του Γιάννη Φραγκούλη
Ακολουθώντας τον επιτάφιο καταλαβαίνουμε το βαθύτερο νόημα της χριστιανικής πίστης, στην πρώτη της, αγνή και πρωτόλεια μορφή της. Ο νεκρός Ιησούς είναι αυτός που αγιάζει τη ζωή των ανθρώπων και δίνει ένα άλλο νόημα στις έννοιες του θανάτου και της γέννησης. Δύο βασικά σημεία του διανύσματος της ζωής του ανθρώπου, δύο συντεταγμένες που θα βασανίσουν τον άνθρωπο σε όλο του το βίο. Η γέννηση μας δίνει το ένστικτο της αγάπης (λίμπιντο στην ψυχολογία) και ο θάνατος μας παραπέμπει στο φόβο του ευνουχισμού. Δύο βασανιστικά σημεία που χάνουν αυτό το στοιχείο της δοκιμασίας αν καταφέρουμε και τα κατανοήσουμε κάπως. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, στο «κάπως» γιατί το «εντελώς» είναι αδύνατο, αποσκοπούν όλες οι θρησκείες του κόσμου.
Η πιο σημαντική στιγμή της ιστορίας ενός ανθρώπου έχει να κάνει με το θάνατο. Είτε το δικό του είτε κάποιου αγαπητού ή φιλικού προσώπου. Με αυτήν την έννοια, η παράσταση του θανάτου του Χριστού είναι η πιο σημαντική στιγμή της χριστιανικής θρησκείας, πιο στιγματισμένη από την ανάσταση. Ο επιτάφιος έχει κάποιες θεμελιώδεις σημασίες που σημασιοδοτούν την πίστη στο Χριστό πολλαπλώς.
Ο νεκρός Χριστός με το θάνατό του κυριαρχεί πάνω στη γη, καταλαμβάνει όλο το έδαφος και γίνεται κυρίαρχός επί της ζωής επειδή έχει γνωρίσει το θάνατο και μάλιστα με τον πιο ατιμωτικό τρόπο, με την ανάστασή του θα νικήσει και τον ίδιο το θάνατο. Ο θάνατός του είναι το τέλος της ανθρώπινης ύπαρξής του και η αρχή της θεϊκής του. Η απώλειά του είναι λυπητερό γεγονός, αλλά και χαρμόσυνο γιατί έρχεται η ανάσταση, αυτό που προσδοκάμε για αυτόν αλλά, για τους δικούς μας ανθρώπους και για εμάς τους ίδιους. Έτσι, ο νεκρός Χριστός είναι οι δικοί μας νεκροί, σε αυτούς αναφερόμαστε, αυτούς σκεφτόμαστε, αυτούς θέλουμε να φέρουμε ξανά πίσω. Ο επιτάφιος είναι η στιγμή της σκέψης, της αναπόλησης, της αγάπης, της συγχώρεσης, του συλλογισμού για το δικό μας θάνατο.
Στη σημερινή εποχή είναι πολύ λίγες οι ευκαιρίες να δούμε στην πράξη αυτά τα συναισθήματα να εκδηλώνονται, να δονούν την ατμόσφαιρα, να μας αγγίζουν και να μεταδίδουν αυτή τη συγκίνηση σε εμάς, ακούσια, χωρίς υπολογισμό, αυθόρμητα. Μία από αυτές τις στιγμές είναι η περιφορά του επιταφίου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, από την εκκλησία του Αγ. Κωνσταντίνου και Ελένης, όπως και από την αρμένικη εκκλησία που είναι πολύ κοντά σε αυτήν. Οι δύο περιφορές κάποια στιγμή συναντιόνται. Ο ελληνικός κατεβαίνει την οδό Εθνικής Αμύνης, ο αρμένικος την ανεβαίνει. Η περιφορά του μεν και του δε σταματούν. Οι ιερείς ασπάζονται ο ένας τον άλλον. Το ίδιο ευαγγελικό απόσπασμα διαβάζεται στα ελληνικά, πρώτα, και στα αρμένικα, κατόπιν, αυτό το μέρος της λειτουργίας σταματά, εύχεται ο ένας ιερέας στο ποίμνιο του άλλου και το αντίστροφο, οι επιτάφιοι επιστρέφουν στις εκκλησίες τους. Το θαύμα έχει ολοκληρωθεί! Η ανθρώπινη ψυχή έχει σπάσει τα στεγανά που θέλουν να βάζουν όρια.
Οι Αρμένιοι με τους Έλληνες γίνονται αδέλφια. Έχουν γίνει αυτό που ουσιαστικά είναι και δεν το γνωρίζουν. Η τελετή έχει πλέον την αρχέγονη δομή της. Ακουμπά το Εγώ του ανθρώπου, ανασύρει από το ασυνείδητό του αυτά τα στοιχεία που είναι αρκετά για να συνδεθούν με αυτά του συνειδητού και να δομήσουν μία άλλη πραγματικότητα, αυτή που είναι η καθάρια ψυχική δομή του απελευθερωμένου πλέον ανθρώπου από άγχη, στρεβλώσεις, νευρώσεις και ψυχώσεις. Ο νεκρός έχει ήδη δώσει το πρώτο σήμα της ανάστασης. Μέσα στον άνθρωπο έχει αναστηθεί ο απονεκρωμένος αμόλυντος εαυτός του και εκπέμπει αισθήματα φιλίας, ειρήνης και αγάπης στο συνάνθρωπό του.
Το βίντεο που ετοιμάσαμε παρακολουθεί τις δύο πορείες, τη συνάντησή τους, προσπαθεί να καταγράψει τη στιγμή της συναισθηματικής φόρτισης, τελειώνει με τον λυπητερό αποχωρισμό τους. Θέλει να φωνάξει την έκκληση για φιλία και αδελφοσύνη. Ελπίζουμε να το έχει καταφέρει!