ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΣΑΤΙΡΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Άρες μάρες και στιχάρες: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Θα πρέπει να παίρνουμε την σάτιρα στα σοβαρά; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι κατηγορηματικά καταφατική. Μεταξύ του Απόλλωνα και του Διόνυσου προτιμούμε ξεκάθαρα τον δεύτερο. Τα σατιρικά ποιήματα -και ολίγα πεζά- μας βοηθούν να απομακρύνουμε το κακό. Με αυτό τον τρόπο λειτουργούν τα ποιήματα που έχει γράψει η Ελένη Τσιούλη στην συλλογή «Άρες μάρες και στιχάρες». Οι εκδόσεις Κομνηνός έχουν αναλάβει το εκδοτικό εγχείρημα και έχουν επιμεληθεί το βιβλίο με απόλυτη επιτυχία.
ΑΡΕΣ, ΜΑΡΕΣ ΚΑΙ ΣΤΙΧΑΡΕΣ: Ο ΔΙΟΝΥΣΙΑΣΜΟΣ
Επιστρέφουμε στον Θεό του κρασιού. Θυμόμαστε ότι οι διονυσιακές τελετές συμβάδιζαν, στην αρχαία Ελλάδα με περιόδους οδύνης, στέρησης ή πένθους. Είχε δίκιο ο Νίτσε (βλ. Φρίντριχ Νίτσε, «Η γέννηση της τραγωδίας και η περίπτωση Βάγκνερ», εκδ. Δαμιανός, μτφρ. και εισαγωγή Ελένη Καλκάνη, Αθήνα, σ.σ. 38-58), «κάτω από την μαγεία του διονυσιασμού όχι μόνο αποκαθίσταται η ένωση ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά η φύση που έχει γίνει ξένη, εχθρική ή δουλική πανηγυρίζει για άλλη μια φορά την συμφιλίωσή της με τον χαμένο της γιο, το άνθρωπο. (…) Με το τραγούδι και τον χορό εμφανίζεται μέλος μιας ανώτερης κοινωνίας. (…) Δεν είναι πια καλλιτέχνης, έχει γίνει έργο τέχνης: σ’αυτούς τους παροξυσμούς μέθης η καλλιτεχνική δύναμη όλης της φύσης αποκαλύπτεται στην υπέρτατη έκφραση της πρωταρχικής ενότητας.». Από τον Κεραμικό στη γη του πένθους, στην Ελευσίνα, ο Διόνυσο αλαφραίνει το αβάσταχτο βάρος και ο άνθρωπος είναι έτοιμος να παρακολουθήσει τις τελετές των ελευσίνιων μυστηρίων.
Στην εποχή μας, με ανάλογο τρόπο, σε δύσκολες καταστάσεις ξορκίζουμε το κακό, διώχνουμε τον θάνατο και συμφιλιωνόμαστε με τον χάρο. Παίρνουμε δύναμη για να αντιμετωπίσουμε, με τον πιο επιτυχή τρόπο, οποιοδήποτε εμπόδιο. Η σάτιρα ακολουθεί αυτή την λογική. Όπως ο κλόουν είχε το ελεύθερο να «τα λέει χύμα» στον βασιλιά ή τον άρχοντα, εμείς παίρνουμε δύναμη να μιλήσουμε με το ασυνείδητό μας και να βρούμε τις άμυνές μας έτσι ώστε, στο συνειδητό, να έχουμε τα όπλα για να αντιμετωπίσουμε ακόμα και απάνθρωπες καταστάσεις.
ΑΡΕΣ, ΜΑΡΕΣ ΚΑΙ ΣΤΙΧΑΡΕΣ: Ο ΠΥΡΗΝΑΣ
Η Ελένη Τσιούλη στο «Άρες μάρες και στιχάρες» μπαίνει μέσα στον χώρο του δημοσίου. Είναι δημόσιος υπάλληλος και γνωρίζει τον χώρο αυτό για τα καλά. Τον αποκωδικοποιεί. Βλέπει αυτό που πλήττει την ανθρώπινη λογική και αξιοπρέπεια. Πιάνει αυτά τα σημεία και τα σατιρίζει. Ξορκίζει το κακό. Έτσι παίρνει δύναμη να το αντιμετωπίσει και να κρατήσει απόσταση από την παραβατικότητα. Συνάδελφός της ο γράφων θυμάται την απόλυτη ηρεμία στον τρόπο αντιμετώπισης εξωφρενικών καταστάσεων. Ήξερε ότι δεν «φταίει» ο συναλλασσόμενος. Άλλος ήταν αυτός που δημιούργησε και συντηρεί αυτό το σύστημα για το οποίο ο άνθρωπος δεν είναι παρά αναλώσιμο, το γρανάζι μιας μηχανής. Αν σπάσει μπορούμε να το αντικαταστήσουμε. Ο κρατικός μηχανισμός ποτέ δεν θέλησε να δει αν αυτή η μηχανή δουλεύει καλά, αν υπηρετεί τον άνθρωπο, την έβλεπε σαν ένα τρόπο διατήρησης της εξουσίας και των οικονομικών δοσοληψιών, με θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο, πάντα όμως εχθρικά ως προς τον Άνθρωπο.
Που πήγαινε όλη αυτή η ένταση; Αυτό αναρωτιόμουν κάποιες φορές. Θαύμαζα τον τρόπο που λειτουργούσε. Ώσπου διάβασα τα πρώτα ποιήματά της στο facebook. Κατάλαβα. Είχε βρει διέξοδο στην τέχνη. Τα ποιήματα ήταν η διαφυγή της. Κρατούσε μια απόσταση από την τρέλα, όπως έλεγε ο Σαββόπουλος. Τα ποιήματα έδειχναν αυτή την ένταση, την απελπισία και την μελαγχολία. Η συγγραφέας τους έβλεπε μέσα σε αυτά τον πυρήνα του θέματος που την βασάνιζε. Έτσι έβγαινε πιο δυνατή. Ο καλλιτέχνης, έλεγε ο Φρόυντ, είναι ένας τρελός που ξέρει τον δρόμο της ίασης. Εδώ βλέπουμε έμπρακτα ότι έχει δίκιο.
ΑΡΕΣ, ΜΑΡΕΣ ΚΑΙ ΣΤΙΧΑΡΕΣ: Ο ΣΤΟΧΟΣ
Τα ποιήματα στο «Άρες μάρες και στιχάρες» δεν αποζητούν την λύπηση ή την δικαιολογία. Θέλουν να δείξουν το θέμα και να το εκθέσουν στην κρίση αυτού που τα διαβάζει. Ένας από αυτούς που τα διαβάζουν είναι και η συγγραφέας τους. Πρώτα τα έγραφε σε χαρτί, τα διόρθωνε και μετά τα πληκτρολογούσε στον υπολογιστή. Μετά τα ανέβαζε στο facebook. Τα βέλη της δεν στόχευαν τους ανθρώπους και τους συναδέλφους της, που σατίριζε, αλλά την αιτία που η κατάσταση ήταν τόσο οδυνηρή. Εξαίρεση ο Κωστής Χατζηδάκης, ο υπουργός που κατάφερε να στρέψει όλους εναντίον του, που ήθελε να ξεπουλήσει το δημόσιο, που δεν καταλάβαινε τίποτε από τον οδύνη του κόσμου, που απαξίωνε ωμά τους υφιστάμενούς του. Εκεί τα βέλη της ήταν αιχμηρά, αλλά δίκαια. Σε όλους μας άρεσε αυτή η στοχοθεσία της.
Τα ποιήματα διαβάζονται εύκολα, έχουν ρυθμό, σχεδόν τραγουδιούνται από αυτόν που τα διαβάζει. Τον βοηθούν να δει το θέμα, να καταλάβει ότι δεν είναι εχθρός του ο δημόσιος υπάλληλος. Είναι ένας από την φατρία του, ένας εκπρόσωπος ενός εχθρικού συστήματος προς όλους. Ένα σύστημα που θα πρέπει κάποια στιγμή να ανατραπεί. Αυτό είναι δυνατόν αν όλοι ενωθούμε και δούμε αυτό τον στόχο, είναι σαν να μας λένε αυτά τα ποιήματα.
ΑΡΕΣ, ΜΑΡΕΣ ΚΑΙ ΣΤΙΧΑΡΕΣ: Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Η Ελένη Τσιούλη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Οργάνωση και διοίκηση επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Ασχολήθηκε με τον κλασικό χορό και την μουσική. Απασχολήθηκε στην οικογενειακή επιχείρηση. Από το 2006 εργάζεται ως δημόσιος υπάλληλος στον ΕΦΚΑ. Της αρέσει να βλέπει τα πράγματα «αλλιώς». Οι «Άρες,μάρες και στιχάρες» είναι μικρές ιστορίες καθημερινής, υπηρεσιακής, κυρίως, τρέλας. Είναι δοσμένες με ισχυρή δόση χιούμορ και διάθεση να ξορκίσει αυτή την δόση τρέλας. Το έμμετρο παραμύθι «Το Αχίνι στο βουνό» απέσπασε το 2ο βραβείο σε Πανελλήνιο διαγωνισμό ποίησης.
Όπως αναφέρει στον πρόλογό της η συγγραφέας, «είναι μια προσωπική συλλογή από χιουμοριστικά ποιήματα και κείμενα που κατά το μεγαλύτερο μέρος τους γράφτηκαν τη σκοτεινή περίοδο της πανδημίας Covid-19 και των πρωτόγνωρων για όλους καταστάσεων. Δεν γράφτηκαν απαραίτητα με σκοπό να εκδοθούν, για αυτό άλλωστε είναι γραμμένα με λέξεις και φράσεις της καθομιλουμένης, αλλά κυρίως ως αντίδοτο και μέσο διαφυγής από τις δύσκολες συνθήκες που βιώναμε, στην εργασία και την καθημερινότητά μας.».