφίδρομης πορείας. Συ μου κατέστρεψες τα όνειρα μου, σε κάνω πέρα, βρήκα άλλη, νεαρότερη και πιο χυμώδη. Συ μου γκρέμισες τον παράδεισο κι αυτό θα το πληρώσεις ακριβά. Η μοιρασιά των χρεών της γαμήλιας μπράντας αρχίζει να ρετάρει.. Εκτός κι αν η παράνοια παίξει διαφορετικό και πιο μυθοπλαστικό παιχνίδι, έτσι για να βάλουμε και μια εναλλακτική πρόταση, γκρίζα κι όχι λευκή ή μαύρη μόνο, στην ομήγυρη.
Τμήμα της μεθόδου κτισίματος της κεντρικής ιδέας, ο φωτισμός όχι (μόνο) των δύο προσώπων που ορίζουν την κολεγιά, αλλά (και) του περίγυρου που τους κυκλώνει. Σαφώς και ο περισσότερος χρόνος στο εκράν ανήκει στους Άφλεκ και Πάικ, το ειδικό βάρος των περιστάσεων όμως, ανήκει στους ρολίστες. Στους ζημιογόνους παράγοντες της σχέσης που προκαλούν χάσμα αγεφύρωτο. Ενδογενώς, στους ξεπεσμένους αριστοκράτες συμπέθερους, στο τσούλικο τρίτο πρόσωπο, στην καταπιεστική κουνιάδα, στην κλασσικά ευκολόπιστη γειτόνισσα, στον ζηλόφθονα πρώην. Και (κυρίως) εξωγενώς, στο επίπεδης λογικής χέρι του νόμου, στο σταριλίκι των θεσμών, στον φασισμό των opinion makers, αλλά και στις δύσκολες συνθήκες που για να ξεπεραστούν, χρειάζεται πάθος και από τους δύο. Πόσο μάλλον όταν ο έρως έχει σβήσει και την σκυτάλη έχει πάρει η διχόνοια. Ξέρω πως θα συναντήσω τον διάβολο, γυρίζοντας το κλειδί της εξώπορτας, λέει ο ένας. Μόνο η σφραγίδα του ειρηνοδικείου απομένει πια…
Γιώργος Ζερβόπουλος
Αξιολόγηση:****
Αναδημοσίευση – ολόκληρη την κριτική μπορείτε να τη διαβάσετε στο www.moviesltd.gr