ΑΝΑΦΟΡΑ
Η ΣΠΗΛΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΓΕΛΑΚΗ
Η σπηλιά: γράφει ο Κώστας Πετρόπουλος
Είχα βρει ένα χώρο στην Αγγελάκη. Για όσους δε γνωρίζουν είναι ένας κεντρικός δρόμος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Εκεί βρήκα μια «άκρη». Δεν είχα που να κοιμηθώ το βράδυ και βρήκα ένα μικρό άνοιγμα σε ένα κτήριο. Ήμουν και είμαι άστεγος. Στην αρχή ντρεπόμουν μετά όμως συμφιλιώθηκα με τις περιστάσεις.
Η σπηλιά: Η αρχή
Μια κουβέρτα, ένα σεντόνι και τα απολύτως απαραίτητα. Πως φτάσαμε μέχρι εδώ μην τα ρωτάτε. Όπως έλεγε κάποιος στην ταινία «Αθήναι», της Εύας Στεφανή, όταν ρώτησαν κάποιον άλλο για το πως έφτασε μέχρι το σημείο που ήταν, «μην ξεγυμνώνεσαι», του είπε, είχε δίκιο, ποιος θα νοιαστεί να βρει τα «γιατί»; Το να σας πω λεπτομέρειες δεν έχουν σημασία, αφού ο χρόνος δε γυρνά πίσω. Το σημαντικό είναι ότι είμαστε εδώ. Πρέπει, τώρα, να πορευθούμε.
Αυτό το άνοιγμα ήταν ότι πρέπει για ένα ή για δύο άτομα, με καλή θέληση. Βρήκα τα απαραίτητα και έστησα το «νοικοκυριό» μου. Στην αρχή δε μου φάνηκε καλό, αλλά μετά συνήθισα. Σκεφτείτε το «σκηνικό»: είσαι σε έναν δρόμο που είναι πολυσύχναστος 24 ώρες το εικοσιτετράωρο, φως, για την ασφάλεια, πολύ κοντά σε σημεία που μπορούσα να πάρω κάτι να φάω και να πιώ, φως που μου έδινε ασφάλεια. Όλα καλά, σε αυτό το πλαίσιο. Κάποιες φορές ερχόταν μια φίλη. Κανόνας ήταν να μην κάνουμε φασαρία και αυτό δεν το παραβήκαμε ποτέ.
Η σπηλιά: Το περιθώριο
Το κακό και το καλό σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ότι είσαι αόρατος για τον πολύ κόσμο. Στην αρχή δεν μου καθόταν καλά. Με τον καιρό το συνήθισα, εγώ, αν ήμουν στη θέση τους, δεν θα έκανα το ίδιο, σκέφτηκα. Μάλλον ναι. Ποιος θέλει για φίλο ένα περιθωριακό; Πολύ λίγοι! Έτσι ή αλλιώς η κοινωνία έχει ανάγκη το περιθώριο για να προσδιορίζεται. Με κάποια έννοια, το περιθώριο είναι απαραίτητο για να δούμε τον χαρακτήρα μιας κοινωνικής ομάδας. Οι άνθρωποι δεν αντέχουν την απροσδιοριστία, μια «χύμα» κατάσταση και, μάλλον, έχουν δίκιο. Μάλλον. Δεν ξέρω.
Ήμουν καλά με αυτή την κατάσταση. Για όσους δεν ξέρουν όλοι «εμείς» έχουμε μια κοινότητα, όχι τόσο αρραγή, αλλά υπάρχει. Βοηθιόμαστε, όσοι θέλουμε. Μερικές, λίγες φορές, έχουμε την υποστήριξη κάποιων περαστικών. Μέχρι εκεί φτάνει το θέμα. Ζούμε σε ένα αόρατο κουκούλι, δεν ενοχλούμε, δεν μας ενοχλούν και όλα είναι καλά. Αυτό, βέβαια, συμβαίνει υπό κανονικές συνθήκες. Οι μη κανονικές είναι όταν κάποιοι μας ενοχλούν αναιτίως.
Η σπηλιά: Παράλογο;
Αυτό το άνοιγμα στο κτήριο του Κέντρου Αρχιτεκτονικής, του Δήμου Θεσσαλονίκης, το ονόμαζα σπηλιά. Είχα φανταστεί όλο το κτήριο σαν ένα τεράστιο βράχο. Στο κάτω μέρος του είχε μια σπηλιά. Εκεί έμενα. Μα βράχος και σπηλιά στην Αγγελάκη, θα μου πείτε. Γιατί όχι. Είχατε φανταστεί ελιόδεντρα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης; Και όμως υπάρχουν, γιατί όχι ένας βράχος με τη σπηλιά του; Η φαντασία μου δεν έπεσε πολύ έξω.
Εκείνη την ημέρα, το πρωί, αποφάσισα να κάνω μια βόλτα. Έφτιαξα το σπιτικό μου και ξεκίνησα. Ο ήλιος έλαμπε και έδινε ζέστη στο φθινοπωρινό πρωινό. Από εδώ και από εκεί έφτασα λίγο μακριά. Ένας φίλος, καινούργιος, λίγο η κουβέντα και ένα καφεδάκι, καθυστέρησα να επιστρέψω στη βάση μου. Επιστροφή. Το πρωί είχα δει κάτι ζαρντινιέρες εκεί κοντά. Δεν έδωσα σημασία. Όταν έφτασα τα πράγματά μου ήταν μαζεμένα, αφημένα στο πεζοδρόμιο. Η εσοχή είχε καλυφθεί από τις τρεις ζαρντινιέρες.
Η σπηλιά: Η λογική
Θα πρέπει να τους το αναγνωρίσω. Τα είχαν βάλει τόσο καλά που δεν χωρούσε σχεδόν ούτε να καθίσω. Αυτό που δεν κατάλαβα ήταν το «γιατί». Σε τι ενοχλούσα τον Δήμο Θεσσαλονίκης; Υπήρχαν παράπονα ή κάποιοι ενοχλήθηκαν και για ποιο λόγο; Ερωτήματα που θα μείνουν αναπάντητα σε μια «λογική» του «δεν το θέλω, επειδή δεν μου αρέσει» που έχουν οι βολεμένοι. Αν κάποιος δεν ενοχλεί γιατί δεν τον αφήνεις να ζήσει όπως μπορεί; Τώρα έχω βρει μια άκρια απόμερα, δεν είναι τόσο καλή, αλλά αυτό με πλήγωσε. Όπως είπαμε, η κοινωνία έχει ανάγκη το περιθώριο για να προσδιοριστεί, δεν πρέπει να το καταργεί. Νομίζω.
