1821 η μνήμη

1821 Η ΜΝΗΜΗ

ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

1ο ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΟ 1821

1821 η μνήμη: γράφει η Ελένη Καρασσαβίδου

Ξεκινώ να δημοσιεύω κείμενα για το 1821. Αυτήν την προσπάθεια την αφιερώνω σε όσους κι όσες κατανοούν εκείνους τους στίχους του υπεράνω κομματικής υποψίας Νίκου Γκάτσου στο Χοντρομπαλλού 1821:

«Είδα το ίδια μου παιδιά

να δίνουν σ” άλλους τα κλειδιά

και με χιλιάδες ψέματα

με προδοσίες κι αίματα

να μου σπαράζουν την καρδιά

Γι” αυτό μια νύχτα σκοτεινή

θ” ανέβω στην Καισαριανή

με κουρασμένα βήματα

να κλάψω για τα θύματα

στ” αραχνιασμένα μνήματα.»

1821 η μνήμη: Το αντάρτικο

1821: «Η Ελλάς ευγνωμονούσα» ή Το προδομένο αντάρτικο 1ο μέρος

Στη μνήμη του Ιωάννη Παπαδιαμαντόπουλου (το γιατί στο τελευταίο μέρος της σειράς κειμένων).

«Οι πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους άρχισαν να γράφονται αμέσως μετά την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό. Αγωνιστές της Επανάστασης, κάποιοι σακατεμένοι από τις μάχες, χήρες και ορφανά γύριζαν στους δρόμους ρακένδυτοι ζητιανεύοντας ένα κομμάτι ψωμί. Αντίθετα, εκλεκτοί του Παλατιού και όσοι είχαν προσβάσεις στο φαύλο πολιτικό σύστημα της εποχής απολάμβαναν παχυλούς μισθούς και συντάξεις.» έγραψε ο Στ. Μαλαγκονιάρης. Κι όχι μόνο αυτό. Ήρωες και ηρωίδες ξεχάστηκαν, και «ήρωες» καθιερώθηκαν με κριτήρια φαύλα.

Η μνήμη της εθνεγερσίας του 1821 αποτελεί ένα αμφιλεγόμενο ακόμη πεδίο καταγραφής της ιστορικής εμπειρίας στη χώρα μας. Ειδικότερα η βιωματική γραφή και μνήμη διαμορφώνει τους όρους ανάδειξης της αφηγηματικότητας ως μιας μάλλον παραμελημένης διάστασης της ευρύτερης ιστορικής εμπειρίας και γνώσης, «εξαιρετικά σημαντικής όμως για τη συγκρότηση του -σ.σ. ατομικού και συλλογικού- εαυτού.» (Σρεντεδάκις, 2012).

1821 η μνήμη: Η δική τους λογική

Η γραφή αυτή δεν είναι ποτέ ανεξάρτητη από τις ευρύτερες προσωπικές, πολιτικές, και κοινωνικές συντεταγμένες. Πρόκειται για μια διαδικασία που καθορίζεται από υφιστάμενες πολιτισμικά διαθέσιμες μορφές αφήγησης, οι οποίες με ένα τρόπο «επιβάλλουν τη δική τους λογική τόσο των ιστοριών ζωής όσο και του ίδιου του βίου», αναδεικνύοντας τις διαστάσεις της υποκειμενικότητας στη διαλεκτική της σχέση με τη διϋποκειμενικότητα» (ο.π.).

Η χειραγώγηση της ιστορικής μνήμης προς έναν καθόλου πολιτικά ουδέτερο ανιστορικό, ακίνητο στον χρόνο, σκοπό (κάτι στο οποίο αρέσκονται αντιδιαλεκτικοί εκπρόσωποι όλων των ιδεολογιών μιλώντας για έναν και μοναδικό χαρακτήρα πολύπλοκων φαινομένων) φαίνεται και από την μη ανάδειξη, την αποσιώπηση, σημαντικών «λεπτομερειών».

1821 η μνήμη

1821 η μνήμη: Κάποιες  λεπτομέρειες

Λεπτομερειών που αναδεικνύουν το πολύπλοκο των πραγμάτων, δίχως να αναιρούν όμως στην περίπτωση του ΄21 τις βασικές (εθνικές, κοινωνικές και θρησκευτικές) παραμέτρους της εποχής, ούτε και την ωμότητα με την οποία αντιμετωπίστηκε η επανάσταση από μεγάλη μερίδα των Οθωμανών, σύμφωνα με μαρτυρίες Ελλήνων και ξένων περιηγητών: Όπως

α. τα «καπάκια, οι προδοτικές κολοτούμπες οπλαρχηγών για να ωφεληθούν από αγάδες ή να εκδικηθούν συνέλληνες και συναγωνιστές.

β. η ύπαρξη ταξιαρχίας Οθωμανών που πολέμησε υπερ των Ελλήνων υπό τον Δημήτριο Υψηλάντη εναντίον του Πασά.

γ. τα εξελισσόμενα συμφέροντα αλλά κι οι πολιτισμικές παράμετροι (όπως κι οι πολιτιστικές εκφορές τους) που έκαναν πχ την τότε Γερμανία να υιοθετήσει τον νεοκλασσικισμό, εκδηλώνοντας εκείνες τις δεκαετίες ένα φιλελληνικό ρεύμα (βλέπε π.χ. την ελληνογερμανική λεγεώνα ή τα τραγούδια των Ελλήνων του Muller που καθώς η λογοτεχνία είχε άλλη θέση στην μαζική συνείδηση της εποχής πυροδότησαν τον φιλελληνισμό).

δ. ότι η γερμανική κυρίως εκδοχή για την αρχαία Ελλάδα κυριάρχησε στα καθ’ ημάς ως αντιδάνειο, «δομώντας» ένα «δανεισμένο» συλλογικό φαντασιακό.

1821 η μνήμη: Οι άνθρωποι

ε. όπως, παράλληλα όμως, την συνεισφορά ανθρώπων «από τα κάτω», σαν τον Έλβινγκ τον Γερμανοεβραίο ραββίνο που μέσα από πύρινους λόγους μάζευε χρήματα υπέρ των επαναστατημένων Ελλήνων.

στ. όπως τις υιοθεσίες ορφανών χριστιανόπουλων του δρόμου από μουσουλμάνες κατά την διάρκεια και μετά την επανάσταση, αφού στο μικροεπίπεδο της κοινότητας συχνά δεν χάνεται «το πρόσωπο της και του ανθρώπου».

ζ. όπως το κατέβασμα Δημίων εκ δυσμάς μετεπαναστατικά που σκότωναν μαζικά κλεφταρματολούς στην Πελοπόννησο αφού θεωρούνταν απειλή για το νέο καθεστώς.

η. όπως την συνεισφορά των γυναικών οπλαρχηγών, καταγεγραμμένη σε ξεχασμένα δημοτικά που αφέθηκαν στο περιθώριο της ιστορίας κι ας έδωσαν αίμα και χρήματα.

θ. όπως ότι υπήρχαν ομάδες εντός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπως μεγάλη μερίδα προεστών και του ιερατείου, ή Εβραίων, αλλά και μερίδα Χριστιανών της Δυτικής Ευρώπης, που ήταν θετικά διακείμενες στην διατήρησή του οθωμανικού στάτους, όχι για λόγους θρησκευτικούς ή φυλετικούς (παρά μια παράλληλη φοβία από κηρύγματα που περιείχαν και μίσος όπως του Αιτωλού) αλλά κυρίως οικονομικούς.

1821 η μνήμη

1821 η μνήμη: Τα ελληνικά γράμματα

ι. ό,τι υπήρχαν ελληνόφωνοι μουσουλμανικοί πληθυσμοί, εξισλαμισθέντες, όπως φαίνεται από διασωθέντα μοιρολόγια τους, που γνώρισαν επίσης το μαχαίρι και ενώ κάποιοι πολέμησαν στο πλευρό των Ελλήνων.

κ. ότι υπήρξαν χιλιάδες νεκροί στην κεντρική Μακεδονία, ιδίως Χαλκιδική και τη Θεσσαλονίκη τον Μάρτη του 1821.

λ. ότι λειτουργούσαν ελληνικά σχολεία σε όλη την επικράτεια τον 18ο αιώνα, (παρόλο που ενδέχεται, ως εξαίρεση να υπήρχαν κατά τόπους κρυφά σχολειά σε περιόδους έξαρσης εξισλαμισμού που όμως δεν ακυρώνει την γενική πολιτική ανοχής γύρω από τα ελληνικά γράμματα αφού συνέφεραν, άλλωστε, στην «εμπορική» αξία της Πύλης μέσω των γραμματιζούμενων «ρωμιών») και τόσα άλλα.

1821 η μνήμη: Η «προστασία»

Αλλά εάν οι δικές μας ετερογένειες, όπως και οι ετερογένειες «των προστατών μας», κρύφθηκαν πίσω από ένα επίπλαστο εμείς, η αρνητική στάση μερίδων των αλλόθρησκων άλλων γενικεύτηκε ώστε να εξυπηρετήσει το αφήγημα των προστατών και των αυλοκολάκων τους.

«Τα στερεότυπα που διαμορφώθηκαν από τον 19ο αιώνα για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες εδραίωσης του μικρού βασιλείου, υποκατέστησαν τη νηφάλια ανάγνωση της ιστορίας. Τους αγωνιστές -που είχαν τη βιωματική σχέση με το παρελθόν, την άμεση εμπειρία των πολλαπλών ρήξεων αλλά και των αντίστοιχων μορφών- η ιστορική έρευνα εκείνης της εποχής επέλεξε να τους αγνοήσει, αναδεικνύοντας τους αρχαιοελληνικούς μύθους.

Ο Καμπούρογλου έγραψε χαρακτηριστικά: «με την αρχαιότητα μας συνδέει ο θαυμασμός, με την παλαιότητα ο πόνος». Και επειδή κανείς πολίτης ή έθνος δεν θέλει να πονά, οι Έλληνες επέλεξαν τη λήθη που φέρνει η ιστορική αυθαιρεσία. Το δυτικό εθνικιστικό μοντέλο που επικράτησε στην απελευθερωμένη Ελλάδα προσέφερε τις απαντήσεις: Όλοι οι Χριστιανοί του νεαρού ελληνικού βασιλείου ήταν Έλληνες, κατευθείαν απόγονοι των αρχαίων και, κατ´ επέκταση, όλοι οι μουσουλμάνοι ήταν Τούρκοι, κατευθείαν απόγονοι των κεντροασιατών εισβολέων.

Το μοντέλο αυτό, βασισμένο στην ξένη προς τον ελληνισμό αντίληψη του αίματος, δεν μπορούσε να ερμηνεύσει την ιδιομορφία της περιοχής μας, όπου η πολιτισμική κατάσταση και ειδικά η θρησκευτική ομολογία, καθόρισε την ένταξη των πολιτών στα υπερκείμενα σύνολα. Έτσι, εφεξής, θα ταυτιζόταν απολύτως το «γένος των Ρωμιών» με το «έθνος των Ελλήνων», όπως έγραψε ο Β. Αγτζίδης.

1821 η μνήμη

1821 η μνήμη: Οι μαρτυρίες

Παρόλα αυτά, μαρτυρίες των ίδιων των πρωταγωνιστών υπάρχουν, αλλά ποτέ δεν συζητήθηκαν, όμοια με άλλα εμβληματικά κείμενα της εποχής, δημόσια. Η επιστολογραφία π.χ., είδος ιδιαίτερο, συνδέει την ατομική προσωπική και κοινωνική διαδρομή με ευρύτερες αφηγήσεις των συλλογικοτήτων, ερμηνεύοντας με τον δικό της τρόπο την ιστορική στιγμή και την ίδια την ιστορία και συχνά ανατρέπει την επίσημη εκδοχή της. Ένα παράδειγμα:

Στα 1939, 3 χρόνια μετά την έκδοση της έρευνας του Τρύφωνα Ευαγγελίδη για την παιδεία επί Τουρκοκρατίας με πληθώρα στοιχείων για το ζήτημα, εκδίδονται στην Αθήνα από την Εταιρεία Ιστορικών Μελετών «τα Απομνημονεύματα περί της Φιλικής Εταιρείας του Εμμανουήλ Ξάνθου Εκ των ιδρυτών αυτής».

Σε ανυπόγραφο προλογικό σημείωμα, ίσως του Χρ. Μαρορραχίτη, σημειώνεται «ποιος δεν θέλει καταλάβει η δεινοτέρα λύπη όταν ακούση ότι ο Ξάνθος ζει εις την Ελλάδα δι’ ελέους; Ποιαν φεύγει καταισχύνην αγνωμοσύνης η πατρίς εις τοιαύτας σκληρότητος εικονας ζώσας;» (σελ. 51).

Γιατί όμως ο Ξάνθος αφέθηκε, όπως και αρκετοί άλλοι/ες, «εκτός νυμφώνος» στην μετεπαναστατική Ελλάδα; «…Εκλιπόντος του Κράτους του Σουλτάνου -γράφει ο Καρλ Μέντελσον στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως»:- έκαστος προεστός ήρχιζε να νομίζει τον εαυτόν του Σουλτάνον και να αντιποιείται άπαντα τα Σουλτανικά προνόμια. Οι Χριστιανοί δε εκείνοι πασάδες παρεσκευάζοντο να συνεχίσουν απαράλλακτα, το έργον των Τούρκων προκατόχων των…»

Πολλοί/ες ιδεολόγοι αγωνιστές, που είχαν μάλιστα δεχθεί χλευασμό ή προσκόμματα όταν προωθούσαν την ιδέα της Επανάστασης, ενώ «την ίδια στιγμή εξελισσόταν και η προσπάθεια των κοτζαμπάσηδων να μειώσουν την επιρροή των οπλαρχηγών, καλλιεργώντας τη διχόνοια και την καχυποψία», αντικαταστάθηκαν τα τελευταία χρόνια της, και ιδίως μεταπολεμικά, από άκαπνους, ή μέλη της καμαρίλας ή ακόμη και κοτζαμπάσηδες στον κρατικό μηχανισμό.

 

Διαβάστε τα άρθρα που αναφέρονται στην ιστορία

Οι παιδουπόλεις της Φρειδερίκης

Η αντίσταση των εκπαιδευτικών

Εκδρομή στον άη Στράτη

Θολός βυθός



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960, όπου τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο. Σπούδασε χημεία στον Καναδά, στο Μόντρεαλ (Quebec), στο Μόνκτον (New Brunswick) και στην Ορλεάνη (Γαλλία). Το 1989 σπούδασε φωτογραφία στην ΑΚΤΟ, στην Αθήνα. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, με το Δημήτρη Τσατσούλη (φωτογραφίας, λογοτεχνίας και θεάτρου), στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος, και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), στο οποίο ήταν Πρόεδρος για δύο θητείες. Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου στην Ένωση Τεχνικών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΤΕΚΤ), στο «Μικρό», στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο Μουσείο Κινηματογράφου, στο Μικρό Πολυτεχνείο, στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου, στο δικό του χώρο και σε συνεργασία με τη filmfabrik Productions, στη Θεσσαλονίκη, όπου διδάσκει κινηματογράφο μέχρι σήμερα στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι Fabula, το οποίο διευθύνει. Συμμετείχε στο στρογγυλό τραπέζι της FIPRESCI, στην Κωνσταντινούπολη και στη Φιλιππούπολη με θέμα τον βαλκανικό κινηματογράφο. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και σε Φεστιβάλ, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποία ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Performance). Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στην οποία ήταν υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος, στην Αθηναϊκή, στη Νίκη, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στη Σύγχρονη Εκπαίδευση, στον κατάλογο του Φεστιβάλ της Λάρισας, στη Γραφή, στο Κ.ΛΠ., στο Ριζοσπάστη και στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», στο οποίο ήταν διευθυντής σύνταξης, το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», στο οποίο ήταν διευθυντής, το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε, μαζί με τον Κώστα Σταματόπουλο, την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV, από το 2008 έως το 2009. Ήταν υπεύθυνος για τους διαδικτυακούς τόπους www.cinemainfo.gr και www.theaterinfo.gr. Ίδρυσε και διεύθυνε το greeceactuality.wordpress.com. και τώρα διευθύνει και αρθρογραφεί στα www.filmandtheater.gr και www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών (σειρά νεανική Βιβλιοθήκη) και «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου και την Εβδομάδα Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το 2002, ως μέλος της Π.Ε.Κ.Κ. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανοράματος Νέων Δημιουργών, στο Ε.Κ.Θ., στη Θεσσαλονίκη, και ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται πλέον στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας». ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ «Μέσα από τις βιτρίνες», 8΄, 2009, σκηνοθεσία «Nafasz», 7΄, 2009, σκηνοθεσία «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας», 50΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Στιγμή απολιθωμένη», 31΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Η τελευταία λατέρνα», 6΄, 2010, σεναριακή επιμέλεια «Το κλειδί της επιστροφής», 13΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Το συρματόπλεγμα», 19΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Στο Τσινάρι», 7΄, 2017, σκηνοθεσία «Sotos, ζωγράφος αει…πράγμων», 2020, 97΄, σκηνοθεσία-φωτογραφία ΒΙΒΛΙΑ «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», του Jean Mitry, μετάφραση, εκδ. Entracte και Σύγχρονη Εκπαίδευση, Αθήνα, 2001 «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, Αθήνα, 2004 «Κώστας Φέρρης», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 2004 «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006


Copyritght 2022 Thessalonikinfo / All rights reserved