του Γιάννη Φραγκούλη*
Ποιος είναι ο νικητής των εκλογών του 2019; Γιατί αυτός και όχι κάποιος άλλος, αναρωτιόνται κάποιοι; Πολλοί από τους ψηφοφόρους προβληματίζονται, σα να θέλουν να επιβεβαιώσουν το πρόβλημα της ταυτότητάς τους. Αυτό που αυτοί επέλεξαν είναι σωστό; Ψάχνουν να βρουν την απάντηση αλλού, όχι στο δικό τους νοητικό πεδίο. Έχουν την ανάγκη της επιβεβαίωσης -που, εν πολλοίς, είναι αυτοεπιβεβαίωση- από κάποιον άλλον. Γιατί όμως; Μήπως γιατί το πρόβλημα είναι περίπλοκο; Μήπως γιατί δεν έχουν ακόμη τη δύναμη να αποφασίσουν; Τι σημαίνει αυτό;
ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΣΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ
Τα δεδομένα μας είναι αυτά: Η ΝΔ πήρε 39,85%, ο ΣΥΡΙΖΑ 31,53%, το ΚΙΝΑΛ 8,10%, το ΚΚΕ 5,30%, η Ελληνική Λύση 3,70%, η ΜΕΡΑ25 3,44%, τα υπόλοιπα κόμματα δεν μπαίνουν στη Βουλή. Μπορούμε να βγάλουμε από αυτούς τους αριθμούς ένα πρώτο συμπέρασμα: Η ΝΔ πήρε αυτοδυναμία, με ένα πλειοψηφικό σύστημα, ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο δε συρρίκνωσε το ποσοστό του, αλλά το αύξησε και είναι δυνατή αξιωματική αντιπολίτευση, η Χρυσή Αυγή δεν μπήκε στη Βουλή, το ποσοστό της πήγε στη ΝΔ και στην Ελληνική Λύση, η ΜΕΡΑ25, αφού υπολογίζεται στον αριστερό χώρο, δυναμώνει τον κεντροαριστερό χώρο, μαζί με ένα μέρος του ΚΙΝΑΛ, η ΝΔ έχει κάνει, ουσιαστικά μία ασταθή κυβέρνηση. Αυτό όμως το συμπέρασμα κρύβει μέσα του ένα περίπλοκο σύστημα αξιών που θα πρέπει να αναλυθεί πολύ για να γίνει κατανοητό.
Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά τους. Η ΝΔ είναι σαφές ότι πήρε ένα ποσοστό από τη Χρυσή Αυγή. Το φασιστικό και ρατσιστικό πολιτικό βάρος πήγε πίσω στο χώρο του, όπως εκείνα τα χρόνια, πριν τη χούντα και κατά την επταετία Καραμανλή (1974-1981). Ας θυμηθούμε την οργάνωση Καρφίτσα, τους Κένταυρους, τα τσεκούρια του Βορίδη. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να βγάλει ένα φιλελεύθερο προφίλ, όμως αυτό το ακροδεξιό βάρος το σπρώχνει σε ένα δεξιό χώρο στον οποίο ο ίδιος δε θέλει να πάει, είναι όμως αναγκασμένος να βαδίσει προς τα εκεί για να ευχαριστήσει τους νέους ψηφοφόρους του, αφού με τους ψήφους τους κατάφερε να κάνει αυτοδύναμη κυβέρνηση, άρα τους χρωστά πολλά. Κατά συνέπεια, προοδευτικά, ο προσανατολισμός της νέας κυβέρνησης θα πηγαίνει όλο και περισσότερο στις παλιές αξίες (Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια, τάξη και ασφάλεια, προγονολατρεία, ο φόβος στον άλλον-τον ξένο κ.λπ.) με νέο βάρος, όπως επιβάλλουν οι καιροί. Η αντιπαράθεση με την αριστερά και το κέντρο θα είναι αναπόφευκτη.
Ο ΚΕΝΤΡΟΑΡΙΣΤΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ
Είναι αυτονόητο ότι ο κεντροαριστερός χώρος θα εκφράζεται πλέον με το ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αξιωματική αντιπολίτευση, έχει τις καταβολές της στην αριστερά, έχει δεχθεί στελέχη και ψήφους από τον κεντρώο και κεντροδεξιό χώρο, ο προσανατολισμός του θα είναι σαφής. Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον αξιωματική αντιπολίτευση, άρα έχει όλο το χρόνο για να κάνει αυτές τις ενέργειες να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του, να πάρει καινούργιες, να αποκτήσει έρεισμα στο λαό και να κατακτήσει τον κεντροαριστερό χώρο, χωρίς να έχει ανάγκη από κεντροδεξιές ή δεξιές τσόντες. Όλα θα πρέπει να γίνουν μέσα από προσυνεδριακές και συνεδριακές διαδικασίες.
Εδώ όμως υπάρχει ένα θέμα. Αυτές οι προσυνεδριακές διαδικασίες θα πρέπει να ξεκινήσουν από την ουσιαστική επαφή με το λαό, άρα τα στελέχη θα πρέπει να έχουν την ικανότητα να καταγράφουν, να ακούν και να επεξεργάζονται τα μηνύματα του κόσμου. Κατά συνέπεια, η υπεροψία (του στιλ «Εμείς ξέρουμε», «Δε δεχόμαστε αντιπολιτευτικά σχόλια», όπως στο παρελθόν), όλα αυτά θα πρέπει να ξεχαστούν και να ξεκινήσει μία ουσιαστική διαδικασία διαλόγου από το λαό προς τα στελέχη και αντιστρόφως, έτσι ώστε οι ρίζες του ΣΥΡΙΖΑ να είναι δυνατές στα συνδικάτα και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Με αυτό τον τρόπο οι θέσεις του θα είναι θέσεις του λαού πρωτίστως και, κατόπιν, κομματικές.
Με αυτή την έννοια, ο ΣΥΡΙΖΑ θα εισαχθεί στο χώρο του ΚΙΝΑΛ, θα δείξει ένα πραγματικά αριστερό ή κεντροαριστερό προφίλ, μία σοβαρότητα, μία αξιοπιστία. Όλα αυτά που δεν έχει το ΚΙΝΑΛ. Η μετάλλαξη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. αναγκαστικά θα συρρικνωθεί γιατί θα χάσει το νόημά της και θα έχουμε τη δημιουργία ενός χώρου που θα προσεγγίζει τη σοσιαλδημοκρατία. Αυτή θα είναι η κύρια και ουσιαστική αντιπαράθεση στη ΝΔ. Κατά συνέπεια, σε όλες τις εξαγγελίες της κυβέρνησης θα πρέπει να υπάρχει σαφής και σοβαρή πολιτική αντιπαράθεση, χωρίς σχόλια στιλ «καφενείου», χωρίς φτηνούς χαρακτηρισμούς στους αντιπάλους, με πραγματική βάση. Τα ανοίγματα στον αντίστοιχο ευρωπαϊκό χώρο είναι προφανές ότι θα δώσουν μεγάλη δύναμη και ώθηση στη νέα πολιτική δύναμη. Αυτή η αριστερή πολιτική διεργασία είναι μονόδρομος: είναι η μόνη ουσιαστική αντιπαράθεση που μπορεί να υπάρχει σε μία κυβέρνηση που θυμίζει την παλιά κακή δεξιά.
Ο ΑΡΙΣΤΕΡΟΣ ΧΩΡΟΣ
Ο τρίτος πόλος είναι ο αριστερός χώρος που εδώ εκφράζεται από την εξωκοινοβουλευτική αριστερά, αφού το ΚΚΕ έχει διαλέξει τη διαδρομή του ουτοπικού σοσιαλισμού, το δογματισμό και τις επαναστατικές ασκήσεις επί χαρτου, όταν υπάρχει όξυνση των καταστάσεων, τεχνητή ή όχι.
Η αντιπαράθεση του αριστερού χώρου, θα περάσει μέσα από συγκρούσεις. Αυτές θα είναι όλο και περισσότερο βίαιες όσο περνά ο χρόνος. Θα πρέπει όμως και εδώ να υπάρξει μία τέτοια διεργασία με την οποία θα δούμε την αριστερά σήμερα, την πραγματικότητα, έτσι όπως εκφράζεται μέσα από τις διάφορες κοινωνικές εκφάνσεις, τις πρωτεύουσες και δευτερεύουσες αντιθέσεις, την εξέλιξή τους, την αλλαγή που μπορεί να υπάρξει για να έρθουν αυτές οι αντιθέσεις που θα δημιουργήσουν την ανατροπή.
Ο δρόμος είναι δύσκολος. Θέλει υπομονή και σοβαρότητα. Δουλειά για να αξιολογηθούν οι καταστάσεις όσο το δυνατόν καλύτερα, κατανόηση των καταστάσεων που θα δημιουργήσουν οξύνσεις τεχνικές, από τη μεριά της κυβέρνησης, για να συσπειρωθεί περισσότερος κόσμος στο δεξιό χώρο, άρα περιχαράκωση του χώρου μας, άνοιγμα στον κόσμο για να καταλάβει τις θέσεις μας, να κατανοήσει ότι αυτές στοχεύουν σε μία ανθρώπινη και δίκαιη κοινωνία και όχι σε ανόητους διαχωρισμούς, χωρίς ταξικό προσδιορισμό.
ΜΙΑ ΣΚΕΨΗ
Ο κόσμος επέλεξε τη ΝΔ επειδή είναι αυτή που μπορεί να εκφράσει μία πραγματική δεξιά πολιτική και όχι μία μασκαρεμένη δεξιά πολιτική, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Είδε στο πρόσωπο του Μητσοτάκη, τη φιγούρα του πατέρα που νομοθετεί και έχει την ικανότητα να «βάζει τα πράγματα στη θέση τους». Η ΝΔ είναι το κόμμα που θυμίζει τη συντήρηση και την εκφράζει με πραγματικούς όρους, χωρίς πισωγυρίσματα.
Αυτά τα χρόνια που πέρασαν, μετά τις δεξιές πολιτικές Σαμαρά και Βενιζέλου, είχαμε μία παλινδρόμηση πολιτική που δημιούργησε στους ψηφοφόρους ένα κλίμα αβεβαιότητας και αμφιβολίας. Η καθοδήγηση της πατρικής εξουσίας ήταν κατά καιρούς παρούσα. Αυτή την καθοδήγηση την είχαν ανάγκη για να καταλάβουν που είναι και που θα πάνε. Δεν ήταν όμως πάντα εκεί που την ήθελαν, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται άρρωστες νευρωσικές καταστάσεις, αυτές που οδήγησαν πολλούς σε έντονες υστερικές κρίσεις, οι οποίες, κυρίως, εκφράζονταν με ρατσιστικό και εθνικιστικό περιεχόμενο. Έρχονταν, έτσι σε ευθεία αντιπαράθεση με το ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορούσαν να δεχτούν όσα καλά έκανε για τη καλή οργάνωση της κοινωνίας (ΕΦΚΑ, οργάνωση του φορολογικού συστήματος κ.λπ.). Η απόρριψή του ήταν γενική, χωρίς λογική, μόνο μία άρρωστη συναισθηματική λογική κυριαρχούσε.
Με αυτές τις σκέψεις καταλήγουμε ότι ο κεντροαριστερός και αριστερός χώρος οφείλει να επαναπροσδιοριστεί σύμφωνα με τις παρούσες συνθήκες της πραγματικότητας, αν θέλει να είναι ο αντίπαλος πόλος της οπισθοδρόμησης και της συντήρησης, που εκφράζει η δεξιά, αν θέλει να δομήσει, μαζί με το λαό, μία ανθρώπινη, αυτοκυρίαρχη και δημοκρατική κοινωνία στην Ελλάδα.
Για τα επιμέρους θέματα θα επανέλθουμε με επίκαιρες αναλύσεις μας, από αυτό εδώ τον ιστοχώρο.
*Ο Γιάννης Φραγκούλης είναι δημοσιογραφος-ψυχαναλυτής