Ζήσαμε σαν να ήμασταν διχασμένες προσωπικότητες
συνέντευξη στον Θοδωρή Μπακάλη
Συναντηθήκαμε με τον Παύλο Κάγιο στο πλαίσιο μιας περιοδείας του στη βόρεια Ελλάδα, με αφορμή την παρουσίαση του μυθιστορήματός του Μη μ’ αφήσεις να χαθώ. Από τις μακρές συνομιλίες μας, αλλά και την παρουσίαση στην Ξάνθη, παραθέτουμε όσα λεγόμενά του ακολουθούν…
«Μη μ’ αφήσεις να χαθώ» μου είπε η μάνα μου το 2010, αλλά ύστερα από λίγες μέρες έφυγε από τη ζωή. Στη μνήμη της, της μούσας της ζωής μου, έχω αφιερωμένο αυτό το βιβλίο. Από όσα ακούω από αναγνώστες, νιώθω πως δεν έμεινε ανεπίδοτο γράμμα η αγωνία που με έτρωγε τα τέσσερα χρόνια που το έγραφα, να βγει στο χαρτί η βαθύτερη αιτία που μας οδήγησε στο γκρεμό. Και ως χώρα και ως κοινωνία…
Από το 1973 μέχρι σήμερα πάνε 40 και πλέον χρόνια. Τα πρώτα, μετά την μεταπολίτευση του ‘74, ήταν χρόνια αθωότητας, αγώνων, πάθους, αλλά και κρυμμένων από τους ίδιους τους εαυτούς μας μυστικών… Μετά ήρθε η ενηλικίωση και τα χρόνια της ευθύνης, που αρκετοί από μας τα τραβήξαμε με βερμπαλιστική και βολική ανευθυνότητα. Αυτά τα 40 χρόνια ξεδιπλώνονται στο «Μη μ’ αφήσεις να χαθώ». Μέσα τους είμαι εγώ και η δικιά μου Ελλάδα, όπως έχει περάσει στη μνήμη μου. Σαράντα χρόνια που κύλησαν σαν νερό. Όλα είναι εδώ. Και αυτά που έζησα και οι δικοί μου άνθρωποι που χάθηκαν…
Νιώθω λες και επί 40 χρόνια ζωγραφίζαμε ένα πορτραίτο που (δυστυχώς) τα αποκαλυπτήριά του έγιναν το 2010, όταν ξέσπασε η κρίση. Από κείνη τη χρονιά άρχισε να ξεδιπλώνεται μπροστά μας ο λογαριασμός των πράξεών μας… Ζήσαμε σαν να ήμασταν διχασμένες προσωπικότητες, προσπαθώντας να συνταιριάξουμε τα αταίριαστα –και μέσα και γύρω μας. Τη φτώχεια με την καλοπέραση και τον ξαφνικό “πλούτο”, την ηθική με την ανηθικότητα, τον ελεύθερο έρωτα με τις οικογενειακές παραδόσεις, την αγάπη με το συμφέρον, την επανάσταση με τη συντήρηση, την πολιτική ανατροπή με το βόλεμα, τον αληθινό εαυτό μας με το φτιαχτό κοινωνικό μας προφίλ. Ένα παιχνίδι που από ένα σημείο και μετά, ιδίως μετά το 1981, νομίζω ότι έγινε η δεύτερη φύση μας και το παίζαμε για να γίνουμε «πετυχημένοι», άκαρδοι, ξιπασμένοι…
Η ζωή έχει τη μεγαλύτερη φαντασία. Καμιά δημιουργία δεν συγκρίνεται μαζί της. Η προσωπική δημιουργία, όμως, είναι για μένα ο τρόπος που διαχειρίζεται ο καθένας τη ζωή του. Σλόγκαν του βιβλίου μου είναι «Η κρίση ξεκίνησε από μέσα μας». Νομίζω ότι πριν την οικονομική κρίση υπήρχε η κοινωνική, η υπαρξιακή κρίση. Ως κοινωνία είχαμε ξεφύγει, δεν πατούσαμε πουθενά, είχαμε ξεχάσει ποιοι ήμασταν. «Μετά τη μεταπολίτευση του ‘74, φύγαμε από τα σπίτια μας και ξεχάσαμε να γυρίσουμε πίσω» είπε ο ποιητής Γιώργος Μαρκόπουλος κι αυτά τα λόγια έχω βάλει στην προμετωπίδα του βιβλίου. Ανάμεσα στους ήρωες του βιβλίου είμαι εγώ, ο κόσμος που έζησα –εμείς, θέλω να πιστεύω. Τα όνειρά μας, οι αγώνες μας, οι αλήθειες και τα ψέματά μας, οι συμβιβασμοί μας και τα λάθη μας όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης. Δεν ήθελα να χαρίζεται σε κανέναν μας η ιστορία, αλλά δεν ήθελα να ρίχνει και ανάθεμα σε κανένα…
Είχαμε όνειρα πολλά, μα χαθήκαμε στα γρανάζια της διαπλοκής, της υποκρισίας, του συμφέροντος, της διαφθοράς. Γι αυτό και παραδοθήκαμε αμαχητί στους ξένους που εισβάλανε με… ορμή το 2010. Από τότε έχουμε ντυθεί την αγωνία του πότε θα πυροβολήσουν και ζούμε πανικόβλητοι, όπως και οι ήρωες του βιβλίου… Αισθάνομαι πως, όσο κι αν φωνάζουμε «μη μ’ αφήσεις να χαθώ», η αλήθεια και το ψέμα είμαστε εμείς. Μόνο αν τολμήσουμε να ψάξουμε να βρούμε τον λησμονημένο μας εαυτό και τις ξεχασμένες αλήθειες μας μπορεί να μη χαθούμε…
Ήμουν πάντα αριστερός –πουθενά κομματικά ενταγμένος- γιατί αυτό σήμαινε και σημαίνει για μένα «είμαι ανοικτός στο αύριο, στο καινούργιο, στο μέλλον». Μεγάλες και οι ευθύνες της αριστεράς στη σημερινή κρίση, γιατί αν ήξερε πού πάμε έπρεπε να το έλεγε. Μεγάλες οι ευθύνες της γιατί κι αυτή ήταν υπέρ του διορισμού στο δημόσιο και ενάντια στην ιδιωτική πρωτοβουλία, ενώ έπαιρνε επιχορηγήσεις και η ίδια και έσπρωχνε ανθρώπους της σε πόστα. Μην ξεχνάμε ότι πλήθος αριστερών στελεχών είχαν χωθεί στα κέντρα αποφάσεων διαφόρων κυβερνήσεων –και κυρίως επί ΠΑΣΟΚ, που εξαγόρασε στην κυριολεξία μεγάλη μερίδα της. Αλλά η αριστερά δεν κυβέρνησε ποτέ, οπότε οι κύριες ευθύνες βαραίνουν αυτούς που μας κυβερνούσαν και μας έριξαν στο γκρεμό. Και, φυσικά, οι ίδιοι που μας έριξαν στο γκρεμό δεν μπορούν να μας βγάλουν από κει. Όπως μου είπε ένας μεγάλος άνθρωπος με απλά λόγια: «Έχεις έναν λογιστή και η επιχείρησή σου κηρύσσει πτώχευση, συνεχίζεις να κρατάς τον ίδιο λογιστή;». Μην ξεχνάμε όμως και τις δικές μας ευθύνες. Κι εμείς συναλλαχθήκαμε με την εξουσία. Κυρίως γι’ αυτό μιλάει το βιβλίο μου»…