ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΙ
Δεπενταύγουστος. Η τρίτη μεγαλύτερη γιορτή της χριστιανοσύνης. Το ερώτημα όμως παραμένει: τι ακριβώς γιορτάζουμε και ποια είναι τα αναφερόμενα αυτής της γιορτής, σε ποια ερωτήματα της ψυχής του ανθρώπου απαντά, ποιες είναι οι προηγούμενες αναφορές; Ας κάνουμε λοιπόν ένα μικρό παραλληλισμό.
Η Παναγία είναι το αναφερόμενο της μάνας, της ερωμένης, της γυναίκας και της προστασίας της γης. Ο θεός, πατέρας και υιός, αναφέρεται στο σύμπαν και η Παναγία σε αυτό που εξουσιάζεται απ’το σύμπαν, στη γη. Θα μπορούσαμε να κάνουμε άμεσα μία αναφορά στη θεά Δήμητρα, της Αρχαίας Ελλάδας, για να μην επεκταθούμε σε άλλες θρησκευτικές μυθολογίες.
Η ΘΕΑ ΔΗΜΗΤΡΑ
Η Δήμητρα είναι μια από τις μεγαλύτερες και παλαιότερες θεές του αρχαίου ελληνικού πανθέου. Κόρη του Κρόνου και της Ρέας, αδερφή του Δία, του Ποσειδώνα, του Πλούτωνα, της Ήρας και της Εστίας. Όπως φανερώνει και το όνομά της, η Δήμητρα είναι η μάνα Γη. Η Δήμητρα είναι η θεά της γονιμότητας, η προστάτιδα της γεωργίας και των καλλιεργειών γενικότερα, η θεά της βλάστησης και συνήθως απεικονίζεται να κρατάει κάποιο στάχυ και σε ορισμένες περιπτώσεις δάδα.
Η τύχη της ξανθιάς και όμορφης κόρης της Ρέας, με το που ήρθε στο φως, ήταν σκληρή. Η μικρή Δήμητρα -όπως και τα αδέλφια της- κατέληξε στο στομάχι του άκαρδου πατέρα της κι απελευθερώθηκε μόνο όταν ο μικρότερος αδερφός της Δίας με ένα του τέχνασμα κατόρθωσε να τον ξεγελάσει. Η Δήμητρα ως θεά διέφερε σημαντικά από τις άλλες γυναικείες θεότητες. Έξυπνη κι ελκυστική, είχε από την αρχή απαρνηθεί τη θεϊκή κατοικία. Δεν κατοικούσε ποτέ στον Όλυμπο, αλλά στους ειδικά για αυτήν αφιερωμένους ναούς, κοντά σε αυτούς που την πίστευαν και τη λάτρευαν.
Η θεά της γεωργίας, διακριτική έως απόμακρη, σεμνή και αρκετά συνεσταλμένη, είχε από πολύ νωρίς κερδίσει τη συμπάθεια και την εύνοια των υπόλοιπων Ολυμπίων θεών. Οι δυνατότητες, τα προσόντα και η αξία της είχαν απ’όλους αναγνωριστεί, ενώ η προσωπικότητα και ο χαρακτήρας της απαιτούσαν ιδιαίτερη προσέγγιση-αντιμετώπιση, ξεχωριστή διάθεση κατανόησης και σεβασμό.
Από νωρίς, όπως όλες οι θεές, για την ομορφιά και τα γενικότερα προσόντα της έγινε στόχος για πολλούς θεούς. Πρώτος ήταν ο Δίας αυτός που κατάφερε με τέχνασμα να την εξαπατήσει και να σμίξει μαζί της. Αν και η Δήμητρα από την αρχή αντιστεκόταν σε κάθε επίδοξο και φιλόδοξο που προσπαθούσε να την αποπλανήσει, ο Δίας μεταμορφωμένος σε ταύρο κατάφερε να κάμψει τις αντιστάσεις της. Από την ένωσή τους προέκυψε η Περσεφόνη, η πολυαγαπημένη κόρη της Δήμητρα στην οποία αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά και ο πόνος της ήταν απερίγραπτος όταν την απήγαγε ο Πλούτωνας στο σκοτεινό του βασίλειο. Ο Ποσειδώνας ήταν ο δεύτερος από τους δυο αδερφούς που επιτέθηκε στη Δήμητρα με ερωτικούς σκοπούς. Η θεά προκειμένου να τον αποφύγει μεταμορφώθηκε σε φοράδα και κρύφτηκε στα κοπάδια του γιου του Απόλλωνα Όνκιου. Ο Ποσειδώνας, πανέξυπνος καθώς ήταν, δεν άργησε να αντιληφθεί το τέχνασμά της. Χωρίς να χάσει καθόλου χρόνο μεταμορφώθηκε σε ίππο, την κυνήγησε κι έσμιξε μαζί της. Μια κόρη, που δεν επιτρεπόταν να προφερθεί το όνομά της (πρόκειται για τη Δέσποινα, θεά της γονιμότητας) και ένα άλογο με μαύρη χαίτη (ο Αρίωνας) ήταν οι καρποί του ερωτικού τους σμιξίματος.
Η Ολύμπια θεά, πέρα από το ερωτικό σμίξιμό της με τους δύο αδερφούς της, δέχτηκε και τον έρωτα ενός νεαρού θνητού, τον οποίο και αγάπησε παράφορα. Στο γάμο του Κάδμου και της Αρμονίας η Δήμητρα γνώρισε τον όμορφο Ιάσονα και αμέσως τον ερωτεύτηκε. Χωρίς αναστολές και ντροπές εγκατέλειψε μαζί του το γάμο και στις αυλακιές ενός καλά οργωμένου χωραφιού, παραδόθηκε στην αγκαλιά του. Μετά την ερωτική τους ένωση, Δήμητρα και Ιάσονας επέστρεψαν στην κοσμική συγκέντρωση με εμφανή τα σημάδια της πράξης τους. Λάσπες στα μπράτσα και στα πόδια έκαναν όλους να αντιληφθούν το περιστατικό και να θυμώσουν πολύ. Ιδιαίτερα ο Δίας, που δεν του άρεσε οι θεές να σμίγουν με θνητούς, αντέδρασε βίαια στην ένωση αυτή, κεραυνοβόλησε τον Ιάσονα, ενώ μετά από λίγο χρονικό διάστημα ερχόταν στο φως ο σπόρος του Ιάσονα από την ένωσή του με τη Δήμητρα, ο μικρός Πλούτος. Ο θάνατος του Ιάσονα δεν ήταν το μοναδικό κακό που γνώρισε η Δήμητρα από τον Δία.
Πολλοί οι μύθοι που συνδέονται με την θεά Δήμητρα. Ο γνωστότερος όλων η απαγωγή της κόρης της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα. Η Δήμητρα ήταν μια πιστή και αφοσιωμένη στην κόρη της μητέρα. Τρυφερή και γλυκιά, έτρεφε για την Περσεφόνη μια ιδιαίτερη αδυναμία που αντικατοπτριζόταν στη μεταξύ τους σχέση. Μετά απ’την απαγωγή και τις άκαρπες προσπάθειές της θεάς να βρει την κόρη της, αγανακτεί κι αποφασίζει να μην επιστρέψει στον Όλυμπο για να ζητήσει εξηγήσεις. Κατά τις περιπλανήσεις της κανείς δεν μπορεί να την αναγνωρίσει. Η κούραση και η εξάντληση είχαν αλλοιώσει τη θεϊκή της υπόσταση έτσι ώστε κανείς και τίποτα να μην μπορεί να την αντιληφθεί. Η Δήμητρα απογοητευμένη και αγανακτισμένη από τις συμφορές που τη βρήκαν κι από τις αντίξοες καταστάσεις που μέχρι τώρα βίωσε και βιώνει στέλνει σε ολόκληρο τον κόσμο τη μεγαλύτερη δυστυχία που θα μπορούσε ποτέ να του έρθει. Αναγκάζει τους σπόρους να μείνουν κρυμμένοι μέσα στο χώμα και καθιστά τη γη άγονη κι ανίκανη να βλαστήσει.
Ο Δίας, βλέποντας την ανθρωπότητα να κινδυνεύει με αφανισμό, αναγκάζεται να ευαισθητοποιηθεί. Στέλνει πρωταρχικά τη χαριτωμένη Ίριδα στην Ελευσίνα για να πείσει τη Δήμητρα να επιστρέψει στον Όλυμπο, αλλά μάταια. Η θεά αποφασισμένη να μην αλλάξει στάση και συμπεριφορά, τη στέλνει πίσω άπραγη κι αυτήν όπως και όλους τους υπόλοιπους μακάριους θεούς που πήγαν με τα δώρα τους για να την επισκεφτούν και να τη μεταπείσουν. Ο πατέρας των θεών βλέποντας τις προσπάθειές του να αποβαίνουν άκαρπες βρίσκεται σε πραγματικό αδιέξοδο. Μην μπορώντας να σκεφτεί τίποτε άλλο αποτελεσματικότερο αποφασίζει ο ίδιος να μεσολαβήσει, στέλνει τον Ερμή στον Πλούτωνα και καταφέρνει να τον πείσει να αφήσει την Περσεφόνη ελεύθερη να επιστρέψει στη μητέρα της.
Ο Πλούτωνας υπακούει στα λόγια του μικρότερου αδερφού του και δέχεται να απελευθερώσει την όμορφη γυναίκα του, δεν αποκαλύπτει όμως τις ειλικρινείς του προθέσεις. Αποχαιρετώντας την Περσεφόνη ο αδίστακτος θεός του Κάτω Κόσμου της προσφέρει να φάει το γλυκό σπόρο κάποιου ροδιού έτσι ώστε να μη θελήσει ποτέ να επιστρέψει μόνιμα στη μητέρα της. Μετά τα αποχαιρετιστήρια, ο Ερμής παίρνει την όμορφη κόρη, ζεύει το άρμα του και την πηγαίνει στη μητέρα της στην Ελευσίνα. Η Δήμητρα αντικρίζοντας τη χαμένη της κόρη πέφτει στην αγκαλιά της πλημμυρισμένη από χαρά. Δεν μπορεί να πιστέψει τον ερχομό της κόρης της, όπως και δεν μπορεί να φανταστεί κάποια τίμια συναλλαγή μεταξύ των δύο αδερφών της. Γνωρίζοντας την εμμονή του Πλούτωνα κι έχοντας συναίσθηση του εγωισμού και του πείσματος που τον διακρίνει, ρωτά την κόρη της αν ο αδερφός της φεύγοντας της έδωσε τίποτα να φάει. Η Περσεφόνη, αθώα καθώς ήταν, περιγράφει στη μητέρα της με λεπτομέρειες το περιστατικό με το ρόδι.
Η Δήμητρα στενοχωρημένη καταλαβαίνει τη σημασία του γεγονότος και δηλώνει στην κόρη της ότι τώρα πια θα είναι υποχρεωμένη να μένει το ένα τρίτο του χρόνου κοντά στον άντρα της και τα υπόλοιπα δύο τρίτα κοντά της. Το αποτέλεσμα χωρίς να είναι το αναμενόμενο για μάνα και κόρη δεν τις αφήνει δυσαρεστημένες. Χαρούμενες που βρίσκουν μετά από τόση περιπέτεια και δυστυχία η μια την άλλη, δέχονται στο μεταξύ την επίσκεψη της Ρέας ύστερα από αίτημα του Δία. Η μητέρα των θεών ευχαριστημένη και ικανοποιημένη από το τελικό αντάμωμα, προτείνει, ως μεσολαβητής του γιου της, την επιστροφή και των δύο, Δήμητρας και Περσεφόνης, στον Όλυμπο. Κανείς τελικά δεν αρνιέται το συμβιβασμό. Η Δήμητρα δέχεται την πρόσκληση και εισακούει την παράκληση του Δία να θέσει τέρμα στις συμφορές που βρήκαν τη γη. Με την επιστροφή τους τα πάντα γίνονται όπως πριν και η φύση στο σύνολό της ανθίζει και καρποφορεί. Η Δήμητρα ευτυχισμένη πια δε στέκεται μόνο στο επίπεδο της φύσης και της ευφορίας της, αλλά επιπλέον αναλαμβάνει να διδάξει στους βασιλιάδες τις ιερές τελετές και να τους μυήσει στις μυστηριακές λατρείες.
Ως προστάτιδα της καλλιέργειας και της γεωργίας η Δήμητρα λατρευόταν κυρίως σε αγροτικές περιοχές. Ήταν η προστάτιδα των γεωργών και αυτή την τιμούσαν όπως της άξιζε. Η λατρεία της θεάς Δήμητρας συνδέεται επίσης και με πολλές μυστηριακές τελετές του αρχαίου κόσμου, όπως τα Ελευσίνια μυστήρια, τελετές που είχαν ως σκοπό την κάθαρση και την εξύψωση της ανθρώπινης υπόστασης, τα οποί γίνονταν στα μέσα του μηνός Αυγούστου.
Η ΠΑΝΑΓΙΑ
Η Παναγία, η οποία συχνά αναφέρεται με το πραγματικό της όνομα Μαρία (Αραμαϊκά, Εβραϊκά: מרים, Μαριάμ) αλλά και ως Παρθένος Μαρία και Θεοτόκος, καταγόταν από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας και σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη ήταν η μητέρα του Ιησού Χριστού. Οι Μουσουλμάνοι αναφέρονται στο πρόσωπό της επίσης αποκαλώντας την Παρθένο Μαρία αλλά και χρησιμοποιώντας τον προσδιορισμό Σαϊντά που σημαίνει Κυρία. Η Παναγία κατέχει ιδιαίτερη θέση στην χριστιανική διδασκαλία και πίστη, ενώ αποτελεί σεβάσμιο πρόσωπο και στο Ισλάμ.
Οι αναφορές στο πρόσωπο της Παναγίας από την Καινή Διαθήκη ξεκινούν με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, δηλαδή την εμφάνιση στη Μαρία του Αρχαγγέλου Γαβριήλ και την μεταφορά της χαρμόσυνης είδησης ότι είναι η εκλεκτή για να φέρει στον κόσμο τον υιό του θεού, τον Ιησού Χριστό. Οι αναφορές συνεχίζονται καθ’όλη τη διάρκεια της περιγραφής της ζωής του Χριστού, από την γέννηση μέχρι τη σταύρωσή του. Σύμφωνα με την χριστιανική παράδοση, η Παναγία γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ. Ήταν κόρη του κτηνοτρόφου Ιωακείμ και της Άννας, που καταγόταν από το βασιλικό γένος του Δαυίδ. Η Άννα ήταν στείρα, όμως λύνεται η στειρότητα της και γεννάται η Παναγία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει το γεγονός αυτό της συλλήψεως στις 9 Δεκεμβρίου. Στα «απόκρυφα» κείμενα αναφέρονται τα Εισόδια, η Κοίμηση αλλά και η Ανάληψή της.
Στον ελληνικό λαό η επίκληση της Παναγίας είναι η περισσότερο καθιερωμένη για τη Θεοτόκο Μαρία ή Αγία Μαρία, για τους Δυτικούς, που τις περισσότερες φορές ακολουθείται από προσωνύμιο π.χ. η κεχαριτωμένη, Βασίλισσα του κόσμου, ή Παντάνασσα, κ.ά. Τα προσωνύμια αυτά προέρχονται από διάφορους λόγους και αιτίες π.χ. τρόπου αγιογραφίας, ή παράστασης, (Βρεφοκρατούσα, Γλυκοφιλούσα, Θρηνούσα κ.λπ.), ή υπό τη θεολογική ιδιότητα (Ελεούσα, Κυρά, Μεγαλόχαρη, κ.λπ), ή από την παλαιότητα του εικονίσματός της (Μαυριώτισσα, Γερόντισσα, κ.λπ.), ή από τον τρόπο εύρεσης της εικόνας της (Θεοσκέπαστης, Σπηλαιώτισσας, Πλατανιώτισσας, Πορταΐτισσας, Μυρτιδιώτισσας, Φανερωμένης, Φιδού κ.ά.), καθώς επίσης και από τον τόπο προέλευσης της εικόνας π.χ. Αθηνιώτισσα, Αργοκοιλιώτισσα (Νάξου), Βατοπεδινή, Πολίτισσα, Ψαριανή κ.ά., ή ακόμη και από ιδιάζοντα γνωρίσματά της π.χ. Λογγοβάρδα, Παλατιανή, Ολυμπιώτισσα κ.λπ. Επίσης προσωνύμια απαντώνται και από τον κτήτορα του αφιερωμένου ναού (π.χ. Καλλιγού, Λυκοδήμου κ.λπ.). Τέλος απαντώνται προσωνύμια που δίνονται ανάλογα της εποχής και των εργασιών που συμπίπτει η εορτή της π.χ. Φλεβαριανή, Μεσοσπορίτισσα, Ακαθή (=εκ του Ακάθιστου ύμνου) κ.λπ. Πολλές δε Μονές, χωριά, χερσόνησοι και νησίδες των χριστιανικών χωρών φέρουν το αυτό όνομα.
Ασφαλώς δεν είναι γνωστό σε πολύ κόσμο το τι σημαίνει το όνομα Μαρία, και το οποίο είναι το καθ’αυτό όνομα που της δόθηκε αρχικά, και που αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη και δεν της δόθηκε τυχαία. «Το πανσεβάσμιον και κεχαριτωμένον όνομα της Μαρίας προσφυέστατα και αρμοδιώτατα εδόθη εις την αειπάρθενον Θεοτόκον κατά πρόγνωση και βουλή Θεού, παρά του οποίου παρά του οποίου ήταν ωρισμένη να γίνη Μητέρα Αυτού. Σημαίνει δε το όνομα Μαρία: Παντοδυναμία, τουτέστιν εκείνη η οποία ήνωσε τα δύο άκρα αντικείμενα Θεό και άνθρωπο. Ακόμη σημαίνει Σοφία, η οποία βρήκε τον τρόπο δια να ενώση δύο φύσεις σε μια υπόσταση, χωρίς να συγχύση τα ιδιώματα των φύσεων. Και τρίτον σημαίνει Αγαθότης, ήτοι χάρις, η οποία εθεοποίησε την ανθρώπινη φύση και ανεβίβασε αυτή υπεράνω των ουρανίων δυνάμεων. Αυτά τα τρία περιέχει το όνομα Μαρία. Δόθηκε διότι έμελλε να υπηρετήσει το μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας…».
«Το όνομα Μαρία παράγεται από το εβραϊκό Αϊός το οποίο δηλοί Κύριος και ερμηνεύεται Κυρία διότι, ως Μήτηρ Θεού κυριεύει και εξουσιάζει ουράνια και επίγεια κτίσματα. Έχει δε την κυριότητα της δυνάμεως επειδή το θεμέλιο της κυριότητος είναι η δύναμις». (Αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, στην ερμηνεία της ενάτης ωδής της Παρθένου)
Το κατ” εξοχήν θεολογικό όνομα της Μητέρας του Θεού είναι Θεοτόκος. Δια αυτό έγινε λόγος σε όσα αναφέρθηκαν. Εδώ χρονολογικά πότε δόθηκε αυτό στη Μητέρα του φωτός. «Θεοτόκον ονόμασαν την Παρθένον Πατέρες προ της Γ” Οικουμενικής Συνόδου. Στη δε Σύνοδο αυτή εδιορίσθη το πρώτον να καλείται Θεοτόκος η Παρθένος Μαρία. Ακόμη η Σύνοδος αύτη την γλυκυτάτην ταύτην της Παρθένου προσηγορίαν επικυρώσασα, ως όρον δογματικόν εις πάσαν την οικουμένην παρέδωσε. Πρώτος γαρ ο Ωριγένης Θεοτόκον την
Παρθένον εκάλεσε… Ο δε Αλεξανδρείας Κύριλλος, γράφων προς Νεστόριον λέγει, ότι και ο Μέγας Αθανάσιος Θεοτόκον αυτήν και ωνόμασε και ωμολόγει». (Πηδάλιον Εκκλησίας σ. 168)
Το προσφιλέστατο όνομα της Παναχράντου Δέσποινας είναι χωρίς άλλο το «Παναγία». Πότε ιστορικά έλαβε αυτή την προσωνυμία η Παρθένος; «Αποδίδεται εις την Θεοτόκον και σταθεροποιείται δια αυτήν η προσωνυμία «Παναγία». Ταύτην γνωρίζει ως επικρατούσαν πλέον κατά τον Ε” αιώνα ο Βασίλειος Σελευκείας (P.G. 85 425). Βραδύτερον κατά τον Ζ΄ αιώνα, ο Ανδρέας Κρήτης αποκαλεί επιμόνως την Άχραντον «αγιωτέραν των αγίων» (P.G. 97 2108). Το όνομα πλέον Παναγία υπερίσχυσε, ταυτίστηκε με την ιερά μορφή και προσωπικότητά της.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜΟΣ
Βλέπουμε τόσο στη Δήμητρα όσο και στην Παναγία κάποια κοινά στοιχεία. Μεσολαβητής μεταξύ των ανθρώπων και του θεού, σοφή που ξέρει να δημιουργεί από τα στοιχεία που ήδη υπάρχουν, με απόλυτη ηρεμία, φέρνει τη ζωή και την καρποφορία, φροντίζει για τους πιστούς της και θέλει να βρίσκεται κοντά σε αυτούς.
Με άλλα λόγια και οι δυο θεότητες είναι κοντά στη φύση του ανθρώπου. Παρομοιάζονται με τη μητέρα και με τη γυναίκα που θέλουμε τόσο ερωτικά όσο και δημιουργικά, αφού με αυτή θα φτιάξουμε τη ζωή μας και θα δημιουργήσουμε το κύτταρο της ζωής, την οικογένειά μας. Αυτό που δεν έχει η Παναγία, ενώ το έχει η Δήμητρα, είναι τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά, κάτι που δυσκολεύει να πλησιάσει πιο πολύ ο άνθρωπος σε αυτήν, να ταυτιστεί και να αρχίζει να επουλώνει τα ψυχικά του τραύματα. Και στις δύο περιπτώσεις η κορυφαία εορτή τους είναι τον Αύγουστο, τα Ελευσίνια Μυστήρια και η Κοίμηση της Θεοτόκου.
Ο άνθρωπος εξουσιάζεται και, μοιραία, αυτή την εξουσία προσπαθεί να τη μεταφέρει και στους άλλους, καταστρέφοντας την στερεή κοινωνική δομή. Έχει έρθει η περίοδος της ανθρωπότητας που ο άνθρωπος είναι ένα άτομο, ένας αριθμός, μία ψηφίδα στο μωσαϊκό του καπιταλισμού που, σιγά-σιγά, δημιουργείται. Έχει χαθεί ανεπίστρεπτη ο σεβασμός στον πλησίον, άλλο αν αυτός ο σεβασμός διαλαλείται απ’τον χριστιανισμό, και έχει αντικατασταθεί με το σεβασμό στην εξουσία. Σε αυτή την περίπτωση η Παναγία τίθεται σε δεύτερη μοίρα, δεν είναι ισάξια με την αντρική εξουσία, πατέρας και γιος, όπως ήταν η Δήμητρα με το Δία. Στην αντίληψη και στην πεποίθηση του λαού όμως δεν μπόρεσε ποτέ να χάσει τη θέση της.
Γιάννης Φραγκούλης