ΙΣΤΟΡΙΑ
Η ΛΗΣΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ληστεία: γράφει ο Γιάννης Ιωαννίδης
Το φαινόμενο της ληστείας στην Ελλάδα έχει μακραίωνη παράδοση που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Στη Μακεδονία το φαινόμενο αυτό θα σημειώσει μεγάλη έξαρση τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, περίοδο κατά την οποί θα δράσουν –και στη Χαλκιδική- συμμορίες καθοδηγούμενες από τα πιο γνωστά ονόματα ληστάρχων της εποχής.
Ληστεία: Οι ρίζες
Η καταπίεση και η εκμετάλλευση των κατοίκων από τους Τούρκους και ντόπιους προύχοντες και η συνακόλουθη φτώχεια και ανέχεια, η ανυποταξία και η λυποταξία, αποτέλεσμα της μακροχρόνιας στράτευσης ήταν κάποια από τις αιτίες της παρουσίας των ληστών.
Επίσης το γεγονός ότι αρκετές κλάσεις στρατεύσιμων θα υπηρετήσουν περισσότερο από 10 χρόνια, λόγω των συνεχών πολέμων, η αυτοδικία σε περιπτώσεις όπου το κράτος αδυνατούσε ή δεν ήθελε να παρέμβει, συχνά οι άγραφοι νόμοι δε συμβάδιζαν με αυτούς της πολιτείας, ήταν οι πρόσθετοι λόγοι. Τέλος λόγοι τιμής και ερωτικές αντιζηλίες ήταν οι κυριότερες αιτίες που εξωθούσαν πολλούς ανθρώπους -κατά τα άλλα συνετούς και θρησκευόμενους- να βγουν στο «κλαρί» και στον αναπόφευκτο ληστρικό βίο.
Ληστεία: Οι συγκρούσεις
Η ανεπτυγμένη αίσθηση της ελευθερίας των ανθρώπων αυτών, η αντίληψη περί κοινωνικής αδικίας και το ανυπότακτο του χαρακτήρα τους τούς οδηγούσε πολλές φορές στην αντίπερα όχθη και σε σύγκρουση με τους ανθρώπους της εξουσίας και του χρήματος. Αποτέλεσμα της σύγκρουσης αυτής ήταν κάποιοι από αυτούς, για να αποφύγουν τις συνέπειες των πράξεών τους, να καταφύγουν στα βουνά. «Από κει ψηλά, ως βασιλείς των βουνών, θα παρακολουθήσουν τι συμβαίνει στα χαμηλά και θα παρεμβαίνουν, όταν και όπου πρέπει»1. Έτσι το μέλλον τους ήταν προδιαγεγραμμένο και η επιστροφή στη νομιμότητα σχεδόν αδύνατη.

Οι απλοί άνθρωποι θεωρούσαν αρκετούς από τους ληστές φυσική συνέχεια των αρματολών και των κλεφτών της ελληνικής επανάστασης. Τους θαύμαζαν και τους αγαπούσαν καθώς αναγνώριζαν στον χαρακτήρα τους κώδικες συμπεριφοράς και αξίες, όπως μπέσα, παλικαριά, αξιοπρέπεια, «τρέλα» που προσδιόριζαν τη ζωή και τη δράση τους. Οι πλάτες των απλών αδυνατούσαν να σηκώσουν το βάρος μιας τέτοιας ηθικής και κοινωνικής διαγωγής.
Ληστεία: Η σύγκριση
Συσχετίζοντας, τώρα, την εποχή της ληστοκρατίας με τη σημερινή, κατά την οποία εξακολουθεί να υπάρχει η αδικία και η κοινωνική ανισότητα, μπορούμε να πούμε πως δεν είναι και πολύ δύσκολο για κάποιον να εκτραπεί σε αντικοινωνική συμπεριφορά. Αρκεί μόνο μια «ατυχής» συγκυρία για να βρεθεί ένας ευαίσθητος άνθρωπος από την άλλη μεριά της «γραμμής» και ξαφνικά, από φιλήσυχος πολίτης, να γίνει περιθωριακός, επαναστάτης, αναρχικός, κάτι σα ληστής της παλιάς εποχής.
Αντίθετα, μια ευτυχής «συγκυρία» είναι αρκετή ώστε μια μετριότητα, με «ελαστική» συνείδηση, να αναρριχηθεί στα υψηλότερα σκαλοπάτια της κοινωνικής πυραμίδας και να καταξιωθεί στη συνείδηση του κόσμου.
Σήμερα, μόνο οι παραιτημένοι από την κοινωνική ζωή, οι περιθωριακοί τύποι, οι ποιητές έχουν κάποια από τα χαρακτηριστικά των «ιπποτών ληστών» της παλιάς εποχής. Οι πραγματικοί ληστές, σήμερα, απλά έχουν αλλάξει όνομα, αμφίεση και τρόπο δράσης. Οι υπόλοιποι, έχοντας συνηθίσει αυτή την κατάσταση, αποδέχονται την κοινωνική αδικία σαν κάτι το αναπόφευκτο και, όταν «τους παίρνει», την αξιοποιούν, συμμετέχοντας ευχαρίστως στο παιχνίδι της.
Ληστεία: Στη Χαλκιδική
Στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας στη Χαλκιδική η κατάσταση, την περίοδο αυτή, για τους κατοίκους της ήταν τραγική. Οι ληστοσυμμορίες δρούσαν ανενόχλητες από χρόνια πριν και η ληστοπειρατεία δεν αποτελούσε σπάνιο φαινόμενο. Οι πολύτιμοι θησαυροί του Αγίου Όρους, τα πλούσια μεταλλεία, τα μεγάλα τσιφλίκια και τα πολλά μετόχια της περιοχής αποτελούσαν ανέκαθεν ελκυστικούς και προσφιλείς στόχους των ληστοσυμμοριών.

Τη δράση των συμμοριών βοηθούσε τα μέγιστα και η διαμόρφωση του εδάφους της περιφέρειας Χαλκιδικής, καθώς παρείχε σε αυτές πολλές εναλλακτικές λύσεις διαφυγής προς την ελεύθερη Ελλάδα, δια μέσου των Βόρειων Σποράδων και του Πηλίου, αλλά και προς την περιοχή του Παγγαίου, δια μέσου των στενών της Ρεντίνας.
Ληστεία: Οι συμμορίες
Την περίοδο αυτή θα δράσουν στη Χαλκιδική πολλές διαβόητες συμμορίες και θα σπείρουν τον πανικό στους κατοίκους και στους Τούρκους τσαντιρμάδες, που μάταια προσπαθούσαν να τις εξοντώσουν.
Πρώτες και καλύτερες οι συμμορίες του αρχιληστή Κόρακα2, του Καπετάν Αναστάση και τους περιβόητου λήσταρχου Νίκου3. Η τελευταία θα γίνει γνωστή για τις απαγωγές του Άγγλου μηχανικού Σούτερ4, διευθυντή των μεταλλείων Κασσάνδρας, το 1881, και αργότερα του Άγγλου Σάιντζ , προξένου στη Θεσσαλονίκη. Τα δύο αυτά πρωτοφανή, αλλά επιτυχημένα διαβήματα του Καπετάν Νίκου θα ανοίξουν την όρεξη και άλλων συμμοριών για ανάλογες απαγωγές.
Ληστεία: Οι άλλες συμμορίες
Το παράδειγμά του θα ακολουθήσει η συμμορία του Δημητράκη Χαλκιά, από τον Άγιο Νικόλαο, του Καραμποστάνη, από την Ορμύλια, του Ψαθά, από τη Συκιά, του Γιώργη Μαρούχα, του Γιάννη Μουστάκα5 και άλλων, με την απαγωγή του Γάλλου διευθυντή των Μεταλλείων Ισβόρου Σεβαλιέ. Η απαγωγή αυτή θα συνταράξει την ελληνική κοινή γνώμη, καθώς στην προσπάθεια απελευθέρωσης του Σεβαλιέ και στη συγκέντρωση των λύτρων (15.000 χρυσές λίρες) θα εμπλακούν οι κυβερνήσεις Ελλάδας, Γαλλίας και Τουρκίας.
Άλλες ληστοσυμμορίες που θα αφήσουν εποχή αυτή την περίοδο είναι του Καπετάν Τρομάρα6, του Δημήτρη Καλαμπούκα, από την Κασσάνδρα, του Καπετάν Γιωργάκη Βασιλάκη, από τον Πολύγυρο, του Καπετάν Γιωργάκη Δημόπουλου7, από τη Νικήτη, και πολών άλλων ληστών μικρότερης εμβέλειας.

Ληστεία: Ο Καπετάν Γεωργάκης
Ο τελευταίος αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση λήσταρχου, καθώς προσέφερε πολλά στον μακεδονικό αγώνα, στο πλευρό του οπλαρχηγού Θανάση Μπρούφα, το 1896, και στον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο, του 1897, στις τάξεις της «Ηπειρωτικής Φάλαγγας». Εθεωρείτο ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων της Χαλκιδικής και των Βουλγάρων και, παρά τη ληστρική του δράση, η λαϊκή μούσα θα τραγουδήσει την ανδρεία και τα κατορθώματά του8.
«Ένας πασάς διαβαίνει κι άλλους έρχιτι
γυρεύουν του Γιουργάκη του Νικητιανό.
Γιουργάκης τρώει κι πίνει πάνου στα βουνά,
τρώει αρνιά ψημένα, πιν’γλυκό κρασί.
Για τρώτι παλληκάρια μ’, κι για πίνιτι,
τα σπίτια κι αν μας κάψουν κι άλλα φκιάνουμι,
γυναίκις κι αν μας πάρουν κι άλλις παίρνουμι.
μανούλις κι αν μας πάρουν, τι θα κάνουμι;»
Ληστεία: Επίμετρο
Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε, την ίδια περίοδο, και τη δράση ληστοσυμμοριών που διέπραξαν μεγάλες ληστείες ή απαγωγές στη Χαλκιδική, χωρίς να γίνει ποτέ γνωστή η ταυτότητά τους.
Η ληστεία και η σφαγή των μοναχών στο Άγιο Όρος, το 1898, η απαγωγή του προκρίτου Δαουλάνη, στην Κασσάνδρα, το 1900, η ληστεία του Εβραίου Αλατίνη, στη Θεσσαλονίκη, και του Σαούλ, στο Σουφλάρ, 1899, η απαγωγή του εύπορου Τσιπινιά, από τα Ρεβενίκια (Μεγάλη Παναγιά), το 1903, η ληστεία του γιατρού Κοτρόζου9, από την Λιαριγκόβη (Αρναία), το 1899, 1901 το 1904 και πολλές άλλες, καταγράφηκαν στον τύπο χωρίς ποτέ να αποκαλυφθούν οι συμμορίες που τις διέπραξαν.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Χρήστος Δερμετζόπουλος, «Το ληστρικό μυθιστόρημα στην Ελλάδα», εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 1997.
- ΝικολάουΓκαρμπολά, «Πώς η Μακεδονία παρέμεινεν ελληνική», τόμος Α΄, Θεσσαλονίκη, 1933.
- Εφημερίδα «Σκριπτ», 10 Οκτωβρίου 1901, «Ιστορίαιληστών». Ο λήστραχος Νίκος μνημονεύεται και στα απομενιμονεύματα του Καπετάν Γιωργάκη Δημόπουλου, που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Πύρρος» σε συνέχειες από το Νοέμβριο 1904 μέχρι τον Μάιο 1905, υπό τον τίτλο «Ιστορίες του σώματος Μπρούφα-δείτε ποιον θα σφάξετε.».
- Νικολάου Γκαρμπολά, ό.π.
- Εφημερίδα «Ακρόπολις», 11/5/1905.
- «Χρονικάτης Χαλκιδικής», τ. 31-32, έκδοση Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Χαλκιδικής (ΙΛΕΧ).
- Γιάννη Κανατά, «ΟΚαπετάν Γιωργάκης Δημόπουλος από τη Νικήτη», Πολύγυρος 2006.
- Από τη συλλογή «Τραγούδιατης Χαλκιδικής», του Β. Κυπαρίσση, έκδοση 1940. Σε αυτή την έκδοση, σελίδα 48, υπάρχει το εξής σχόλιο: «Ο Καπετάν Γιωργάκης ήταν αντάρτης από τη Νικήτη και ήταν το φόβητρο των Τούρκων. Καταδιώχτηκε πολύ αλλά χωρίς να πιαστεί. Έδρασε στη Χαλκιδική κατά το 1888-1900. Το τραγούδι αυτό δεν το γνωρίζουν όσους κι αν ρωτήσαμε στη Νικήτη.».
- Ο Κωνσταντίνος Κοτρόζος, από την Κύμη Ευβοίας, διέμενε στην Αρναία, ήταν γιατρός στα μεταλλεία Στρατωνίου και γνωστός πολιτευτής. Έπεσε θύμα απαγωγής και ληστείας περισσότερες από πέντε φορές στην περιόδο 1899-1904. Ο γιος του, Αγαμέμνων Κοτρόζος (διδάκτορας της Νομικής Σχολής Αθηνών), θα πολιτευτεί και αυτός κατά τη δεκατία του 1930 στη Χαλκιδική, με το κόμμα των Φιλελευθέρων.
