Έξι 6 με 7 Επτά, μια νουάρ παρωδία
Συνέντευξη στον Κώστα Γ. Καρδερίνη
Έτσι τιτλοφορείται το νέο πόνημα των Θανάση Χονδρού και Αλεξάνδρας Κατσιάνη. Αν δεν έλαχε να τους γνωρίσετε ποτέ ως μέλη του αβανγκάρντ συγκροτήματος Δημοσιοϋπαλληλικό Ρετιρέ… Αν δεν παραβρεθήκατε σε κάποια έκθεση ή δράση τέχνης στις αίθουσες «Σχεδία» και «Άλλη Πόλη»… Αν δεν έχετε διαβάσει το Μπιτόνιτους ή τις Εικαστικές Δράσειςτης κόρης τους, Δανάης… Αν δεν είστε πολίτες της Εργαλάνδης-Βαργαλάνδης… Αν δεν γνωρίζετε την επιστήμη της Ζωολογικοκηπολογίας… Αν δεν έχετε αποκτήσει ή κατεβάσει ποτέ «το περιοδικό» (έκδοση σε μορφή CD)… Αν δεν έχετε κάποια κυκλοφορία των εκδόσεων ΤΣΑΜΠΑ, ΧΕΙΡΟΝΟΜΙΑ, ΟΙΚΟΙ… Τότε δεν έχετε παρά να διαβάστε εδώ Έξι6 με 7Επτά νουάρ ερωτήσεις και άλλες τόσες απαντήσεις, μια νουάρ παρωδία συνέντευξης.
Έξι6 με 7Επτά το πρωί ή Έξι6 με 7Επτά το απόγευμα διαβάζεται «μια νουάρ παρωδία»;
Η πλοκή της νουβέλας διαδραματίζεται στη διάρκεια μιας ώρας, απόγευμα 6 με 7, και καταγράφεται σε 61 μικρά κεφάλαια, λεπτό προς λεπτό. Είναι συνηθισμένο στη λογοτεχνία, όπως και στον κινηματογράφο, να χρησιμοποιούνται επιταχύνσεις ή επιβραδύνσεις. Η περιγραφή ενός στιγμιαίου γεγονότος μπορεί να αναπτύσσεται επί σελίδες. Αντίθετα, προσπαθήσαμε αυτό το κείμενο να κινείται σε φυσικούς ρυθμούς, χωρίς διογκώσεις ή αφαιρέσεις, οπότε και η ανάγνωσή του (αν και η ταχύτητα ανάγνωσης είναι προσωπική) διαρκεί πάνω κάτω όσο και η δράση, μία ώρα. Καλύτερο είναι, επομένως, να διαβαστεί με μιας, χωρίς διακοπή, όποια στιγμή της μέρας ή της νύχτας.
Ο Ανδρέας και η Μαίρη πόσο Θανάση και πόση Αλεξάνδρα περιέχουν;
Οι ήρωες δεν έχουν τίποτε κοινό με μας, αλλά το συνολικό κείμενο είμαστε εμείς. Ζώντας σε καιρούς κρίσης, δεν γράφουμε για δάνεια και χρέη, αλλά για μια κοινωνία που μαστίζεται από σεξ. Έτσι ψηλαφίζουμε τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στο σοβαρό και το γελοίο, όπως κάναμε πάντα. Οι φόνοι διαπράττονται με κομψότητα, το σεξ είναι καταναγκαστικά πανταχού παρόν, και όλα ξετυλίγονται σαν μια άσκηση ισορροπίας.
Το δίλημμα «τίποτε» ή «θλίψη» μήπως είναι ψευδοδίλημμα;
Περάσαμε πολύ όμορφα γράφοντας αυτό το κείμενο και συζητώντας κάθε φορά τι μπορεί να συμβεί το επόμενο λεπτό. Αναφέρεσαι σε μια φράση που διατυπώνεται στο τέλος της νουβέλας, ακριβώς στις 7. Και η μεν νουβέλα τελειώνει, αλλά το παιχνίδι μπορεί να συνεχιστεί στο μυαλό του αναγνώστη: τι συμβαίνει στις 7:01; Πρέπει να πούμε ότι αυτή, η τελευταία φράση του κειμένου, είναι του Φόκνερ. Είναι ένα από τα παιχνίδια που διατρέχουν το κείμενο.
Πότε θεωρείτε ότι απογαλακτιστήκατε από τους γονείς;
Η απώλεια των γονιών (στο κείμενο οι ήρωες έχουν χάσει τον πατέρα τους) είναι μια έντονη εμπειρία, όποια κι αν είναι η σχέση μ” αυτούς. Μετά υπάρχουν μόνο αναμνήσεις και απορίες που δεν είχαν διατυπωθεί όσο ζούσαν, υπάρχει μια εικόνα που θολώνει και παγιώνεται με τον καιρό. Τότε έρχεται ένα πλήθος πληροφοριών που φέρνει τους ήρωες της νουβέλας στην ανάγκη απογαλακτισμού, όχι από τους γονείς, αλλά από τις αναμνήσεις τους. Αυτό είναι ακόμη πιο δύσκολο, επειδή πρέπει να δώσουν νέο σχήμα στο παρελθόν.
Αφήστε και καμιά χαραμάδα αισιοδοξίας!
Μια πράξη αισιοδοξίας ήταν η έκδοση του περιοδικού «Μuzine» πριν μερικά χρόνια από τον Νεκτάριο Λαμπρόπουλο, ο οποίος τώρα με τις εκδόσεις «Χαραμάδα» εκδίδει βιβλία όπως το δικό μας. Μια χειρονομία αντίθετη από πολλές απόψεις προς το κυρίαρχο εκδοτικό ρεύμα.
Τι απέγινε το Κέντρο Ερευνών για τον Προσδιορισμό της Ευτυχίας;
Όλα πια ονομάζονται τέχνη. Θα μπορούσε να γραφτεί και μια νουβέλα για μια κοινωνία που μαστίζεται από τέχνη. Το ζητούμενο όμως δεν είναι να ονομάσεις ό,τι κάνεις τέχνη, το ζητούμενο είναι να βάλεις τα χαρακτηριστικά της τέχνης, τη φαντασία, την ελευθερία, την αναλογία κτλ. σε ό,τι κάνεις. Το Κέντρο Ερευνών για τον Προσδιορισμό της Ευτυχίας ήταν μια απόπειρα εξόδου από τον κόσμο της τέχνης, χωρίς να εγκαταλείπονται τα χαρακτηριστικά της. Απέναντι σ” αυτό το ασαφές, όπως διαμορφώνεται τις τελευταίες δεκαετίες, τοπίο της τέχνης μετακινηθήκαμε στην Ευτυχία, μία ακόμη λέξη χωρίς προκαθορισμένο περιεχόμενο. Μήπως δεν αισθάνεσαι ευτυχισμένος διαβάζοντας μια νουβέλα για μία δυστοπία;
Τι είναι κατά τη γνώμη σας η ευτοπία; Είναι εφικτή;
Η ευτοπία είναι το αντίστοιχο της ευτυχίας σε γενικευμένο επίπεδο. Η ευτυχία μπορεί να αναφέρεται σε άτομα ή μικρές ομάδες, όπως π.χ. μια οικογένεια, ενώ η ευτοπία σε κοινωνίες ή κοινότητες. Κατά τ” άλλα, όπως και η ευτυχία, είναι μία ακόμη λέξη χωρίς προκαθορισμένο περιεχόμενο. Η έλλειψη ακριβούς περιεχομένου δίνει πλαστικότητα στις ευτοπίες, κάνοντάς τες εφικτές στις μυθιστορίες και τις προφητείες. Οι μυθιστορίες συνήθως δεν είναι επικίνδυνες, αν και ο Πλάτωνας θα το έτρωγε το κεφάλι του με τις συναναστροφές που είχε στη Σικελία, και ο (Θωμάς) Μορ, πάλι, δεν είχε καλό τέλος… Αντίθετα οι προφητείες γεννούν επαναστάτες. Εμείς δεν είμαστε θρησκευόμενοι. Στο μέτρο των δυνάμεών μας προσπαθούμε για «ευτοπίες τσέπης», καταστάσεις μικρών διαστάσεων, μικρής διάρκειας, όπου η ισότητα, η ελευθερία, η δημιουργικότητα μπορούν να ανθίσουν πριν ο ρεαλισμός τις πάρει και τις σηκώσει.