είναι η κατάσταση επικίνδυνη ή όχι;
Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ ήταν μία έκπληξη; Η εκτίμηση της αριστεράς μπορεί να οριοθετήσει το θέμα ή είναι εκτός θέματος; Τι σημαίνει ακριβώς η επιλογή των Αμερικάνων στο πρόσωπο του Τραμπ; Σε αυτά τα ερωτήματα θα προσπαθήσω να απαντήσω σε αυτό το άρθρο.
Μία πρώτη διαπίστωση: ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι μέλος των Ρεπουμπλικάνων, ίσως να μην ήταν καν υποστηρικτής τους μέχρι πριν λίγα χρόνια. Μία δεύτερη διαπίστωση: Στο πρόσωπό του οι πολίτες των ΗΠΑ βλέπουν μία εικόνα του ιμπεριαλισμού. Μία τρίτη διαπίστωση: οι εκλογές και στις ΗΠΑ έχουν γίνει πια ένα σώου, άρα έχει χαθεί η πολιτική ουσία, έτσι όπως εμείς φανταζόμαστε ότι μπορεί να υπάρχει. Ας προβούμε όμως στην ανάλυσή μας.
Πόσοι άραγε έχουν μείνει έκπληκτοι με την εκλογή ενός τύπου που δεν ξέρει να πουλά τίποτε άλλο από μαγκιά ψεύτικη, φασισμό, σεξισμό και χρήμα; Σε μία εποχή κρίσης ο κόσμος αυτό που αποζητά είναι ένα μεσσία που θα τους σώσει, θα τους βγάλει από την κρίση και θα φέρει την ανάπτυξη. Κάποιοι προσπαθούν να λανσάρουν αυτή την εικόνα, να την πουλήσουν και ελπίζουν να βρουν αγοραστές στο εκλογικό κοινό αυτής της χώρας.
Πόση επιτυχία μπορούν να έχουν σε αυτή τους την προσπάθεια; Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ δεν είναι μόνο κυβερνήτης αυτής της χώρας, αλλά και, εν δυνάμει, όλου του κόσμου. Έτσι τουλάχιστον ελπίζει και αυτή την εικόνα θέλει να βγάλει προς τα έξω για να τραβήξει το επιχειρηματικό ενδιαφέρον από διάφορες χώρες, οι οποίες βρίσκονται σε ανάπτυξη ή προσδοκούν να βρεθούν σε αυτή τη διαδικασία, θέλουν, με άλλα λόγια, να αγοράσουν λεφτά. Αυτό είναι το ζητούμενο σε όλη αυτή την ιστορία.
Με αυτή την έννοια, αυτοί που διοικούν τις ΗΠΑ και, κατ’επέκταση, όλο τον κόσμο είναι οι διοικητές των τραπεζών και αυτό που κανονίζει το παιχνίδι, κατόπιν των επιθυμιών των τραπεζών, είναι το Δ.Ν.Τ. Ο εκάστοτε Πρόεδρος των ΗΠΑ παίζει ρόλο ρυθμιστή, με άλλα λόγια δεύτερο ή τρίτο ρόλο, σε αυτό το θεατρικό παιχνίδι.
Έτσι πρέπει να το δούμε: σαν ένα θεατρικό παιχνίδι ή σα μία αφήγηση, όπου υπάρχουν ρόλοι πρώτοι, δεύτεροι, τρίτοι κ.λπ. μέχρι να ολοκληρωθεί αυτό το αφήγημα που δίνει μία όψη στην πραγματικότητα. Ουσιαστικά, λοιπόν, θα πρέπει να εξετάσουμε τα σύμβολα που παίζουν ρόλο, που παριστούν μία πραγματικότητα, που δημιουργούν ιδέες και, τελικά, που κανονίζουν τις αγορές.
Ας αναλύσουμε, έστω πρόχειρα, την εικόνα του νέου «πλανητάρχη». Έχουμε έναν άνθρωπο που είναι μεγαλόσωμος, πολύ πλούσιος, του αρέσει να δείχνει τον πλούτο του, αρέσκεται στη βία, έχει δίπλα του μία πιο νεαρή και όμορφη γυναίκα, δε διστάζει να λέει ότι μπορεί να έχει ή να αγοράσει όποια γυναίκα θέλει. Ας δούμε τώρα τις αξίες που αυτή η εικόνα διοχετεύει στην κοινωνία.
Η θεοποίηση του πλούτου, του κέρδους, της εκμετάλλευσης του ανθρώπου, του εκμηδενισμού της ανθρώπινης αξίας, της γρήγορης κερδοφορίας. Ουσιαστικά αυτό που είναι ο ιμπεριαλισμός. Τα μέσα για να επιτευχθούν αυτά είναι ακόμα και η ωμή βία («έχει πλάκα να σκοτώνεις ανθρώπους»), αυτό που δίνει μία ψεύτικη ισχύ στον άνθρωπο που δεν έχει δομήσει την ταυτότητά του (βλέπε τις σχετικές εργασίες του Βίλχελμ Ράιχ και του Έριχ Φρομ) και πιάνεται από ένα μεσσία που του προσφέρει ψεύτικες και πρόσκαιρες αξίες για να νομίζει ότι έχει ολοκληρώσει τη δομή της ταυτότητάς του. Η απόλαυση έρχεται σε αυτό που είναι το ζητούμενο αιώνες τώρα, στη λίμπιντο, στην ικανοποίηση της σεξουαλικής απόλαυσης και της εξυπηρέτησης και των πιο ανείπωτων ερωτικών επιθυμιών (βλέπε τις εργασίες του Φρόιντ), έτσι ώστε η απόλαυση να ηρεμήσει τις νευρώσεις αυτών των ανθρώπων, ακόμα και αν είναι ψεύτικες υποσχέσεις, όπως είναι στην προκειμένη περίπτωση.
Στην αντίθετη περίπτωση έχουμε μία γυναίκα σχετικά αδύναμη. Άρρωστη πριν λίγα χρόνια, με την πιθανότητα να είναι ακόμα άρρωστη, απατημένη σύζυγο που παραμένει με το σύζυγό της, ο οποίος δημόσια το έχει παραδεχτεί, ίσως, με αυτό τον τρόπο, να θέλει να εξαγοράσει την ισχύ της, αδύναμη περίπτωση, πιο πολιτισμένη, με περισσότερες γνώσεις. Το ζητούμενο όμως είναι οι γνώσεις του κεφαλαίου, η δύναμη του χρήματος και όχι η πειθώ του λόγου που κανονίζει τη δημοκρατία.
Άρα η περίπτωση της Κλίντον είναι πολύ αδύναμη. Η περίπτωση του Τραμπ είναι το μη χείρον βέλτιστο. Με αυτό το κριτήριο της έστω και ψεύτικης δύναμης, η οποία εγγράφεται στο φαντασιακό του αμερικάνικου λαού, τίθεται το ερώτημα των εθνικών μειονοτήτων που ζουν στις ΗΠΑ, όπως είναι οι Έλληνες: Ποιο είναι το εθνικό συμφέρον, τι θα πρέπει να υποστηρίξουμε για την πατρίδα μας; Η πλάστιγγα κλείνει προς τον Αμερικάνο μάγκα.
Αν διαβάσουμε ξανά την «Μαζική ψυχολογία του φασισμού», του Ράιχ, τότε πολύ εύκολα θα καταλάβουμε ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Στη Γερμανία μία δύναμη που είναι εύθραυστη και πολώνει τον ίδιο το λαό της αλλά και τις άλλες χώρες. Στην Τουρκία ένας «σουλτάνος» που οραματίζεται ένα θεοκρατικό καθεστώς και διώκει με τον πιο βίαιο τρόπο όλους τους εχθρούς του και τους υποστηριχτές τους. Στη Ρωσία την ανάπτυξη μίας νέας υπερδύναμης που δεν αφήνει περιθώρια για αμφισβητήσεις. Το Μουσουλμανικό Χαλιφάτο που επιτίθεται σε ότι είναι εχθρικό στο ισλάμ και σε όσους πολίτες της Συρίας και του Ιράκ δεν το υποστηρίζουν. Τώρα στις ΗΠΑ η λογική του αυταρχισμού, της καθαρότητας της φυλής, το καθάρισμα του δρόμου για τη διοχέτευση του χρήματος και τον πλουτισμό των ιμπεριαλιστικών αγορών.
Πόσο, αλήθεια, απέχει αυτή η εικόνα από μία θερμή ή ψυχρή εμπόλεμη κατάσταση και από ένα φασισμό τύπου Χίτλερ; Η ιστορία όμως, όταν επαναλαμβάνεται, τότε είναι μία τραγική κωμωδία. Αυτή που θα ζήσουμε για τόσα χρόνια όσα αφήσουμε αυτές τις «λογικές» και αυτούς τους ανθρώπους να κυβερνούν.
Γιάννης Φραγκούλης