Μέγα αρχιτεκτόνημα ο ναός του Αγίου. Κάηκε δύο φορές· στον όγδοο και τον εικοστό αιώνα. Την πρώτη φορά αναστηλώθηκε από τον Επίσκοπο Ιωάννη, ίδιος περίπου όπως είχε κτιστεί απ’το Λεόντιο. Έπαρχος του Ιλλυρικού ο Λεόντιος τον πέμπτο αιώνα έχτισε τον αρχικό μεγάλο ναό, στη θέση που’χαν οικοδομήσει ένα φτωχό ναΐδριο οι πιστοί, στις στοές των καμίνων, των ρωμαϊκών λουτρών, όπου κατά την παράδοση φυλακίστηκε και μαρτύρησε, λογχισθείς στο πλευρό όπως ο Χριστός, ο Δημήτριος.
Το έργο του ισχυρού έπαρχου, ανταπόδοση στο θαύμα του Πολιούχου που τον θεράπευσε, επεξετάθηκε σ’όλο το χώρο των λουτρών μέχρι το στάδιο, όπου στις κερκίδες του τέλειωνε του ναού το αίθριο.
Το νέον έργο οφείλεται στον ειδικό οργανισμό που λειτουργεί υπό την προεδρία του Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης. Αποτέλεσμα εργασίας κι ερεύνης επιστημόνων, σοφών και της συνδρομής του οβολού της χήρας, μαρτυρεί τη συνειδητή μας προσπάθεια, για την αποκατάσταση και διάσωση, των αξιών που κληρονομήσαμε απ’τους Προγόνους και Πατέρες μας.
Προσέχοντας απέξω την οικοδομή, που διατηρεί την σπάνια μορφή της ευρείας πεντάκλιτης βασιλικής, νιώθουμε μιαν αρχιτεκτονική αντίληψη, που ανασυνθέτει το χώρο σε μουσικά δέκατα έκτα.
Κλιμακοστάσια και αντηρίδες στη νότια πλευρά, δίνουν την εντύπωση κάστρου ή μοναστηριού. Αντηρίδες και κολώνες στην πλίνθινη τοιχοποιία της ανατολικής μεριάς, προβολή κυλινδρική της κόγχης του Ιερού και φωταγωγά ανοίγματα κάτω προς την κρύπτη, αποκαλύπτουν όλη την αλματική προσπάθεια της πίστης, που αγωνίζεται να περικλείσει, στην ενότητα των συμβόλων το μηχανικό δαίδαλο των πιο ποικίλων ροπών και τάσεων.
Αρχιτεκτονική εξάνθηση της ίδιας εσωτερικής λειτουργίας αποτελούν, σα γλάστρες με βασιλικά στα παραθύρια του συναισθήματος, στη νότια γωνιά της ανατολικής πλευράς, το ανακαινισθέν κομψό παρεκκλήσιο του Αγίου Ευθυμίου, και δύο άλλων προσκολλημένων στη βόρεια πλευρά παρεκκλησίων τα ερείπια, μαζί με των προπύλων, του επισκοπικού και των κελλιών, ευρύνοντας θαυμάσια έτσι την έννοια της εκκλησίας σε πραγματική κοινή συνάθροιση όλων εις εν.
Η Φιάλη με το γλυπτό αρχαίο μάρμαρο που στεγάζει, τα παρτέρια, και οι πρασιές με τα άνθη, οι σειρές των βαθμίδων με τα κόκκινα τούβλα, μπρος από τα διπλά και τριπλά παράθυρα της δυτικής πρόσοψης, αποτελούν την απαραίτητη ειδυλλιακή προετοιμασία της εισόδου μας.
Όλος ο εσωτερικός κόσμος του ναού, ξεκινώντας από το ποικίλης προελεύσεως υλικό της κατασκευής, τείνει να ολοκληρώσει μίαν εικόνα, της επέκεινα του παρόντος ζωής, γλυκιά ελπίδα όπου από αιώνων καταφεύγουμε χειμαζόμενοι σε σκληρές περιστάσεις.
Ομολογουμένως σήμερα υπάρχουν πολλά λευκά κενά, που διακόπτουν την προσήλωση και δυσκολεύουν την έξαρση της ψυχής που προσέρχεται να ικετεύσει την εκ των Άνω βοήθεια. Όμως η τακτική επίσκεψη και οικείωση του ματιού, με τα διασωζόμενα παλαιά τεκμήρια του πνευματικού βίου, μπορούν ακόμα ενωμένα με τη σημερινή προσφορά, της άγραφης εικόνας πάνω στο τζάμι, ν’απογειώσουν με τα φτερά της εν Χριστώ χαράς τον πιστό.
Μέσα στο ναό του Πολιούχου Μυροβλήτη, εκτός από τις σειρές τις κολώνες που στέκουν, λαμπρή κι ακριβή αναγωγή του μάρμαρου, σε σταθερή μνημική παρομοίωση του σώματος, σηκώνοντας στο κεφάλι κιονόκρανα κι επιθέματα, κατάφορτα απ’τους μύθους των φυτών και των ζώων, που εξανθρωπίζονται και γίνονται έννοιες, σφιχτοπεριπλεγμένες γραφικά τριγύρω από το σταυρικό της θυσίας σύμβολο και του μαρτυρίου, τα διασωζόμενα τμήματα της ορθομαρμάρωσης, άξιες απομιμήσεις με τη σύστασή τους, χρήσιμες οικείες, με τη χάρη της ομοίωσης προδιαθέτουν στην επέκεινα θεώρηση της ψυχής, που τις γεωμετρικές αφαιρέσεις της στέρησης θέλει να τις κάμει του σώματος παρουσία.
Σ’έναν τέτοιο αγώνα της ψυχής, απαραίτητες είναι οι ενδείξεις οι χρονικές, η υποβολή της έννοιας του ιστορικού χρόνου, όπου μέσα του συντελείται η σωμάτωση των ουράνιων κι άυλων μορφών. Χρονολογίες με γράμματα όπως συνήθιζαν οι βυζαντινοί, αρχινώντας από κτίσεως κόσμου, ένα πασχάλιο γραμμένο στον πεσό, στον άντυγα του τόξου μία επιγραφή με ονόματα ισχυρών της ημέρας κεκοιμημένων, ο τάφος του προύχοντος Λουκά Σπανδούνη, η τοιχογραφία ενός επεισοδίου που ανάγεται πιθανόν στον Ιουστινιανό το Ρινότμητο, συντείνουν στην πραγμάτωση του σκοπού.
Η τοιχογραφία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, προχωρεί ως μία ιστορική στιγμή τη μνήμη. Με τις λαμπρές πολύχρωμες απεικονίσεις των θαυμάτων, η στιγμή ευρύνεται, πύρινοι στύλοι, κραυγές προσευχής, τ’ασκητικά αυστηρά αναστήματα των Αγίων Σεργίου, Θεοδώρου και οσίου Λουκά, μέσα στην αιωνιότητα της υπομονής, της πίστης που ατενίζει προς το Δημήτριο, ιστορημένον σε πολλές μεριές, νεανικότατον, εύμορφο, να’χει εκτός από τα παιδιά που ευλογεί, δίπλα του από κάθε μεριά, τους κτήτορες του πανένδοξου του Δόμου.
Έτσι το επίγειο κτίσμα καθαγιάζεται σα χώρος της παρουσίας των Άνω στη γη. Αν στην υπόγεια κρύπτη, που σ’όλον τον καιρό της σκλαβιάς λησμονήθηκε και σήμερα οργανώνεται σε μουσείο, δε ρέουν πια τα ιερά εκ της σορού του Μυρορρόα Μυρά· αν η θέση του χρυσότευκτου κιβωρίου του τάφου του απλώς υποδεικνύεται από ένα πολύγωνο στο κέντρο του ναού, δεν έπαυσε και στην άλλη άκρη που μεταφέρθηκε να επιτελεί θαυμάσια η πέτρα του τάφου, το χώμα του ενάντια στων ψυχών την ασθένεια.
Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης
(από το βιβλίο του «Μητέρα Θεσσαλονίκη», εκδ. Κέδρος)