Η ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΘΕΜΑΤΟΣ
Θα θέσουμε το προς ανάλυση θέμα στο ερευνητικό πεδίο μας. Όπως έχουμε πει, τα στοιχεία του χαρακτήρα αυτής της γυναίκας είναι τόσο παραποιημένα που να μην είναι αυτή αναγνωρίσιμη, αλλά επίσης να μην αλλοιώνεται η συνολική δομή της «περίπτωσής» της τόσο που αυτή η αναφορά να μην προσφέρει στοιχεία στον ερευνητή ή στον αναγνώστη, να είναι, τελικά, μία αναξιόπιστη αναφορά σε ένα χαρακτήρα. Τα στοιχεία που δίνουμε είναι ικανά για να προχωρήσουμε στην ανάλυση του χαρακτήρα, όσον αφορά στην κατεύθυνση της μελέτης της βίας ως παραγωγό του λόγου.
Η Μαρία είναι μία γυναίκα που διανύει την πέμπτη δεκαετία της ζωής της. Δεν μπορεί να χαρακτηριστεί μεσήλικας, έχει αποχαιρετήσει τη νεανικότητά της και βαδίζει την ώριμη φάση της ζωής της. Αυτά, βέβαια, θα ήταν ακριβή αν η περίπτωσή της ήταν «υγιής», ανταποκρινόταν, δηλαδή σε κάτι που θεωρούμε ως ικανοποιητική εξέλιξη του χαρακτήρα του ανθρώπου. Τονίζουμε ότι τους όρους «υγιής», «άρρωστος», «προβληματικός» κ.λπ. θα πρέπει να τους χρησιμοποιούμε με φειδώ και πάντα με προσοχή διευκρινίζοντας ότι αναφερόμαστε σε αυτούς, τηρημένων των αναλογιών, και όχι σα μία προσπάθεια στιγματισμού ενός ανθρώπου ή μιας κοινωνικής ομάδας, κάτι που δεν είναι πρέπον σε κάποιον που ασχολείται με την ανάλυση του χαρακτήρα και με την ψυχοθεραπεία.
Συνεχίζοντας την αναφορά μας, η Μαρία είναι μία γυναίκα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως γοητευτική. Ασχολείται με τη ζωγραφική, κάτι που προσπαθεί να το εξασκήσει επαγγελματικά. Είναι δεύτερο παιδί Ελλήνων μεταναστών. Έχει γεννηθεί στο εξωτερικό, στη Δανία, και ήρθε, πρώτη αυτή στην Ελλάδα, ακολούθησαν, μετά, οι γονείς της. Έχει έναν αδελφό, μεγαλύτερό της, ο οποίος πρώτος εξάσκησε ερασιτεχνικά αυτή την καλλιτεχνική δραστηριότητα.
Οι σχέσεις με τα δύο αδέλφια, από την εφηβική ηλικία δεν ήταν αρμονικές. Οι γονείς τους ήθελαν να δουλεύουν τόσο που να μαζέψουν ένα χρηματικό ποσό που θα τους εξασφάλιζε μία αυτό που λέμε «καλή ζωή». Γρήγορα όμως λάτρεψαν αυτή την αποταμιευτική λογική και, πιο πολύ, το αποτέλεσμά της. Τα καθήκοντά τους ως γονείς δεν ήταν αυτά που θα έπρεπε όσον αφορά στη βοήθεια των παιδιών για την ανάπτυξη του χαρακτήρα τους. Ο αδελφός πίστευε ότι η αδελφή του, με κάποιο τρόπο, καρπώθηκε τα καλύτερα χρόνια της οικογένειας, τα πιο δημιουργικά και καλά δικά του χρόνια.
Η βία, μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον ήταν συχνό φαινόμενο. Είχε δύο διαφορετικές πλευρές: τις συμπεριφορές, τις δράσεις και τις αντιδράσεις των γονιών ως προς τα παιδιά τους και αυτά τα ίδια στοιχεία στις σχέσεις μεταξύ των παιδιών. Θα μπορούσαμε να φανταστούμε τις διαπροσωπικές σχέσεις σε αυτή την οικογένεια ως ένα τετράγωνο. Στα δύο πάνω σημεία του είναι ο πατέρας και η μητέρα, στα δύο κάτω βρίσκονται ο αδελφός και η αδελφή. Η συνδιαλλαγή γίνεται ανάμεσα στα τέσσερα μέλη, με αμφίδρομη κατεύθυνση. Μέσα σε αυτές τις συνδιαλλαγές ελλοχεύει ο παραβατικός λόγος, σχεδόν στο σύνολο των συμπεριφορών. Σύμφωνα με τις στατιστικές και τις ψυχοκοινωνιολογικές παρατηρήσεις, μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για ένα τυπικό παράδειγμα οικογένειας Ελλήνων μεταναστών, στη χρονική περίοδο μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η κόρη διαφοροποιεί γρήγορα την προσωπική της διαδρομή από την υπόλοιπη οικογένεια. Αποφασίζει να ζήσει μόνη της, επηρεάζεται όμως από τη γνώμη, ειδικά της μητέρας της, σε μία πρώτη ανάγνωση. Κρατά αποστάσεις από τους γονείς της και, μικρότερες, από τον αδελφό της. Η πορεία της έχει στοιχεία αυτής της απόστασης, αλλά και μιας άρνησης αυτής της λογικής. Καταφέρνει να κάνει επάγγελμά της τη ζωγραφική και να ζήσει από αυτή με σχετική άνεση, χωρίς μεγάλη οικονομική βοήθεια των γονιών της, τουλάχιστον μέχρι τα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Βρίσκει ερωτικούς συντρόφους, σχέσεις που κρατούν από κάποιους μήνες μέχρι λίγα χρόνια. Στο τέλος παντρεύεται και κάνει, με κάποια δυσκολία, ένα παιδί.
Μετά από κάποια χρόνια έγγαμης συμβίωσης χωρίζει. Το παιδί της είναι δύο χρόνων περίπου, περίπου στην ηλικία της που εκδηλώνεται το τραύμα της, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ήδη, όμως, έχουν εκδηλωθεί έκδηλα ψυχοσωματικά συμπτώματα, μετά το ξαφνικό θάνατο του αδελφού της. Αυτή την εποχή έρχεται για τις πρώτες ψυχαναλυτικές συνεδρίες. Γίνονται οι συνδέσεις με την παιδική της ηλικία. Δε θα αναφερθούμε σε εξαντλητικές λεπτομέρειες των ψυχαναλυτικών συνεδριών, όχι μόνο γιατί αυτό θα μας οδηγούσε σε μία πιθανή ταυτοποίηση με το πραγματικό της πρόσωπο, αλλά και γιατί ξεφεύγουν από το θέμα αυτής της μελέτης.
Αντίθετα, θα δώσουμε στοιχεία τόσο δικών μας αναλύσεων όσο και άλλων σημαντικών ψυχαναλυτών, μέσα από τη βιβλιογραφία τους, από κλινικές περιπτώσεις, πάντα, έτσι ώστε να βοηθηθούμε στη θεώρησή μας. Ο κύριος κορμός της μελέτης μας θα είναι η ανάλυση αυτής της γυναίκας.
Γιάννης Φραγκούλης
(Ψυχαναλυτής-ψυχοθεραπευτής)