ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ
Η ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Η τραγωδία των Τεμπών: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Έχουν γραφτεί πολλά για την τραγωδία των Τεμπών. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι αυτό το δυστύχημα ήταν δολοφονία. Οι λεπτομέρειες είναι γνωστές, αυτό που θα έπρεπε να καταλάβουμε είναι το περιβάλλον αυτών των καταστάσεων. Με άλλα λόγια, αυτό που θα μείνει, ως Ιστορία, είναι η τραγωδία, σε εθνικό επίπεδο, και η καταστροφή των χαρακτήρων, ειδικά στους νέους.
Η τραγωδία των Τεμπών: Η θυσία
Όσοι γνωρίζουν τον χώρο της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας έχουν καταλάβει ότι υπάρχουν δύο μύθοι που έχουν πολύ μεγάλο βάρος στην ιστορία και έχουν διαμορφώσει τους νόμους και τα ήθη των κοινωνιών των ανθρώπων, μέχρι σήμερα. Θα γίνω πιο ξεκάθαρος.
Ο πρώτος μύθος της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας είναι η θυσία της Ιφιγένειας. Ο πατέρας της, ο βασιλιάς Αγαμέμνων, δέχεται να θυσιάσει την κόρη του για να έχουν οι Έλληνες την εύνοια των θεών, στον πόλεμο με την Τροία. Οι θεοί πήραν την Ιφιγένεια πριν να σκοτωθεί. Αυτή η θυσία όμως είχε ένα σκοπό και έγινε όταν υπήρχε ένα αδιέξοδο.
Στα Τέμπη έχουμε μια θυσία που έγινε χωρίς κανένα σκοπό, μην έχοντας ένα αδιέξοδο μπροστά μας. Ήταν μια τραγωδία παράλογη από το χέρι ενός αόρατου αρχετυπικού πατέρα που αφήνει την αίσθηση του παράλογου να είναι έκδηλη. Αυτό είναι το πρώτο σημείο της διαδρομής προς το υστερικό, όπου βαδίζουμε.
Η τραγωδία των Τεμπών: Ο ενταφιασμός
Ο Κρέοντας απαγορεύει την ταφή του Πολυνείκη. Έχει απέναντι του την οργή της Ισμήνης και τον φόβο της Αντιγόνης. Ο λαός είναι φοβισμένος. Θα πρέπει να γίνει ο ενταφιασμός του εχθρού; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έρχεται από την τραγωδία που έχει γραφτεί, έχει παιχτεί στην αρχαία Ελλάδα και παίζεται και θα παίζεται συνέχεια.
Το πρόβλημα είναι ηθικό. Ο νεκρός δεν αφήνεται στην τύχη του. Ο Κρέοντας, σε αυτό το μύθο, φέρθηκε προσβλητικά, αυτός ήταν ο λόγος που οι θεοί τιμώρησαν αυτόν και την οικογένειά του. Από τότε έγινε νόμος, πρώτα στην Ελλάδα και μετά παγκοσμίως. Οι παραβιάσεις αυτού του νόμου τιμωρούνται και από τα ανώτατα δικαστήρια, παγκοσμίως.
Στην περίπτωση των Τεμπών έχουμε την κατάφορη παραβίαση αυτού του νόμου, στη χώρα που αυτό το θέμα πρωτοειπώθηκε. Επιπλέον, αυτή η παραβίαση είναι ακόμα πιο τραγική αφού έγινε με μεθοδευμένες ενέργειες της κυβέρνησης! Αυτό που ένας πολίτης δεν τολμά να το κάνει, έγινε από αυτούς που, υποτίθεται, εκπροσωπούν, τον ελληνικό λαό. Η προσβολή των νεκρών τιμωρείται αυστηρά και κάτι ανάλογο θα πρέπει να γίνει σε αυτή την περίπτωση από την δικαιοσύνη, αν όχι ο λαός θα έχει τον λόγο.
Η τραγωδία των Τεμπών: Δύο διαδρομές
Βλέπουμε δύο παραβατικές διαδρομές. Αυτές συγκλίνουν σε ένα σημείο. Είμαστε μπροστά από το επίμαχο σημείο: ο λαός θα πρέπει να αισθάνεται και να είναι υποτελής σε ένα καθεστώς. Έτσι η εξουσία θα έχει μπει στο ασυνείδητο του ανθρώπου και θα καθορίζει την συμπεριφορά του που θα είναι το μούδιασμα, η απάθεια.
Ο άνθρωπος βρίσκεται μπροστά σε ένα θέμα. Από την μία υπάρχει ο ηθικός νόμος, από την άλλη ο νόμος του κράτους. Μπροστά σε αυτά είναι η εξουσία. Αυτός βλέπει αυτές τις τρεις υποστάσεις. Ο ηθικός νόμος έρχεται σε πλήρη και κατάφορη αντίδραση με τον νόμο του κράτους. Αυτό που είναι ηθικό απαγορεύεται από τον νόμο του κράτους. Η δύναμη της εξουσίας επιβάλλει το ανήθικο να είναι το «σωστό».
Ο άνθρωπος θέλει να έρθει σε αντίθεση με αυτό, την ανήθικη πράξη. Για να γίνει όμως αυτό θα πρέπει να σπάσει τον σεβασμό στον νόμο. Θα πρέπει να επαναστατήσει. Όμως αυτό είναι δύσκολο και, σίγουρα, αδύνατο από ένα μόνο άτομο. Άρα υπακούει αναγκαστικά ενώ η συνείδησή του αντιδρά και τον παρακινεί να αντιδράσει. Αυτό είναι το αδιέξοδο που ο κάθε πολίτης βλέπει μπροστά του.
Η τραγωδία των Τεμπών: Ο δρόμος προς το ψυχωτικό
Είναι προφανές, μετά την μικρή ανάλυση που κάναμε, ότι ο καθένας ζει κάθε μέρα, κάθε λεπτό ένα αδιέξοδο που δοκιμάζει τις ψυχικές του αντοχές. Είναι μόνος του, δεν μπορεί να δει το σύνολο, να μπει στο «εμείς», αισθάνεται αδύναμος, ευάλωτος. Θέλει να αντιδράσει και είτε δεν μπορεί είτε δεν τολμά. Αυτό όμως τον προσβάλλει. Τώρα όμως έχει να κάνει με το δικό του αδιέξοδο που του δημιουργεί νεύρωση η οποία εγγράφεται πολύ γρήγορα στο υστερικό πεδίο.
Περιγράψαμε μια ψυχική διαδρομή από το ψυχολογικό πρόβλημα στο νευρωσικό και από εκεί στο υστερικό. Είναι πολύ εύκολο να καταλάβουμε ότι αυτή η διαδρομή οδηγεί στο ψυχωτικό. Η συζήτηση μεταξύ του Εγώ και του Άλλου, κατά Λακάν, τροφοδοτεί το νευρωσικό, το μεγαλώνει και το οδηγεί στο ψυχωτικό πεδίο. Οι ανήθικες ενέργειες της ελληνικής κυβέρνησης οδηγούν, λοιπόν, στην ψύχωση, ατομικά και συλλογικά, έναν λαό στην παράνοια. Σκοπός είναι ο άνθρωπος να είναι απαθής, νεκρωμένος ηθικά, ανίκανος να αντιδράσει στο οτιδήποτε.
Η εξουσία στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια, περισσότερο, θέλει έναν λαό που θα είναι ναρκωμένος. Θα υπακούει σε ότι τον διατάζουν να κάνει. Θα είναι ευγενικός στις επιταγές της. Με σκυμμένο το κεφάλι θα είναι ευγενικός, ως προς αυτήν, αγενής, ως προς το κοινωνικά ηθικό και τον εαυτό του. Ένας ζωντανός νεκρός που απλά θα υπακούει. Ο δρόμος δεν έχει κάποιο τέλος. Τουλάχιστον, από μεριάς της εξουσίας.
Η τραγωδία των Τεμπών: Υπάρχει λύση;
Σε όλο αυτό το χάος υπάρχει λύση; Αυτή η ψυχωτική κατάσταση -που πλέον είναι μαζική- παράγει λόγο, άρα έχει κάποια εκτόνωση; Όχι δεν έχει. Είναι ένα φορτίο που συσσωρεύεται και γιγαντώνει το θέμα οδηγώντας το στην παράνοια. Αν υπάρχει λύση είναι να επιστρέψουμε πίσω. Σε αυτές τις μυθικές αφηγήσεις που ήταν η αφορμή να θεσπιστούν νόμοι ηθικοί και ποινικοί. Να καταλάβουμε ότι αυτή την διαδικασία θα πρέπει να ακολουθήσουμε.
Να τιμωρήσουμε όσους είναι ασεβείς στην ανθρώπινη φύση. Να χαράξουμε με ανεξίτηλα γράμματα τα ονόματα και τις πράξεις τους στην Ιστορία. Να σβήσουμε όμως μια για πάντα το όνομά τους στο συλλογικό συνειδητό και να τους καταδικάσουμε στην αφάνεια. Ποινικά να ακολουθηθεί αυτό που προβλέπεται. Τότε μόνο θα υπάρξει εκτόνωση.
Είναι ο μόνος τρόπος να βρουν ειρήνη οι ψυχές αυτών που έφυγαν και αυτών που έμειναν και βασανίζονται. Να μπορέσουν οι γονείς να κλάψουν τα παιδιά τους. Να ζητήσουν δημόσια συγνώμη όλα αυτά τα σκουπίδια της πολιτικής που βρίζουν τους πονεμένους γονείς και μιλάνε για όχλο, όπως ο Γεωργιάδης και ο Βορίδης. Μόνο τότε. Και η απάντηση είναι στον δρόμο. Την Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2025 και ότι θα γίνει -και πρέπει να γίνει- στην συνέχεια. Ο εξεγερμένος λαός απαιτεί δικαίωση. Θέλει να φύγει από αυτή την ψύχωση, έχει βρει το «εμείς» στις διαδηλώσεις και αυτό ακολουθεί.