ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ «ΔΑΚΡΥΣΜΕΝΟΥ ΓΥΑΛΟΥ»
Έρωτας του λόγου: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Στη Γεωργία
«Αφράτες μανόλιες, ξέσκεπες
Για τούτη τη γλυκιά στιγμή
Πως να γραφεί η σονάτα της αγάπης;
Αγάπη λέγεται;»
Για να το πούμε εμείς διαφορετικά, πώς να μιλήσουμε για την απόλαυση; Την ερωτική απόλαυση; Έχει όνομα; Και όμως είναι ένα από τα μεγάλα ζητήματα που ερευνά η ψυχολογία. Χωρίς αυτή ο άνθρωπος δεν μπορεί να μάθει τίποτε, δεν μπορεί να καταλάβει τα στοιχεία της πραγματικότητας. Να σχηματίσει τη δική του πραγματικότητα. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να επικοινωνήσει. Θα ακολουθεί μια αφασική διαδικασία.
ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ: Η ΑΓΑΠΗ ΕΧΕΙ ΑΛΓΟΡΙΘΜΟ;
Όμως δεν μπορεί να προσδιορίσει αυτό το συναίσθημα της απόλαυσης. Να το μετρήσει και να το αποδώσει με μια μαθηματική εξίσωση. Η αγάπη δεν έχει αλγόριθμο. Δικαίως, λοιπόν, η Ελένη Ελεονώρα Τσιαντούλα αναρωτιέται. «Πώς να τη πω;» Αν προσπαθήσω να την αποκωδικοποιήσω και την αποδομήσω, τότε δε θα είναι πλέον αγάπη ή απόλαυση, αλλά το χνάρι αυτού του συναισθήματος που μόλις σκότωσα.
«Έρωτας του λόγου: ο έρωτας είναι
μια παράξενη και μαγευτική διαδικασία.»
Την αγάπη την αισθάνεσαι, αν το καταφέρεις. Ζεις αυτή την ένωση που θα μπορούσε να ήταν μία χημική εξίσωση, με την έννοια ότι παίρνει δύο συστατικά -από τον ένα και από τον άλλο- και τα κάνει μια τρίτη ουσία. Εντελώς διαφορετική στη σύστασή της από τις προηγούμενες δύο. Όπως ο αλχημιστής έφερνε στο μάγο, έτσι και ο έρωτας είναι μια παράξενη και μαγευτική διαδικασία. Πρόσχαρη και καταστροφική, συγχρόνως. Όμορφη και αποκρουστική. Η Αφροδίτη, ο Έρως, ο Αλφειός και ο Παν. Πολυεπίπεδες πέτρες που αλλάζουν συνέχεια μορφή.
ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ: ΤΑ ΑΡΧΕΤΥΠΑ
Είμαστε μάρτυρες ενός θεάματος που πλησιάζει στο θεό Διόνυσο περισσότερο παρά στον Απόλλωνα, αν θυμηθούμε τη διάκριση του Νίτσε1. «Πραγματώνεται η κύλιση του τώρα σε λατρεία διονυσιακή», διαβάζουμε σε ένα άλλο ποίημα. Ο Διόνυσος κοροϊδεύει, διασκεδάζει και φέρνει την κάθαρση.
Ο άνθρωπος πλέον έχει αποβάλει τις νευρώσεις του και μπορεί να αντιληφθεί αυτό που υπάρχει μπροστά του. Τώρα πλέον μπορούν τα στοιχεία της ταυτότητας του ενός και του άλλου να ενωθούν, να γίνει αυτή η ένωση που θα φέρει το νέο πλάσμα που είναι ο έρωτας.
«Κι όσο κυμαίνεται λυσσασμένα στα σπλάχνα της μαούνας
Αντριεύει τρούλος μυτερός γενόμενο της θηλυκής φατρίας»,
αναφέρει στο ίδιο ποίημα.
Ο Άντρας και η Γυναίκα σε αυτό το ποιητικό έργο έχουν αρχετυπική μορφή2. Μπορεί να είναι οποιοσδήποτε άντρας και οποιαδήποτε γυναίκα. Είναι, δηλαδή, το αναφερόμενο του άντρα και της γυναίκας, κάτι σαν πρωτόπλαστοι που φτιάχνουν αυτή τη στιγμή το δικό τους κόσμο. Γίνονται σύμβολα και μπαίνουν στη σημειωτική διαδικασία της αναπαραγωγής του λόγου3. Αφήνουν κενά και σε προκαλούν να τα γεμίσεις για να παράγεις τη δική σου αφήγηση. Αυτή η γυναικεία γραφή που έχε μελετήσει η Τζούλια Κρίστεβα4 είναι πανταχού παρούσα στο «Δακρυσμένο γιαλό».
ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ: Η ΑΕΝΑΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Με άλλα λόγια ένα ποίημα είναι η αρχή για να παραχθεί ένας λόγος που θα είναι η προσωπική εκφορά του για κάθε αναγνώστη. Το ποίημα μοιάζει με μία σφαίρα που έχει ατέλειες. Συμπληρώνεται έτσι ώστε παίρνει άλλες μορφές, μεταμορφώνεται και γίνεται κάτι άλλο και μετά κάτι άλλο, σε μία αέναη διαδικασία. Φτάνουμε πάλι στην απροσδιοριστία του λόγου, όπως την παρατηρήσαμε στην προσπάθειά μας να δώσουμε -απέλπιδα- έναν ορισμό της αγάπης.
«Έρωτας του λόγου: είναι
ανάγκη οι πολλοί ελλειπτικοί λόγοι.»
Διαβάζουμε:
«Η σιωπή λυσσομανά
Πετάγεται όλο έκσταση η λαχτάρα μου να ανταμώσω
το αέρινο ομοίωμά σου».
Έτσι πάμε στο αίτημα της απόλαυσης, αυτό που κρύβει μέσα του το πάθος. Θέλει να γεννήσει ένα νέο ον-έννοια. Να διώξει, με αυτό τον τρόπο, το ενδεχόμενο του ευνουχισμού. Ο ευνουχισμός-θάνατος όλο και απομακρύνεται και η ζωή συνεχίζεται. Ο άνθρωπος δεν πάει στο υστερικό. Δεν έχει μία συνδιαλλαγή μεταξύ της ταυτότητας (ID) και του Άλλου, αυτού του εαυτού του που ο ίδιος έχει κατασκευάσει από παραποιημένα στοιχεία5. Η κάθαρση επιτυγχάνεται με μικρές κινήσεις, αποτελεσματικές, που φέρνουν προσωρινά την ίαση. Η ποίηση θα γίνει πάλι χρήσιμη όταν θα υπάρξει η ανάγκη από μια νέα επίθεση σε ψυχικά στοιχεία.
ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ: ΑΝΟΣΤΟ-ΑΝΟΗΤΟ
Ο ποιητής θα είναι δίπλα σαν γιατρός να μας κάνει καλά και να μας απομακρύνει από την οδό που οδηγεί στην ψύχωση μέσω της υστερίας. Σε αυτά τα ποιήματα αυτό φαίνεται καθαρά. Δε χρειάζονται πολλά λόγια. Αντίθετα είναι ανάγκη οι πολλοί ελλειπτικοί λόγοι.
Ο ποιητής μας δίνει να πιούμε από το κρασοπότηρο που μετά, αφού αδειάσει, θα είναι άνοστο, δηλαδή ανόητο. Δεν έχει νόημα για αυτό το χρονικό διάστημα που θα είναι κενό. Το μόνο νόημά του είναι ότι αιτείται περιεχομένου για να έχει να δώσει.
Η απόσταση μεταξύ των στοίχων έχει αυτή τη λειτουργία. Μοιάζουν κάπως με τα χαϊκού. Ανάμεσα στις δύο γραμμές υπάρχει κάτι το σχετικά αδιάφορο, αυτό όμως μπορεί να παράγει ένα άρρητο νόημα. Για παράδειγμα:
«Πασχίζει η ανοστιά του άδειου κρασοπότηρου
Να λύσει τους γρίφους σου
Ήθελες να λέγομαι Ελένη
Όμως δεν άκουσες τα χείλη μου που ζωγράφισαν στο κενό
Κι ένα μελτέμι σάρωσε τον απόηχό τους».
«Έρωτας του λόγου: περιμένουμε
το καινούργιο για να θριαμβεύσει
η ζωή επί του θανάτου.»
Ο πρώτος στοίχος και ο τέταρτος έχουν συνάφεια: Το κενό του κρασοπότηρου έχει να κάνει με το κενό που τώρα έχει πάνω του κάτι, μια ζωγραφιά. Οι γρίφοι και η Ελένη μας δείχνουν ένα αίνιγμα. Αυτό με το σχεδόν ετοιμόγεννο κενό παράγουν λόγο που σκορπίζεται εκεί που έχει ζήτηση. Το υπόλοιπο, όπως ο σπόρος, προσπαθεί να βρει εύφορο έδαφος.
ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ: Ο ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
Μπορούμε να δούμε τη Γυναίκα που κάνει έκκληση στον Άνδρα/Πατέρα να ενωθεί με τη Μητέρα, να την ξαναγεννήσουν. Τέσσερις αρχετυπικές φιγούρες2 που σε κάποια σημεία γίνονται τρεις, αφού ο Άντρας και ο Πατέρας σε κάποια σημεία της έλξης του λόγου μπερδεύονται. Γίνονται ένα για να χωριστούν ξανά. Η αγωνία της Γυναίκας να γίνει Μητέρα και να μπει στη διαδικασία της εξέλιξης/αναγέννησης του κοινωνικού λόγου είναι εμφανής. Δείχνει ότι περιμένουμε το καινούργιο για να θριαμβεύσει η ζωή επί του θανάτου. Έχουμε ένα γεγονός αναστάσιμο.
«Έρωτας του λόγου: μία
διαδικασία που δεν έχει τέλος.»
Το ποίημα μας έδωσε την ευκαιρία να αναπτύξουμε το λόγο μας. Σίγουρα με διαφορετικό τρόπο απ’ότι ένας άλλος μελετητής. ‘Όμως ήταν η αφορμή να προτείνουμε άλλα νοήματα και να χαρούμε μια άλλη γέννηση. Η γέννα είναι δύο πράγματα συγχρόνως: θάνατος και ανάσταση, πεθαίνει το έμβρυο και ζωντανεύει το νεογνό. Αυτό δημιουργεί χαρά και έχει μια συγκινησιακή φόρτιση.
ΕΡΩΤΑΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ: Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ
Το ποίημα τα κατάφερε. Παρήγαγε λόγο. Άρχισε να μεγαλώνει και να πλανάται στη σφαίρα των νοημάτων. Ψάχνει άλλα ποιήματα ή παράγωγα λόγων για να συνεχίσει να γεννά.
Μία διαδικασία που δεν έχει τέλος. Ακόμα και αν αυτό το βιβλίο χαθεί, ίσως θα υπάρξει κάποια αναφορά που θα το ξαναφέρει στη συλλογική μνήμη για να ξεκινήσει πάλι η αδρανοποιημένη γενετική του διαδικασία.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Φρίντριχ Νίτσε, «Η γέννηση της τραγωδίας και η περίπτωση Βάγκνερ», μτφρ. Ελένη Καλκάνη, εκδ. Δαμιανός, Αθήνα.
2 Carl Gustav Jung, «4 αρχετυπα», μτφρ. Γιώργος Μπαρουξής, εκδ. Ιάμβλιχος, Αθήνα 1988.
3. Louis Hjelmslev, «Le langage», μτφρ.Michel Olsen εκδ. Gallimard, Παρίσι.
4. Julia Kristeva, «La revolution du langage poétique», εκδ. du Seuil, Παρίσι 1974.
5. Ζακ Λακάν, «Οι ψυχώσεις, σεμινάριο τρίτο», μτφρ. Ζακ-Αλέν Μιλέρ, Ρούλης Χριστόπουλος, Βλάσης Σκολίδης, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα 2005.