Το πρώτο Σοκ. Το πρώτο Δέος
«Οι αρμονίες του Βερκμάιστερ» του Μπέλα Ταρ (2000)
(Werckmeister harmóniák/ Werckmeister Harmonies)
Απ” όσο θυμάμαι, το 2002 ήταν μια από τις χρονιές της προσωπικής μου Μεγάλης Σινεφιλίας, αυτής που συνήθως έρχεται μαζί με την ενηλικίωση, τη φοιτητική ζωή και τη γενικότερη αίσθηση ότι ο κόσμος φτιάχτηκε για να τον ανακαλύψεις. Για να παραστήσω λιγάκι το νοσταλγικό γέρο, «εμείς τότε» είχαμε ως βασικά μέσα συντήρησης του πυρετού τα εξής δύο: τις βιντεοκασέτες του AZA και το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Λίγο μετά, όλο αυτό θα έδινε τη θέση του σε μια απίστευτη διαθεσιμότητα, αλλά έστω κι έτσι προλάβαμε να ζήσουμε μια στέρηση που, ως συνήθως, λειτουργεί ως καλό μπαχαρικό στις αναμνήσεις.
Αφήνω λοιπόν στην άκρη τις βιντεοκασέτες του ΑΖΑ (οι οποίες σίγουρα θα άξιζαν ένα δικό τους κείμενο) κι επιστρέφω στην αρχή: το 2002, λοιπόν, το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης φιλοξενούσε αφιέρωμα σε ένα μεγάλο Ούγγρο σκηνοθέτη για τον οποίο δεν ήξερα τίποτα – τότε φυσικά δεν θα το παραδεχόμουν, αφού είναι η ηλικία στην οποία πρέπει να παριστάνεις ότι τα ξέρεις όλα. Το όνομα του Ούγγρου ήταν Μπέλα Ταρ. Ωραίο όνομα. Κι ακόμη ωραιότερο βλέμμα, όπως παρατηρούσα στις φωτογραφίες του σκηνοθέτη που κυκλοφορούσαν δεξιά κι αριστερά. Νομίζω αυτά με τράβηξαν αρχικά στην περίπτωσή του, ίσως και το ασπρόμαυρο στιγμιότυπο μιας ταινίας όπου μια ακαθόριστη φιγούρα περπατά σε ένα σκοτεινό δρόμο. Ήταν ένα πλάνο από τις «Αρμονίες του Βερκμάιστερ».
Κάπως έτσι, βρέθηκα χωρίς παρέα στο «Ολύμπιον», ανέτοιμος και ανυποψίαστος για το σοκ που θα ακολουθούσε. Όμως, από τη στιγμή που οι Αρμονίες ξεκίνησαν μέχρι και τους τίτλους τέλους, είμαι πεπεισμένος πως δεν πήρα ανάσα. Μέχρι τότε, καμιά ταινία δεν με είχε υποβάλει σε ένα καθεστώς τόσο απόλυτου υπνωτισμού. Βγήκα από την αίθουσα τρέμοντας, όπως αξίζει σε κάθε απώλεια παρθενιάς σε αυτή την ζωή. Και ήθελα ακόμα περισσότερο να αρχίσω να γράφω για το σινεμά (τότε θα έλεγα «να γίνω κριτικός κινηματογράφου»), για να πω κάπου ότι αυτό είναι το πρώτο αριστούργημα του 21ου αιώνα. Αυτά τα ναρκισσιστικά βίτσια μπορεί να έφυγαν πια, αλλά ακόμη και τώρα, όταν μιλάμε για Σοκ και Δέος μέσα σε μια αίθουσα προβολής, το μυαλό μου ταξιδεύει με ταχύτητα φωτός στις Αρμονίες.
Κωνσταντίνος Σαμαράς
Αυτή η ήρεμη πίκρα…
«Nebraska» του Αλεξάντερ Πέιν (2013)
Ο Γούντι (ερμηνευτικό χάρμα ιδέσθαι ο Μπρους Ντέρν) την παθαίνει όπως πολλοί υπερήλικες. Τον χτυπάει η γεροντική άνοια, πιστεύει ό,τι του πουν, φτηνά διαφημιστικά κόλπα τον πείθουν πως είναι εκατομμυριούχος και τον ρίχνουν στους δρόμους να διεκδικεί κέρδη. Θα ήταν αστείος αν δεν ήταν τέτοια η οικουμενικότητα της τραγωδίας του. Μόνο ο γιος του δείχνει να το αντιλαμβάνεται αυτό. Όχι αφηρημένα ή θεωρητικά. Στο πετσί του το νιώθει. Η μοίρα του ταλαίπωρου γέρου του είναι και δική του. Απλώς αναβάλλεται προς το παρόν.
Έτσι, θα συμπονέσει τον ξεκούτη πατέρα του και θα προβεί σε μια πράξη μεγαλοψυχίας: όταν όλοι οι άλλοι, οι σώφρονες, οι «κανονικοί», προσπαθούν να τον επαναφέρουν στη λογική, αυτός αποφασίζει να συμμετάσχει στην ψευδαίσθηση. Από αγάπη. Γιατί καταλαβαίνει ότι δε μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη γενναιοδωρία. Να συντηρήσεις ένα ζωογόνο ψέμα, αντί να παλεύεις να αποδείξεις μια αποκαρδιωτική πραγματικότητα. Αυτή και η ουσία του σινεμά. Στην ασπρόμαυρη γεωγραφία των, θετικιστικών σε σημείο απανθρωπιάς, κοινωνιών μας, μόνο έτσι μπορεί να διεισδύσει το παραμύθι που μάς κρατά ζωντανούς.
Το «Nebraska» του Αλεξάντερ Πέιν, το οποίο είδα στο περσινό φεστιβάλ, δεν μπορείς να το προσεγγίσεις αντικειμενικά. Κι αν το κάνεις, δε θα λειτουργήσει. Σε μένα τουλάχιστον τη ζημιά την έκανε γιατί του χάρισα ένα κομμάτι μου. Αυτό που περιείχε τη μνήμη του καημένου του παππού μου. Ενός αυθεντικά καλού ανθρώπου που τα άτιμα τα γερατειά τον λήστεψαν από την αξιοπρέπειά του. Στο πρόσωπο του Γούντι, εκείνον αναγνώρισα. Τη βαθιά σύγχυσή του, τη θολή αίσθησή του της απώλειας, το ήσυχο γλίστρημα έξω απ’ τον άδικο αυτό κόσμο. Έτσι, η ταινία του Πέιν με άγγιξε. Με τη λυρική της ειλικρίνεια κι αυτή την ήρεμη πίκρα που είναι του καθενός ο μοναχικός κλήρος.
Όπως κι αν επιλέξεις να το δεις, αυτό εδώ είναι ένα αληθινό αριστούργημα ή ένα αριστούργημα αλήθειας συναισθηματικής. Διαλέγεις και παίρνεις. Προσωπικά με καλύπτουν και οι δύο ορισμοί.
Γιάννης Σμοΐλης