Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές είναι λίγες μέρες που ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε κυβέρνηση με τη συνεργασία των Ανεξαρτήτων Ελλήνων. Πέρασε το χρονικό διάστημα που ο ενθουσιασμός γιγαντώθηκε, εκπληρώθηκε τελικά το «να φύγουν» και ήρθε η ώρα να αφουγκραστούμε τι θα κάνουμε, πως θα τα καταφέρουμε, πως θα ανταπεξέλθουμε απ’τις δυσκολίες. Έχει φτάσει λοιπόν η στιγμή να βιώσουμε την πραγματικότητα, έτσι όπως την αντιλαμβανόμαστε, και να δούμε το στόχο, όσο μακρινός και απρόσιτος να είναι, να σχεδιάσουμε, λοιπόν, τη διαδρομή που θα πρέπει να διανύσουμε. Άρα να απαντήσουμε στο ερώτημα: Ποια Ελλάδα θέλουμε, τι κοινωνικό μοντέλο ονειρευόμαστε για το μέλλον; Αν δε γίνει αυτό οι πολιτικές κινήσεις μας θα είναι άσκοπες και αποπροσανατολισμένες.
Σε προηγούμενο δημοσίευμά μας μιλήσαμε για ποια κοινωνία θέλουμε. Εκεί κάναμε μία πρώτη αποτίμηση της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης της Ελλάδας, όμως το προεκλογικό κλίμα δεν ήταν πρόσφορο για μία ουσιαστική συζήτηση για αυτό το θέμα. Μπορούμε να πούμε ότι μετά απ’τις πρώτες μέρες διακυβέρνησης έχουμε καταλάβει ποιο είναι το ήθος των νέων κυβερνώντων και ποιους ηθικούς κανόνες θα ήθελαν να ακολουθήσουν. Κατά συνέπεια, μπορούμε να αναρωτηθούμε: ποιο μοντέλο ελληνικής κοινωνίας θέλουμε; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι καθοριστική για το που επιθυμούμε να φτάσουμε, με άλλα λόγια ποια κοινωνία προτείνουμε στις επόμενες γενιές.
Το σημείο απ’το οποίο θα πρέπει να ξεκινήσουμε είναι ότι θα πρέπει να κατανοήσουμε τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του πολίτη. Να γίνει κατανοητός αυτός ο καταστατικός χάρτης που η γαλλική επανάσταση, στα τέλη του 18ου αιώνα, και το κοινωνικό συμβόλαιο του Ζαν-Ζακ Ρουσό πρότειναν τόσο στη γαλλική όσο και στην ευρωπαϊκή κοινωνία. Στην Ελλάδα δεν υπήρξε μέχρι σήμερα αστική τάξη που να έχει εθνικό χαρακτήρα, αλλά ο μοναδικός χαρακτήρας της ήταν ο μεταπρατικός και υπηρετικός όσον αφορά στα συμφέροντα του κεφαλαίου άλλων χωρών που παίζουν ρόλο μητροπολιτικό στον ιμπεριαλισμό. Θα πρέπει λοιπόν να προσεγγίσουμε το συλλογικό χωρίς να διασπάσουμε τον ατομικό μας χαρακτήρα. Αυτή η ισορροπία ανάμεσα στο «εγώ» και στο «εμείς» θα είναι εγγύηση για την ικανοποιητική λειτουργία της ελληνικής κοινωνίας.
Αφού γίνει αυτή η λειτουργία τότε θα μπορούμε να μπούμε στη λογική καλής κοινωνικής διαχείρισης. Δηλαδή, η ελληνική κοινωνία τι ακριβώς χρειάζεται για να λειτουργήσει με σκοπό οι πολίτες της να είναι καλοί και χρήσιμοι για αυτήν; Ακολουθώντας την προβληματική του Πλάτωνα μπορούμε να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα. Χρησιμοποιώντας σαν εργαλείο τη διαλεκτική του Ηράκλειτου, έτσι όπως διαμορφώθηκε απ’τον Χέγκελ και το Μάρξ θα μπορέσουμε να βρούμε έναν τρόπο, ο οποίος θα λειτουργήσει σαν ένας κανονισμός.
Η πρώτη μας προβληματική θα είναι η εξής: Η ελληνική κοινωνία, όπως και όλες οι άλλες, απ’τη στιγμή που απευθύνονται σε ανθρώπινα όντα θα πρέπει να εξυπηρετούν τις δύο βασικές ανάγκες του ανθρώπου, τις υλικές και τις πνευματικές του ανάγκες. Αυτές οι δύο είναι ανεξάρτητες και έχουν στενή σχέση μεταξύ τους, συγχρόνως. Θα πρέπει λοιπόν να τις εξετάσουμε χώρια και έχοντας σα γνώμονα τις σχέσεις που συνδέουν το ένα με το άλλο. Εδώ θα περιοριστούμε σε μία εισαγωγή η οποία θα μας οδηγήσει -σε άλλο αναλυτικό σημείωμά μας- στη θεώρηση και στις προτάσεις μας.
Οι υλικές ανάγκες του ανθρώπου θα καθορισθούν απ’τις οικονομικές αναλύσεις και από εκεί θα προσδιορισθούν αυτά που θα πρέπει να γίνουν για να λειτουργήσει καλά η ελληνική κοινωνία. Οι προτάσεις των κομμάτων κυρίως σε αυτές τις προτάσεις αναφέρονται. Η καλή λειτουργία της οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η αγορά εργασίας και τα δικαιώματα των εργαζομένων, η σωστή λειτουργία της δημόσιας διοίκησης είναι οι κυριότερες προτάσεις των κομμάτων και αυτές στις οποίες έχει αναφερθεί το «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» του ΣΥΡΙΖΑ. Τις δεχόμαστε σαν επιταγές και οι κρίσεις, για το κυβερνητικό έργο, θα βασιστούν σε αυτές. Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε στις προγραμματικές δηλώσεις και στη προεκλογική συνέντευξη του Πρωθυπουργού.
Όσον αφορά στον πολιτισμό το τοπίο παραμένει θολό. Φυσικά, το ερώτημα που είναι καίριο είναι το εξής: «Ο πολιτισμός είναι αναγκαίος για τον άνθρωπο, είναι μία πρώτη ανάγκη;». Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα βρίσκεται τόσο στον Αριστοτέλη, ο οποίος χαρακτήριζε τον άνθρωπο σαν έλλογο ον, όσο και στον Πλάτωνα, ο οποίος, στη θεώρησή του για το σπήλαιο, στον Τίμαιο, θεωρεί ότι ο άνθρωπος φωτίζεται πνευματικά για να γίνει πιο καλός πολίτης. Άρα οι πολιτιστικές αξίες είναι απαραίτητες για την καλή λειτουργία της κοινωνίας.
Έχουμε τώρα συνειδητοποιήσει ότι υλικές και πνευματικές ανάγκες πάνε μαζί, διατηρώντας τη σχετική ανεξαρτησία τους. Μπορούμε να κάνουμε πλέον κάποιες προτάσεις όσον αφορά στις πολιτιστικές αξίες. (Μία πρώτη θεώρηση και κάποιες προτάσεις μας διαβάστε σε αυτό το σημείωμα.) Θα προσπαθήσουμε, στο επόμενο σημείωμά μας, να αναλύσουμε τις δομές που προτείνουμε, θα ξεκαθαρίσουμε όμως ότι θεωρούμε ότι οι πνευματικές αξίες είναι απαραίτητες στη οποιαδήποτε θεώρησή μας για την καλή λειτουργία της κοινωνίας, όταν θέλουμε να μελετήσουμε τον καλό τρόπο συμβίωσης σε ένα κοινωνικό πλαίσιο.
Γιάννης Φραγκούλης