Ρωτά ο Κώστας Γ. Καρδερίνης
Έχω όλους τους δίσκους τους ΟΜΩΣ Προτιμώ τα παλιά τους!
Το λογοπαίγνιο αναφέρεται στα δυο ροκ-μυθιστορήματα του Μπάμπη Αργυρίου, με ήρωα τον Θεσσαλονικιό Σίμο Μπάνση. Είναι πλημμυρισμένα με μουσικές αλλά και κινηματογραφικές αναφορές, μιας και ο ήρωας φιλοδοξεί να γίνει σκηνοθέτης και να καταπλήξει με το καθυστερημένο ντεμπούτο του, όπως και άλλοι, άσημοι τότε μα διάσημοι σήμερα, υστεροθαλείς (late bloomers). Κι ο ίδιος ο συγγραφέας ανήκει εξάλλου σ” αυτήν την ομοταξία, οπότε τα ερωτήματα προβάλλουν αμείλικτα και με πολύ σασπένς.
Τι σε ώθησε να ασχοληθείς με τις περιπέτειες ενός ρέμπελου e-ξωτικού ονόματι Μπάνσης;
Μεγάλη ερώτηση, θα την τεμαχίσω για να μπορέσω να τη διαχειριστώ. Για την «ασχολία» γνωρίζεις την απάντηση, αλλά θα την επαναλάβω, αφού σ’αρέσει να την ακούς. Είναι αυτό που ωθεί κι εσένα να ασχολείσαι με όσα ασχολείσαι: Η φαγούρα, όπως τη λένε, που δεν σ’ αφήνει ήσυχο. Καθώς την ξύνεις ανακουφίζεσαι και ξεχνάς και τα δραματικά, απογοητευτικά, εκνευριστικά… που σίγουρα πλεονάζουν στη ζωή σου. Όταν πέφτω με τα μούτρα σε κάτι δημιουργικό, ανεβαίνω ένα επίπεδο πάνω απ’ τα προβλήματά μου. Το κακό είναι ότι βαριέμαι κάθε λίγα χρόνια και πρέπει να αλλάζω αντικείμενο ενασχόλησης (εξαίρεση το mic.gr που φέτος κλείνει 15ετία).
Η φιλομάθεια με ώθησε να αφήσω για λίγο τα μουσικά άρθρα και να στρωθώ για συγγραφή βιβλίου. Δεν ήξερα πόσο χρόνο χρειάζεται για να γραφτεί, πόσες ώρες τη μέρα σκέφτεσαι την ιστορία όταν γράφεις, πόσες φορές τη διαβάζεις πριν την παραδώσεις, ποια είναι η ακριβής δουλειά του επιμελητή, πώς φτιάχνεται το barcode, τι μεσολαβεί μεταξύ υπολογιστή και τυπογραφικής μηχανής, πόσο πιο ακριβά κοστίζει ένα εξώφυλλο με «αφτιά» από ένα χωρίς… και χίλια-δυο ακόμα! Και βέβαια το στοίχημα αν θα καταφέρω να το τελειώσω!
Γιατί ασχολήθηκα μ’ αυτόν τον ήρωα; Μου άρεσε ο τύπος του, τον υιοθέτησα και μέχρι να τελειώσω το πρώτο βιβλίο τον είχα αγαπήσει. Επειδή δεν ήμουν έτοιμος να τον αποχωριστώ, του ζήτησα να μου υπαγορεύσει και τη συνέχεια της ιστορίας του. Το επώνυμο προέκυψε μετά από πειραματισμούς (και) με ονόματα συγκροτημάτων, φυσικά δεν ήταν το πρώτο που βρήκα, αλλά όταν το παντογνωρίζον google με ενημέρωσε πως δεν υπάρχει τέτοιο επώνυμο στη χώρα, αποφάσισα να συμπληρώσω το κενό ανάμεσα στον Μπαμπινιώτη και τον Μπάση.
Το 1ο βιβλίο έχει ως επιμύθιο «Η μόνη διέξοδος είναι προς τα πάνω». Τι πιστεύεις;
Λεφτά δεν υπάρχουν εκεί, αφού όλα εδώ πληρώνονται. Και μόνο η απουσία τραπεζιτών, τοκοχρεολυσίων, απειλών υποβάθμισης και χρεοκοπίας, spread, μιζών και αυτοκτονιών για οικονομικούς λόγους αρκεί για να το ονομάσεις παράδεισο. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κάτι, σιγά μη μας έδινε ο άσπλαχνος κατασκευαστής μας δεύτερη ευκαιρία! Διάφορες συγκυρίες έριξαν τον ήρωά μου σε ένα σπιράλ απελπισίας και οι επιλογές μου ήταν δύο: να ανάψει ένα μαγκάλι στο δωμάτιο πριν κοιμηθεί ή να βρει στήριγμα στη δημιουργία. Ποια από τις δύο βρίσκεις πιο σέξι επιλογή; Εμένα με ενδιαφέρει να ανεβαίνω σκαλιά εδώ κάτω, όσο με βαστάνε τα πόδια μου, γιατί αν δεν με ενδιέφερε, ακόμα θα φωτοτυπούσα φανζίν στη Μελενίκου και θα γκρίνιαζα στο μαγαζάτορα που τσιγκουνεύτηκε τον γραφίτη και βγήκαν ξεθωριασμένα και δυσανάγνωστα.
Το 2ο μυθιστόρημα έχει διαφορετική δομή απ” το πρώτο! Πώς έτσι;
Ωχ! Αυτήν την εντύπωση σχημάτισες; Μόνο οι αναρτήσεις του blog απουσιάζουν απ’ το δεύτερο. Ταξίδια εντός και εκτός συνόρων υπάρχουν και στα δύο. Η πρόταση της Αριζόνας προέκυψε, τι να έκανα; Εσένα αν σε έστελναν τα εύπορα MiC Books στο Βερολίνο, με όλα τα έξοδα πληρωμένα συν bonus πείθετρα, δεν θα έπαιρνες λίγες μέρες άδεια απ’ τη δουλειά σου για να πείσεις τον Βιμ Βέντερς να κινηματογραφήσει τον Σίμο;
Τι ψάχνει(ς) να βρει(ς) ο Σίμος; Γιατί ταξιδεύει(ς) εκτός ηπείρου;
Ωραία ερώτηση. Ο Σίμος είναι ένας τύπος που σχεδιάζει πολλά, πραγματοποιεί λίγα και δεν χάνει ευκαιρία να ξεστρατίσει και να ενδώσει στους πειρασμούς (μουσικούς ή άλλους) που εμφανίζονται στο δρόμο του. Βέβαια έχει το ελαφρυντικό ότι κάνει μεγάλα και δυσπραγματοποίητα όνειρα -δεν είναι εύκολο να γυρίσει ταινία στις μέρες μας κάποιος σαν αυτόν. Επιμένει όμως, προσπερνά τα εμπόδια και προχωράει, αλλάζοντας μόνο τη σειρά των σχεδίων του. Ας βρει ο αναγνώστης τι ψάχνει! Αφού του αρέσει να ταξιδεύει, γιατί να τον εμποδίσω; Εγώ δεν ταξιδεύω πια. Όσο ταξίδεψα… ταξίδεψα! Ταξιδεύω πολύ απ’το γραφείο μου. Γιατί… γιατί… γιατί μ’ αρέσει!
Γιατί διάλεξες εξώφυλλο-παρωδία;
Όχι και τόσο ωραία ερώτηση. Είναι ένα από τα κουσούρια μου, είμαι παρωδόπιστος! Οιπρώτεςμουκασέτεςείχαντίτλους-παρωδίεςτων Give peace a chance, No doves fly here και Never trust a pretty face. Τον δεύτερο τίτλο λίγοι τον γνώριζαν τότε, αλλά αυτό δεν με εμπόδισε να τον χρησιμοποιήσω. Μικρός έπαιζα φτιάχνοντας εξώφυλλα για το Pop & Rot μου. Οι παρωδίες δεν είναι συνήθως επιτυχημένες, αλλά όταν πετύχουν προσφέρουν μια μαγική στιγμή. Όταν αναγνωρίζεις το παρωδούμενο και κάτι χοροπηδάει μέσα σου… Παρωδία του Zen Arcade των Husker Du ήθελα να είναι το εξώφυλλο του πρώτου βιβλίου μου, αλλά δεν μου έβγαινε καλό και το παράτησα. Δεν χρειάζεται να πω ποιο είναι το πρωτότυπο εξώφυλλο που τιμώ στο δεύτερο, κάνει μπαμ σε όσους είναι μέλη λεσχών με αντικείμενο τα θανατηφόρα μαραφέτια.