Σούνε Ρόουζ Βάγκνερ
Κάποιοι άνθρωποι θα βιώσουν καθαρτήριες εμπειρίες-εγώ όχι
Οι Raveonettesθα μπορούσαν να έχουν καταντήσει απόλυτα βαρετοί με όλη αυτή τη μίξη κλασικού garage, ’50’sκαι ’60’s pop και rockabilly. Ευτυχώς τους έχει κόψει και την ντύνουν με μπόλικο θόρυβο, σε σημείο που να μπορείς και να χαρακτηρίσεις τον ήχο τους ως “noise pop”.Οπότε μπορούμε να πούμε ότι το συναυλιακό ποδαρικό του 2015 ήταν τουλάχιστον ενδιαφέρον, με τη συναυλία των Raveonettesτον Ιανουάριο στο Principal. Ο λόγος στον Σούνε Ρόουζ Βάγκνερ:
Η μουσική σας έχει γενικά μια κινηματογραφική αίσθηση. Θα σας ενδιέφερε να γράψετε ένα soundtrack; Υπάρχουν κάποια soundtrackπου να τα αγαπάτε πολύ;
Αυτόν τον καιρό γράφω τη μουσική για μια μεγάλη δανέζικη ταινία. Τα τρία αγαπημένα μου sound track είναι τα “Ανήλικα καθάρματα” του Bill Conti (εξαιρετικό θέμα, πολύ 80’sαλλά με το σωστό τρόπο), ο «Δεσμώτης του Ιλίγγου» του Bernard Herrmann (το καλύτερο soundtrackόλων των εποχών, δεν το συζητώ καν) και το “Twin Peaks”του Angelo Badalamenti, ένα άλλο εξαιρετικό μουσικό θέμα.
Κάπου διάβασα ότι κατάφερες να κάνεις τον RobertSmith να «παραδεχτεί ότι το «Justlike Heaven» είναι το καλύτερο τραγούδι που γράφηκε ποτέ». Πώς το κατάφερες αυτό;
Με πολλή σαμπάνια και κάνα δυο ώρες συνεχούς προσπάθειας. Ήταν στο Λονδίνο μετά από μια συναυλία μας.
Πώς λειτουργεί η δημιουργική διαδικασία ανάμεσα σε εσένα και τη Σαρίν Φου και πώς ξεπερνάτε τυχόν διαφωνίες σας;
Εγώ ασχολούμαι αποκλειστικά με το κομμάτι της συγγραφής των τραγουδιών, οπότε τα πράγματα παραμένουν πολύ απλά.
Όταν γράφεις τα τραγούδια, έχεις στο μυαλό σου το ποιος θα κάνει τα φωνητικά; Ή το αποφασίζετε στο στούντιο κατά την ηχογράφηση;
Πραγματικά εξαρτάται από το πώς πρέπει να τραγουδηθεί το τραγούδι, όσον αφορά την ερμηνεία. Συνήθως εγώ κάνω τα τραγούδια που χρειάζονται συγκεκριμένο και ειδικό τρόπο ερμηνείας, όπως το “Killer In the Streets”, το “Gone Forever”, το “Heart break Stroll” κλπ, και τα άλλα τραγούδια τα τραγουδάμε και οι δυο μας.
Πάντα μου άρεσε πολύ το «The beat dies» και οι στίχοι «The first love you can’t escape/ The second love feels like rape». Καμιά ιδιαίτερη ιστορία πίσω από αυτό το τραγούδι;
Ήμουν σε μια πολύ ζόρικη σχέση όταν το έγραψα και τότε μάλιστα έπινα συνέχεια και πολύ απλά και μόνο για να μεθάω. Οπότε δεν είμαι ακριβός σίγουρος από πού μου ήρθε το κομμάτι, αλλά το αγαπώ πολύ.
Είχατε δηλώσει ότι το “Observer” θα ήταν το τελευταίο άλμπουμ σας. Τι σας έκανε να αλλάξετε γνώμη;
Έγραψα πολλά καλά τραγούδια για να μην τα κυκλοφορήσω, χαχα!
Με δεδομένο το ότι για εσάς η λογοτεχνία, η τέχνη και ο κινηματογράφος αποτελούν για εσάς μεγαλύτερη έμπνευση από τη μουσική, μπορείτε να αναφέρετε μια ταινία, ένας έργο τέχνης και ένα βιβλίο που έπαιξαν ρόλο στη δημιουργία του «Pe’ahi»;
Η ταινία θα ήταν το “RidingGiants” (σ.σ. ντοκιμαντέρ του Stacy Peralta, με θέμα την ιστορία τριών γενιών πρωτοπόρων του surfing από τη δεκαετία του ‘50 έως σήμερα), η ταινία θα ήταν το φωτογραφικό πρότζεκτ “BrooklynGang” του BruceDavidson από το 1959 (σ.σ. για περισσότερα, μπορείτε να τσεκάρετε την ιστοσελίδα www.magnumphotos.com) και το βιβλίο θα ήταν κάτι σχετικό με το surfing.
Από όσο ξέρω, η έλλειψη προώθησης του «Pe’ahi» ήταν ηθελημένη. Πόσο εύκολη ήταν αυτή η επιλογή εν μέσω του ληκαρίσματος κάθε είδους πληροφοριών στο διαδίκτυο και στα socialmedia;
Πολύ εύκολο. Απλά δεν θέλαμε να μιλάμε για το άλμπουμ μέχρι αυτό να κυκλοφορήσει.
Το άλμπουμ έχει δύσκολη θεματολογία: τον θάνατο ενός γονιού και την απιστία. Τελικά, η Τέχνη μπορεί όντως να κλείσει πληγές και να σε βοηθήσει να ξεπεράσεις δύσκολες στιγμές της ζωής σου;
Σίγουρα κάποιοι άνθρωποι θα βιώσουν καθαρτήριες εμπειρίες. Εγώ πάντως δεν βίωσα κάτι τέτοιο.
Τι να περιμένουμε από τις επερχόμενες εμφανίσεις σας στην Ελλάδα;
A hell of a show! Σ’ ευχαριστώ.
Μαριάννα Βασιλείου