ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ ΣΤΗ ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ
Το χρέος: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Η αφορμή για να γραφτεί αυτό το άρθρο είναι το δυστύχημα των Τεμπών. Η αλήθεια όμως είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτών των λέξεων κρυβόταν μέσα μου και έβρισκε αφορμή για να βγει. Έτσι θα αποδώσω και εγώ το χρέος μου στις γενιές που ακολουθούν. Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι πόσα και ποια έχουμε φορτώσει στη γενιά που μόλις έχει βγει στην αγορά.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ: ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΦΟΡΤΙΟ
Είναι συνηθισμένο να λέμε στους νεότερους αυτά που εμείς έχουμε πάθει. Κατά κάποιο τρόπο αυτό το φορτίο που μας έχει αγγαρέψει η προηγούμενη γενιά να κουβαλήσουμε όταν είμαστε νέοι τώρα έχει πάρει μια άλλη μορφή. Τα καταφέραμε να επιζήσουμε. Είμαστε περήφανοι για αυτό και θέλουμε να το δείξουμε σε αυτούς που ακολουθούν. «Είδατε τι είχαμε εμείς; Εσείς είστε μια χαρά. Που να τραβάγατε τα δικά μας;», φαίνεται να λέμε. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Η αλήθεια είναι ότι ο άνθρωπος προσπαθεί να παραδώσει στους επόμενους μια κοινωνία καλύτερη από αυτή που βρήκε. Αυτό, μπορούμε να πούμε, είναι ένα ένστικτο. Ξέρει τι αυτός κουβαλούσε στην πλάτη του, το απεχθάνεται και θέλει να το πετάξει, συλλογικά, να μην υπάρχει. Κάτι όμως πάντα μένει. Αφαιρείς από αυτό κάτι, αλλά δεν μπορείς να το αφαιρέσεις όλο. Είναι ένα σύνδρομο, αν αναφερθούμε στην ψυχολογία. Ο καθένας μας αγαπά αυτό που το βασανίζει γιατί μόνο έτσι δικαιολογεί τα ατοπήματα που έχει κάνει.
Κατά συνέπεια, δεν ξεφορτώνεται όλα αυτό που κουβαλά. Αφήνει ένα μεγάλο μέρος και, κουρασμένος πλέον, το εναποθέτει για να το πάρει ο επόμενος. Κάπως έτσι μπορούμε να δούμε την πολύ άσχημη κατάσταση που κληροδοτεί η μια γενιά στην άλλη. Μπορεί αυτό το φορτίο να μειώνεται, όμως δε μηδενίζεται, είναι ένα χρέος.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ: Η ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ
Είναι αλήθεια ότι τα χρόνια μέχρι την μεταπολίτευση ήταν δύσκολα. Οι πολίτες αυτής της χώρας σπάνια έβρισκαν τη χαρά. Όταν χαίρονταν είχαν απλά και προφανή πράγματα που τους τα όφειλαν αυτοί που τους καταπίεζαν. Τα παρουσίαζαν σαν ένα δώρο και όχι σα μια οφειλή, όπως ήταν το σωστό.
Το αποτέλεσμα ήταν η βουλιμία να θέλουμε όλο και περισσότερα όταν ήρθε ξανά η δημοκρατία στη χώρα μας. Να ζητάμε αυτά που μας όφειλαν. Να μη βλέπουμε ότι θα έπρεπε να ρίξουμε τα θεμέλια στην οικοδομή που, μεταφορικά, είναι η ζωή μας. Σύμφωνοι, για να γίνει αυτό θα έπρεπε να γκρεμίσουμε αυτό που υπήρχε και να φτιάξουμε μια κοινωνία που να υπηρετεί τον άνθρωπο.
Αυτό ήταν δύσκολο γιατί, όπως προαναφέραμε, το να βγάλεις όλο το φορτίο από πάνω σου σε τρομάζει: Αν όντως δεν έχεις τίποτε να κουβαλήσεις τότε θα πρέπει να φύγεις από το παράπονο και να πας στην πρόταση για έναν άλλο τρόπο ζωής. Αυτό ήταν που όλοι φοβόντουσαν. Αυτό που έγινε ήταν να βάζουμε σε αυτό το φορτίο που κουβαλούσαμε, αντί να βγάλουμε. Κάποια στιγμή, το ξέραμε, θα το παραδίδαμε στη νέα γενιά.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ: Η ΟΦΕΙΛΗ ΜΑΣ
Από την εποχή των μνημονίων και μετά το κοινωνικό σύνολο επιφορτίστηκε ένα μεγάλο βάρος: Έπρεπε να πληρώσει ένα τεράστιο χρέος που ήταν απαιτητό από αυτούς που μας είχαν δανείσει. Το αφήγημα ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων πλέον δεν έπειθε. Αυτό συνέβαινε επειδή πλέον έπρεπε να αποδείξουμε ότι εμείς είχαμε κάτι από τον αξιακό πλούτο των μακρινών προγόνων μας. Αυτή η απόδειξη ήταν δύσκολη, αν όχι αδύνατη.
Η παράδοση του φορτίου στην επόμενη γενιά που έβγαινε στην αγορά έγραφε τρομερή αύξηση του βάρους. Δεν έγινε αυτό που ήταν το σύνηθες. Επιφορτίσαμε τους νέους με έναν όγκο που δε σηκωνόταν. Ποτέ δεν καταλάβαμε ότι η ερώτηση -«Εσείς τι κάνατε;»- θα είχε δύσκολη απάντηση.
Όταν ο άλλος σε κοιτά στα μάτια και η σιωπή του μιλά, απαιτεί μια απάντηση, τότε τι μπορεί να κάνεις; Το σημάδι ότι έχεις καταλάβει τις ευθύνες σου είναι το να σκύψεις το κεφάλι. Ούτε αυτό έγινε. Αντίθετα, υπήρχε και υπάρχει μια απαξίωση στη νέα γενιά. Σε αυτή βλέπουμε αυτά που δεν υπάρχουν: έναν άσχημο χαρακτήρα που είναι, στην πραγματικότητα, ο δικός μας. Απαξιώνουμε τους νέους για να μη γυρίσουμε την πλάτη στη ζωή που εμείς έχουμε φτιάξει, κάτι που θα μας πληγώσει πολύ. Αυτό δεν το θέλουμε.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ: Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Αυτό που μας διδάσκει το δυστύχημα των τρένων στα Τέμπη είναι κάποια πράγματα πολύ συγκεκριμένα και απτά.
Ο τρόπος επιβίωσης σε αυτή την κοινωνία ήταν σα να περπατάμε σε ένα τεντωμένο σκοινί. Κάτω από αυτό δεν υπήρχε κανένα δίχτυ ασφαλείας. Ανά πάσα στιγμή θα μπορούσαμε να πέσουμε και να σκοτωθούμε.
Το «ζούμε κατά σύμπτωση» ήταν ένας τρόπος ζωής. Τον κληροδοτήσαμε στους νεότερους. Αυτοί ήταν που πλήρωσαν τα εγκληματικά λάθη των κυβερνήσεων που εμείς επιλέξαμε. Οι νέοι όμως δεν ακολούθησαν το δικό μας παράδειγμα. Ο οχαδελφισμός ο δικός μας φαίνεται δεν πέρασε σε αυτούς, αφού η βοήθεια μεταξύ τους ήταν τέτοια που κάποιοι επέζησαν χάρη στην αυταπάρνηση κάποιων νέων.
Θα πρέπει κατ’αρχήν να βλέπουμε αυτή τη νέα γενιά με σεβασμό. Θα πρέπει να δούμε αυτό το δυστύχημα σαν ένα σημείο που θα τα αφήσουμε όλα κάτω και θα φτιάξουμε ένα νέο συμφωνητικό για έναν εντελώς νέο τρόπο ζωής. Να φτιάξουμε μια κοινωνία που να υπηρετεί τον άνθρωπο. Να σεβόμαστε το συνάνθρωπό μας σα να είμαστε εμείς στη θέση του.
Η λογική αντίδραση στην κυβέρνηση που εκφράζεται στις διαδηλώσεις να οδηγήσει στο να αλλάξουμε ριζικά τη ζωή μας. Να μην αφήνουμε πλέον να κυβερνούν άνθρωποι που δε σέβονται ούτε τον ίδιο τον εαυτό τους. Πολύ περισσότερο δε σέβονται τους πολίτες αυτής της χώρας.
Αυτό είναι το χρέος μας στη νέα γενιά. Αδελφωμένοι θα πρέπει να πορευτούμε στο δρόμο της ανά(σ)τασης και όχι σε αυτόν της καταστροφής. Είναι δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο.