του Λευτέρη Αλεξανδρίδη*
Πολλά γράφτηκαν, πολλά διαβάσαμε, πολλά μας είπαν για την ανάπτυξη, τι είναι από αυτό αλήθεια, τι εικασία και τι είναι ψέμα; Για να έχουμε ανάπτυξη, μάθαμε στα αμφιθέατρα των Πανεπιστημίων ότι χρειάζονται συγκεκριμένα συστατικά που να μπορούν να δημιουργήσουν αλλά και να διατηρήσουν μία βιώσιμη ανάπτυξη.
Παραγωγή, το πρώτο συστατικό. Παραγωγή αγαθών, υπηρεσιών ακόμα και η εκπαίδευση του εργατικού δυναμικού της χώρας αλλά και των νέων είναι μία μορφή παραγωγής. Παράγοντας όμως αγροτικά προϊόντα, βιοτεχνικά και ελαφριάς βιομηχανίας υλικά αλλά και υπηρεσίες, όπως τουριστικές, εκπαιδευτικές, ιατροφαρμακευτικές και άλλες, μπορούμε να ελπίζουμε σε ανάπτυξη; Κατηγορηματικά, όχι.
Αυτό από μόνο του δε φτάνει, αλλά έχει σημασία και το πώς διαμορφώνεις παραγωγή με ένα εργατικό δυναμικό που θεωρείται μισθολογικά νοτιοευρωπαϊκό, παραγωγικά βαλκανικό και φορολογικά βόρειο ευρωπαϊκό, με ό,τι σημαίνουν αυτοί οι χαρακτηρισμοί στην αγορά εργασίας. Πολλά είναι αυτά που πρέπει να αλλάξουμε, κράτος και πολίτες, για να καταφέρουμε να έχουμε μία παραγωγή ανταγωνιστική στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που ζούμε.
Κατανάλωση, είναι το δεύτερο αναγκαίο συστατικό αυτής της πολυπόθητης ανάπτυξης. Παράγουμε προϊόντα και υπηρεσίες, αλλά για ποιους τα παράγουμε; Και μπορούν αυτοί να τα αγοράσουν; Η πατρίδα μας δεν παράγει βαριά βιομηχανικά ή τεχνολογικά υλικά, για να έχει πλεονέκτημα στην προώθησή τους στην παγκόσμια αγορά, αν και τον τελευταίο καιρό και σε αυτή την αγορά υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός από τις ασιατικές χώρες. Έχουμε λοιπόν να εξάγουμε σε πελάτες μας στο εξωτερικό λίγα προϊόντα ως επί το πλείστον γεωργικά και αυτά υψηλής ποιότητας και πολλές υπηρεσίες που προσδοκούμε να γίνουν και αυτές υψηλής ποιότητας για να μπορεί η τιμή τους να καλύπτει το αναλογικά μεγάλο κόστος της παραγωγής τους.
Δυστυχώς όμως δε φτάνουν οι πελάτες του εξωτερικού για να καταναλώσουν αυτά τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που δύναται να παράγει η ελληνική οικονομία για να μπορέσει να συντηρήσει αυτό το κρατικοδίαιτο κομμάτι της κοινωνίας, δημοσίους υπαλλήλους του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και τους συνταξιούχους που τα τελευταία 25 χρόνια πλήθυναν πάρα πολύ. Μάλλον χρειάζεται κάποιος τρόπος να πολλαπλασιαστεί το ΑΕΠ της χώρας μας, χωρίς βέβαια να στερεί κεφάλαια από τις επενδύσεις που πρέπει να γίνουν στην παραγωγή.
Η ανάπτυξη, τελικά. Υπάρχει τέτοιο μαγικό ραβδί για να χρησιμοποιηθεί για την ελληνική οικονομία; Ναι, υπήρχε και το έλεγαν οικοδομή. Πολλαπλασίαζε το ΑΕΠ δημιουργώντας τζίρους και φορολογία σε επιχειρήσεις, διεύρυνε την παραγωγή υλικών που άρχισαν να εξάγονται κιόλας και προσέλκυαν πελατεία και από το εξωτερικό, πουλώντας ακίνητα και σε αλλοδαπούς. Αλλά η μεγαλύτερη προσφορά της οικοδομής στα οικονομικά της κοινωνίας ήταν η απασχόληση των ανθρώπων στα 150 επαγγέλματα, τα οποία συσχετίζονταν με αυτή, και η σταθερότητα στην αγοραστική δύναμη αυτών των ανθρώπων που βοηθούσε όλη την κοινωνία.
Σταμάτησε η ανοικοδόμηση και αυξήθηκε η ανεργία, περίσσεψαν τα επιδόματα, μειώθηκαν οι εισπράξεις στα ασφαλιστικά ταμεία και στην εφορία, μειώθηκε η κατανάλωση και, κατ’επέκταση, ο τζίρος των επιχειρήσεων. Η μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ σε ένα κράτος, μεταπολεμικά, στην Ευρώπη, αυτό από μόνο του μας λέει ότι κάτι έγινε λάθος. Τώρα που είδαμε τα λάθη μας και τα καταλάβαμε, ελπίζω, γιατί δεν προσπαθούμε να κάνουμε κάτι για να τα διορθώσουμε και να μπορέσουμε μία ώρα αρχύτερα να βρεθούμε στην οικονομική κανονικότητα; Δηλαδή σε μία οικονομία που θα δουλεύει η κτηματαγορά, η χρηματαγορά και το τραπεζικό σύστημα;
Σε αυτό, λοιπόν, το ερώτημα περιμένουμε τους πολιτικούς μας να μας απαντήσουν, γιατί τώρα ξέρουμε ότι η ανάπτυξη δε θα έρθει μόνη της. Πρώτα θα έρθουν οι φίλες της, η παραγωγή και η κατανάλωση.
*Ο Λευτέρης Αλεξανδρίδης είναι μέλος του Δ.Σ. του Ε.Ε.Θ., αντιπρόεδρος της Αναπτυξιακής Εταιρίας του Ε.Ε.Θ.