Μία σειρά από εργασίες είχαν σα σκοπό να εξετάσουν τη σχέση μεταξύ των πρακτικών της οικογενειακής αγωγής και των διαταραχών της συμπεριφοράς και ιδιαίτερα των συμπτωμάτων επιθετικότητας και φόβου.
Σα μέσο έρευνας χρησιμοποιήθηκαν ερωτηματολόγια και συνεντεύξεις με τους γονείς. Οι έρευνες έδειξαν ότι και η συμπεριφορά των παιδιών επηρεάζει οπωσδήποτε και τη συμπεριφορά των γονέων. Μία εχθρική και απωθητική αγωγή εκ μέρους των γονέων είναι δυνατόν, σε ακραίες περιπτώσεις, να αποτελέσει την αιτία σοβαρών αποκλίσεων συμπεριφοράς.
Σε άλλες περιπτώσεις το είδος αυτό της αγωγής είναι δυνατό να αποτελέσει την αιτία σοβαρών αποκλίσεων συμπεριφοράς. Σε άλλες περιπτώσεις το είδος αυτό της αγωγής είναι δυνατόν να αποτελεί την αντίδραση του ψυχικού βάρους των γονέων εξ αιτίας των αποκλίσεων συμπεριφοράς του παιδιού. Η χρήση σωματικών ποινών συνδέεται τις περισσότερες φορές με την επιθετική συμπεριφορά του παιδιού.
Πιο έντονες και πιο συχνές είναι οι εκτροπές της συμπεριφοράς του παιδιού όταν ο πατέρας παίζει συνεχώς το ρόλο του τιμωρού και η μητέρα δείχνει ασυνέπεια στη συμπεριφορά της (αγάπη-τιμωρία). Έρευνα του Von Darbe δείχνει ότι παιδιά με επιθετική συμπεριφορά παρουσιάζουν τους γονείς τους σαν τιμωρούς, αποκρουστικούς και ανθρώπους χωρίς κατανόηση.
Έρευνα του Von Sears, σε παιδιά νηπιαγωγείου, έδειξε ότι συνεχείς ποινές, από πλευράς της μητέρας, δημιουργούν επιθετικότητα στα αγόρια, ενώ απεναντίας στα κορίτσια δημιουργούν παθητικότητα. Επιθετικά παιδιά, λόγω δυσμενούς οικογενειακής αγωγής, προσπαθούν να επιβληθούν στο περιβάλλον τους με κλάμα και οργή. Μία πρόσθετη ποινή εκ μέρους των γονέων ενισχύει ακόμη την επιθετική τους συμπεριφορά περισσότερο. Μία θετική συμπεριφορά των γονέων τους τα αφήνει σχεδόν αδιάφορα.
Με άλλα λόγια, από ένα σημείο και πέρα, οι γονείς δεν μπορούν πλέον να επηρεάσουν τη συμπεριφορά του παιδιού τους. Επιθετικά παιδιά ζουν κυρίως μέσα σε οικογένειες όπου πολλά μέλη αυτών των οικογενειών παρουσιάζουν αποκλίσεις συμπεριφοράς. Η επιθετική συμπεριφορά του παιδιού ισχυροποιεί την επιθετική συμπεριφορά των άλλων μελών και έτσι μπαίνουμε σε ένα φαύλο κύκλο.
Άλλες εργασίες έδειξαν ότι φοβισμένα και συνεσταλμένα παιδιά, είχαν γονείς με περιορισμένη και κλειστή συμπεριφορά, ιδιαίτερα με πατέρα στον οποίο κυριαρχούσε η κριτική σκέψη και μητέρα που ήταν η κυρίαρχος μορφή στην οικογένεια, μητριαρχική οικογένεια. Έρευνα του Jenkins έδειξαν ότι φοβισμένα παιδιά είχαν μητέρες νευρικές, συναισθηματικά ασταθείς και με πολλαπλές φροντίδες.
Ο Erandenz σε μία έρευνα του διαπίστωσε μία σχέση μεταξύ προστασίας γονέων και αυτοαξίας των παιδιών, ιδιαίτερα της προσχολικής ηλικίας. Παιδιά που είχαν μητέρες που τα προστάτευαν συχνά και σωστά είχαν αναπτύξει ένα αίσθημα αυτοαξίας, αυτοεμπιστοσύνης και πολύ ασήμαντα συναισθήματα ανασφάλειας. Σε άλλη έρευνα εξετάστηκαν 32 παιδιά με σοβαρές αναστολές και 32 με έντονα συμπτώματα επιθετικότητας.
Αποτέλεσμα: Τα παιδιά με τις αναστολές είχαν μητέρες κατά μεγάλο μέρος υπερπροστατευτικές, ενώ τα παιδιά με την επιθετικότητα είχαν μητέρες απωθητικές που είχαν πολύ λίγο ασχοληθεί με τα παιδιά τους, ιδιαίτερα κατά τα τρία πρώτα χρόνια της ζωής τους. Επίσης τα παιδιά με υπερπροστατευτικές μητέρες έδειξαν σχολικές φοβίες, ενώ τα παιδιά που είχαν υπερενισχυμένη σχέση με τη μητέρα τους, παρουσίασαν στο σχολείο φόβους αποχωρισμού.
Έρευνες τώρα σχετικά με την ποινή και την αμοιβή από πλευράς γονέων έδειξαν τα παρακάτω: Η αμοιβή οδηγεί σε άνοδο της συχνότητας και της έντασης της επιθυμητής συμπεριφοράς, ενώ η ποινή οδηγεί σε μείωση της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς καθώς και σε μείωση της έντασης και της συχνότητάς της. Το παιδί βιώνει την ποινή σαν πατρική ή μητρική σκληρότητα, ενώ την αμοιβή τη βιώνει σα γονική υποστήριξη.
Η ποινή οδηγεί σε μία κατεύθυνση κατά την οποία η συμπεριφορά είναι απαγορευμένη με αποτέλεσμα το παιδί να εμφανίζει μία γενική μείωση των δραστηριοτήτων του, φόβους, μειωμένο αίσθημα αυτοαξίας και απόλυτη τυποποίηση συμπεριφοράς απέναντι σε πρόσωπα «υψηλά ιστάμενα». Αυτό το τελευταίο είναι το σύνδρομο του «καλού παιδιού». Ανάλογα τώρα, η αμοιβή και η προστασία των γονέων οδηγούν σε αναζήτηση νέων καταστάσεων, σε υψηλή ενεργητικότητα, σε θετικά σχέδια για το μέλλον και σε κοινωνική ευφυία, σύνδρομο Cleverness.
Τώρα, μεγάλη αυστηρότητα και μεγάλη υποστήριξη, υπερπροστασία, δεν οδηγούν σε κατευθυνόμενη συμπεριφορά εκ μέρους του παιδιού, αλλά σε μία ελεγχόμενη συμπεριφορά εκ μέρους των γονέων. Μερική υποστήριξη των γονέων προς το παιδί δεν οδηγεί στην οικοδόμηση μίας κοινωνικά επιθυμητής συμπεριφοράς.
Μία μέση υποστήριξη , συνδυασμένη με μία ελαφρά αυστηρότητα, έχει καλά αποτελέσματα σε παιδιά που ήδη έχουν σοβαρές αποκλίσεις συμπεριφοράς, ενώ δεν έχει κανένα αποτέλεσμα σε παιδιά και εφήβους, χωρίς προβλήματα συμπεριφοράς. Υπάρχουν πολλοί ειδικοί που έχουν αντιρρήσεις στη θέση αυτή όπως π.χ. ο Seltz ο οποίος δε βρήκε καμία χαρακτηριστική σχέση μεταξύ αποκλίσεων συμπεριφοράς και γονικής προστασίας. Βρήκε όμως μία σχέση μεταξύ απομονώσεως, δειλίας, των παιδιών και μίας απαισιοδοξίας για το μέλλον από πλευράς γονέων.
Ένα αυταρχικό οικογενειακό κλίμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από συνεχείς κανόνες, υποδείξεις, αυταρχισμό στις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των μελών της οικογένειας, τιμωρίες και απαγορεύσεις σα μέσα φρονηματισμού, έχει σα συνέπεια τη δημιουργία φόβων για τις σχολικές επιδόσεις και μειωμένη αυτοαποδοχή του παιδιού. Ο Becker βρήκε μία σχέση ανάμεσα στη συμπεριφορά του πατέρα και της ανάπτυξης φόβων στο παιδί.
Σε μία έρευνα που έγινε ανάμεσα σε κορίτσια 13-15 ετών, βρέθηκε απόλυτη σχεδόν σχέση μεταξύ απειλών και καταναγκασμού από πλευράς πατέρα, απ’τη μία μεριά, και φόβων των κοριτσιών, απ’την άλλη.
Η υπόθεση ότι η αυστηρότητα του πατέρα δημιουργεί φόβους για σχολικές επιδόσεις και η αυστηρότητα της μητέρας δημιουργεί γενικούς φόβους, δεν αποδείχθηκε μετά βεβαιότητας απ’τους Kuryκαι Bauerle. Εκείνο που βρήκαν είναι ότι η αυστηρότητα του πατέρα δημιουργεί πιο έντονες σχολικές φοβίες στο παιδία απ’ότι η αυστηρότητα της μητέρας.
Γιάννης Ιωαννίδης