«Είμαι μοναδικός», μου φαίνεται αυτό το λουλούδι να φωνάζει. Μοναδικό και όμορφο. Βγάζει απέξω τον εγώ του, επιδεικνύεται. Και δεν έχει πολύ άδικο. Είναι όμορφο και ξεχωριστό, τουλάχιστον έτσι όπως φαίνεται σε αυτή τη φωτογραφία. Σε αυτή την «πραγματικότητα» που έχει κατασκευαστεί με αυτό τον τρόπο και προσφέρεται στο θεατή να τη διαβάσει, μετά να την επεξεργαστεί και να ανασκευάσει τη δική του «πραγματικότητα».
«Δηλαδή, τι θέλεις να πεις, δεν είμαι αυτό που φαίνεται;», μου δίνει την εντύπωση ότι με ρωτάει. Όχι, άλλο είσαι και άλλο φαίνεσαι. Αν και δεν υπάρχει αυτό που θα ήθελες, η αντικειμενική πραγματικότητα. Αυτό δεν υφίσταται και ούτε μπορεί να υπάρξει ποτέ. Αυτό που είδα εγώ και έτσι όπως ήθελα να σε κατασκευάσω, είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό που θα δει ένας άλλος, από την ίδια οπτική γωνιά, την ίδια ώρα της ημέρας, ακόμα και με τον ίδιο φακό. Οι «πραγματικότητες» είναι άπειρες, αυτό να το ξέρεις.
Θα ήθελα επίσης να σου πω ότι αυτή η υποκειμενική αντίληψη ή η σύλληψη της «πραγματικότητας» δίνει την ομορφιά στη θέασή σου. Έχοντας από μία πόζα άπειρες απεικονίσεις, μία ατέλειωτη σειρά από φωτογραφίες, του ίδιου ή διαφορετικών ανθρώπων, έχεις άπειρες αναγνώσεις του σώματός σου. Το σώμα σου, ως κείμενο, δημιουργεί μία κειμενόσφαιρα, ένα δικό του σύμπαν, με το οποίο οι αναγνώστες του καλούνται να αντιδράσουν, να ταυτιστούν, να το απορρίψουν, να θέλουν να το αλλάξουν σε ένα ή σε περισσότερα σημεία. Τελικά, να ασχοληθούν.
Όταν ασχοληθούν με αυτό το κείμενο θα σε δουν και θα σε μελετήσουν. Θα είσαι πλέον ο μοναδικός για αυτούς, αυτές τις στιγμές. Ακόμη περισσότερο, αν αυτά τα κείμενα που έρχονται από αυτές τις αντιδράσεις, είτε είναι εικόνες είτε γραπτός είτε προφορικός λόγος, σε διατηρούν στην αιωνιότητα. Ακόμα και όταν εσύ δε θα υπάρχεις το σώμα σου ως κείμενο θα υπάρχει και θα σε θυμίζει, θα σε ανασταίνει κάθε στιγμή που θα μνημονεύεσαι. Ουσιαστικά θα ζεις για πάντα μέσα ση μνήμη, στην Ιστορία. Για αυτό να είσαι χαρούμενος και ευτυχισμένος. Δέξου αυτά τα δώρα της αλληλεπίδρασης.
Ξέρω, θα μου πεις ότι αν εσύ δε θα υπάρχεις πλέον τι να κάνεις την αιώνια μνήμη σου; Σκέψου όμως ότι αυτό θα είναι το δώρο σου σε αυτό το μέρος της κοινωνίας που είναι άγραφο και ανείπωτο. Βρίσκεται στο ασυνείδητο και είναι έτοιμο να ανασυρθεί στο συνειδητό για να προτείνει μία παραστατική εικόνα. Σκέψου, ακόμη, ότι αυτή η εικόνα δημιουργεί μία άλλη σειρά από εικόνες που ούτε εσύ ούτε κανένας μπορεί να προβλέψει ότι θα υπάρχουν. Να έχεις στο μυαλό σου ότι αυτή η διαδικασία ολοκληρώνεται με τυχαίο και συγκεκριμένο τρόπο, συγχρόνως. Ο συνδυασμός αυτών των δυο δίνει τη μοναδικότητα στο αποτέλεσμά της.
Θα μου πεις: Πως μπορεί να είναι τυχαίο και συγκεκριμένο συγχρόνως; Θα σου δώσω μία απάντηση, με την ελπίδα να σε ικανοποιήσει. Όπως δημιουργείται ένα κύτταρο στην οργανική ύλη, από δύο ενώσεις και με τη διαμεσολάβηση μιας άλλης, από το DNA και το RNA με τη μεταφορά του transRNA, έτσι δημιουργείται από δύο αφηγηματικά κομμάτια, μέσω ενός στοιχείου του ασυνειδήτου, ένα άλλο αφηγηματικό κομμάτι, πλέον στο συνειδητό. Το τελικό προϊόν δεν έχει καμία σχέση με αυτά που το παρήγαγαν, όπως γίνεται στις χημικές ενώσεις. Όμως μία από τις πολλές ακμές του DNA ενώνεται με μία άλλη από τις πολλές του RNA. Για να καθορισθεί ποια θα ενωθεί με ποια, υπάρχει ο νόμος της ενέργειας που το καθορίζει. Όμως οι επιλογές είναι πολλές. Όσον αφορά σε αυτό το νόμο της ενέργειας θα βρούμε το συγκεκριμένο τρόπο αυτής της διαδικασίας. Στην επιλογή όμως της μιας, από τις δεκάδες διαθέσιμες, θα ανακαλύψουμε το νόμο του τυχαίου, του παιχνιδιού των ζαριών, που η θεωρητική φυσική και χημεία το δέχονται στη κβαντική θεωρία.
Άρα, αυτό το προσδιορισμένο και συγχρόνως απροσδιόριστο, τόσο στη φύση όσο και στην παράστασή της, στην αφήγηση, είναι αυτό που δίνει την ομορφιά της ποικιλότητας, που σπάει τη μονοτονία των μαθηματικών, όταν δεν σκεφτόμαστε το φανταστικό αριθμό. Είναι αυτό, θέλω να σου πω, που σε κάνει μοναδικό. Που σε διατηρεί σε μία μοναδικότητα. Τελικά που σου δίνει επιλογές, μπορείς να διαλέξεις ποιος είσαι εσύ και, αν θέλεις, μπορείς να το αιτιολογήσεις ή να δώσεις μία μερική εξήγηση στους άλλους ή στον εαυτό σου μόνο. Μη δυσαρεστείσαι, λοιπόν, με αυτή την πολυσημεία, με αυτές τις άπειρες πιθανότητες αφηγήσεων.
Αυτό που είδα εγώ με αυτό που υπάρχει «πραγματικά» έχει μία απόσταση. Είναι όμως μία πρόταση της δικής μου θέασης, με άλλα λόγια, το δώρο μου προς εσένα. Θα ήθελα να το δεχτείς για να το κάνεις μετά ότι θέλεις. Τώρα ίσως καταλαβαίνεις ότι αυτή η διαδικασία είναι βαθιά δημοκρατική -μέσα από τη συμμετοχή και των δύο- και πολύ παραγωγική -αφού δημιουργεί μία άλλη άποψη της ζωής-. Ακόμη, βλέπω ότι το καταλαβαίνεις, είσαι στο κέντρο του ενδιαφέροντος και αυτό σε ευχαριστεί περισσότερο. Βγάζει από μέσα το ναρκισσισμό σου και το μεταφέρει σε εμένα. Ο δικός σου είναι αυτός του μοντέλου, ο δικός μου αυτός του συνδημιουργού. Σκέψου όμως τι θα κάναμε χωρίς αυτόν το ναρκισσισμό;
Να σου πω τι σκέφτομαι. Αυτός ο ναρκισσισμός είναι αυτός που μας διευκολύνει να ολοκληρωθεί η διαδικασία της γνώσης, μέσω της απόλαυσης που δημιουργεί στο να κάνει δικά μας, σε ένα μέρος του ψυχισμού μας, αυτά που δεν είναι δικά μας. Βέβαια θέλει μέτρο, για να μη γίνει μία αφορμισμένη ψυχική κατάσταση. Ελπίζω να το βρούμε, εσύ και εγώ. Το ξέρω ότι σε ζάλισα με την πολυλογία μου, αλλά το θέμα που έθιξες ήταν μεγάλο. Πήγαινες γυρεύοντας! Όμως διακρίνω μέσα σου μία χαρά. Νομίζω ότι έρχεται από την ανακάλυψη καινούργιων θεμάτων, νέων στοιχείων που, μάλλον, σου ανοίγουν νέους ορίζοντες ή διευρύνουν τους ήδη υπάρχοντες.
Η δική μου χαρά είναι που σε βοήθησα, μεγαλύτερη χαρά είναι που εσύ επικοινώνησες μαζί μου. Βάλαμε φίλε το λίθο της επικοινωνίας που μπορεί να είναι η αρχή ενός άλλους εποικοδομήματος, μπορεί και όχι. Η ευχαρίστησή μου είναι ότι μία φωτογραφία που είδες σε έβαλε σε αυτή τη διαδικασία και με ώθησε να επικοινωνήσω μαζί σου, να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου, να δω αν αυτό που έκανα έχει ανταπόκριση σε κάποιον ή είναι νεκρό γράμμα σε έναν κόσμο γεμάτο λέξεις και εικόνες.
Ελπίζω να μην σε περιόρισα με τις φλου εικόνες που δημιούργησα, αλλά αυτή είναι μία άλλη κουβέντα που δε θα ήθελα να την κάναμε τώρα. Ας την αφήσουμε ανοιχτή για μία άλλη φορά που θα συναντηθούμε, να προσπαθήσουμε να την ολοκληρώσουμε τότε, αν βέβαια, δε θα μου κρατάς κακία. Ας αφήσουμε το χρόνο να αποφασίσει για εμάς τους δύο.
Του έριξα μία τελευταία ματιά, είδα ξανά τη φωτογραφία και έφυγα. Ο φωτογράφος και το μοντέλο του, ένα δίπολο στο οποίο χωρούν τα πάντα, μία σχέση που διατηρείται και αλλάζει συνέχεια, ένας διάλογος-μονόλογος που δημιουργεί εκφράσεις και νέες σκέψεις. Μία φωτογραφία.
Φωτογραφία-κείμενο: Γιάννης Φραγκούλης