Η ΤΕΧΝΗ ΤΩΝ ΓΚΡΑΦΙΤΙ

μία πρώτη διερεύνηση

Ο δημόσιος χώρος πως θα μπορούσε άραγε να γίνει κάπως ατομικός; Γιατί, άραγε, χρειαζόμαστε τον ατομικό μας χώρο; Ο άνθρωπος προσπαθεί να κατανοήσει τις προσλαμβάνουσες στην κοινωνία και, βάσει αυτών, να καταλάβει τα στοιχεία της ταυτότητάς του, να δομήσει το χαρακτήρα του. Ο δημόσιος χώρος, λοιπόν, θα πρέπει να γίνει πιο οικείος του, να γίνει δικός του, όσο πιο πολύ γίνεται, να έχει και δικά του στοιχεία.

Εκτός από τις καταστροφικές παρεμβάσεις του ανθρώπου στον περιβάλλοντά του χώρο, γκρεμίσματα, εκτινάξεις, κτήρια χωρίς συντήρηση, ένα σημαντικό μέρος των παρεμβάσεων του είναι η προσωπική σφραγίδα του ανθρώπου, η στάμπα που αφήνει σε έναν τοίχο, αυτό που λέμε γράφιτι. Στην ελληνική γλώσσα χρησιμοποιείται συνήθως τονιζόμενο στην προπαραλήγουσα «γκράφιτι» ή σπανιότερα στην παραλήγουσα «γκραφίτι». Η ξένη λέξη «graffiti» είναι στον πληθυντικό, ενώ στον ενικό γίνεται «graffito». Στην ελληνική γλώσσα είναι συνηθέστερη η χρήση του γκράφιτι και στον ενικό και στον πληθυντικό -άκλιτο ως ξένη λέξη. Μία λιγότερο συνηθισμένη ορθογραφία είναι η ελληνοποιημένη μορφή «γράφιτη», «γκράφιτο» ή άτονο: «γραφιτι», «γκραφιτο». Οι ελληνικοί όροι που περιγράφουν εν μέρει το γκράφιτι είναι «τοιχογράφημα», «ακιδογράφημα». Στην αργκό των γκραφιτάδων η πράξη του να κάνεις γκράφιτι λέγεται συνήθως «βάψιμο».

Κάπου σε έναν δρόμο της Αθήνας, ένα ερπετό κατεβαίνει έναν τοίχο (φωτογραφία Γιάννης Φραγκούλης).

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

Οι επιγραφές είναι πολύ παλιές. Από τους ανθρώπους των σπηλαίων, τις επιγραφές σε τάφους, σε όλους τους λαούς, σε όλες τις ιστορικές περιόδους, σε μνημεία, για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης, σε θρησκευτικούς χώρους κ.λπ. Μάλιστα, ένας κλάδος της αρχαιολογίας εξετάζει αποκλειστικά και μόνο τις επιγραφές για να μπορέσει να ανακαλύψει τα κενά της ιστορίας, στοιχεία από τους προς εξέταση πολιτισμούς, τα ανθρωπολογικά στοιχεία που είναι χρήσιμα για να γνωρίζουμε τον τρόπο διαβίωσης των παρελθόντων γενεών, στα πολύ παλιά ή πρόσφατα έτη.

Στον περασμένο αιώνα το γκράφιτι έγινε τέχνη. Μήπως όμως δεν έπαψε ποτέ να θεωρείται τέχνη; Ας θυμηθούμε τις καλλιτεχνικές μελέτες των επιγραφών, από τα σπήλαια στη Γαλλία, του παλαιολιθικού ανθρώπου, μέχρι αυτές τις δεκαετίας του 1940. Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει η δραστηριότητα των γκράφιτι από τη δεκαετία του 1970 και μετά.

Η περίοδος 1971-1974 αναφέρεται ως μία «πρωτοποριακή εποχή», κατά την οποία τα γκράφιτι υποβλήθηκαν ως ένα κύμα στις μορφές και τη δημοτικότητα. Σύντομα, μετά από τη μετανάστευση στη Νέα Υόρκη, το Μπρονξ (Μανχάτταν) παρήγαγε έναν από τους πρώτους καλλιτέχνες γκράφιτι για να κερδίσει την προσοχή των μέσων στη Νέα Υόρκη. Ο TAKI 183 ήταν ένας Ελληνοαμερικάνος από την Ουάσιγκτον που χρησιμοποίησε ένα μίγμα του ονόματός του dimitris, TAKI, και τον αριθμό της οδού του, 183rd ως tag. Λόγω του παράξενου ονόματος και του αριθμού, οι άνθρωποι άρχισαν να παίρνουν το μήνυμα του, γράφοντας στους τοίχους Mary 122, George 21 κ.τ.λ. Αυτό καταγράφηκε σε ένα άρθρο του 1971 στο New York Times με τον τίτλο «Taki 183». Ο TAKI 183 κέντρισε ανταγωνιστικούς καλλιτέχνες και έτσι ο TAKI 183 έγινε ο πρώτος που αναγνωρίστηκε από την κοινωνία έξω από την υποομάδα γκράφιτι.

Μερικά από τα είδη γκράφιτι που παρουσιάζονται σήμερα είναι: Ζωγραφική γκράφιτι, σε εξωτερικούς τοίχους, συνήθως σε τοίχους στους δρόμους, σε τοίχους κτηρίων και κάτω από γέφυρες ή τούνελ. Όταν γίνονται σε ένα προσωπικό χώρο που το βλέπουν ελάχιστοι, δε θεωρείται γκράφιτι. Συνθήματα, ζωγραφική, φαινόμενο προερχόμενο από την Αμερική, διαμαρτυρία, για παράδειγμα στην Βόρεια Ιρλανδία, με τα murals που απαθανατίζουν νεκρούς και θέματα από τις συγκρούσεις με τους Βρετανούς, σε εσωτερικούς τοίχους και επιφάνειες, συνήθως μικρού μεγέθους, π.χ. τουαλέτες, σκοπιές, θρανία, αυτοσχέδια ποιήματα.

Ο κονστρουκτιβισμός εδώ σε έναν τοίχο, σε μία λαϊκή γειτονιά. Σχήματα και γραμμές που συμπιέζουν τα πρόσωπα, (φωτογραφία Γιάννης Φραγκούλης).

Το στένσιλ χρησιμοποιείται συχνά σε πορείες διαμαρτυρίας για «γρήγορα» γκράφιτι. Σε ορισμένες πόλεις του κόσμου υπάρχουν τοίχοι μόνο για γκραφίτι. Κάποιες φορές το γκραφίτι γίνεται κατά επιθυμία του ιδιοκτήτη του κτιρίου, για διακόσμηση, συνήθως με συγκεκριμένη θεματολογία.

Κατά τα όσα συνηθίζονται ανάμεσα στους γκραφιτάδες, υπάρχουν και τοίχοι που είναι μόνο για καλούς γκραφίστες, και οι υπόλοιποι δεν δικαιούνται να κάνουν πάνω στο δικό τους γκραφίτι μία μουτζούρα ή κάποιο άλλο σχέδιο, εκτός αν έχει χαλάσει με το πέρασμα του χρόνου και ειδοποιηθούν ότι θα γίνει άλλο σχέδιο πάνω στο δικό τους.

Αυξημένη δημοτικότητα, ειδικά στην Ευρώπη, έχει αποκτήσει η τεχνική του στένσιλ, όπου το σχέδιο προετοιμάζεται από πριν στο χώρο του γκραφιτά κόβοντας λεπτή λαμαρίνα ή ξύλο, που χρησιμοποιείται σε επαφή με τον τοίχο ψεκάζοντας από πάνω τη μπογιά, αφήνοντας αποτύπωμα μόνο όπου υπάρχει κενό στη λαμαρίνα. Σημαντικός καλλιτέχνης αυτής της τεχνικής είναι ο Βρετανός Banksy.

ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ

Σημαντική καλλιτεχνική δραστηριότητα αναγνωρίζουμε στην Ελλάδα στη δεκαετία του 1980. Τα συνθήματα δίνουν τη θέση τους σε καλλιτεχνικές συνθέσεις, όλο και πιο περίπλοκες, που προκαλούν τον οδοιπόρο να αποκωδικοποιήσει αυτό το εικαστικό μήνυμα. Όταν έγινε η Αθήνα, πρώτα, και η Θεσσαλονίκη, αργότερα, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης τα γκράφιτι έδωσαν ένα άλλο χρώμα σε αυτές τις πόλεις. Κάποιοι τοίχοι έμειναν ως αξιοθέατα, σταμπαρίστηκαν και έμειναν στην καλλιτεχνική ιστορία αυτού του τόπου.

Αποφασιστικότητα στον αγώνα, σε μία εποχή που επαναπροσδιορίζει τους στόχους της νεολαίας, ήταν Δεκέμβρης του 2008, (φωτογραφία Γιάννης Φραγκούλης).

Η καλλιτεχνική σύνθεση λειτουργεί ως ένας τρόπος επικοινωνίας, με πολιτικές, κοινωνικές ή πολιτιστικές προεκτάσεις. Οι περίοδοι πολιτικών ανακατατάξεων είναι οι πιο γόνιμες για τους καλλιτέχνες γκραφιτάδες. Οι πολιτικές αντιθέσεις δίνουν χώρο στη σύνθεση που έχει πολλές φορές μεγάλο βάθος στην ανάγνωση αυτού του κειμένου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν και απλά συνθήματα που είτε δείχνουν μία τάση για έξυπνη κριτική είτε στιγματίζουν πρόσωπα και καταστάσεις είτε είναι σατιρικά και χιουμοριστικά.

Φωτογραφίσαμε κάποια γκράφιτι και σας τα παρουσιάζουμε. Πιστεύουμε ότι έχουν αξία διαχρονική και για αυτό τα δείχνουμε για να μείνουν σαν ένας προβληματισμός. Μπορεί να μην υπάρχουν στο τοίχο που τα έγραψε κάποιος, αλλά ο φωτογραφικός φακός τα παρουσιάζει και αφήνει να ανοιχτεί ένα κείμενο που θα είναι ένας διάλογος είτε εσωτερικός είτε μεταξύ μας μέσα στην κοινωνία.

Θα παρουσιάσουμε και άλλα γκράφιτι γιατί πιστεύουμε ότι αυτή η τέχνη έχει ένα προσόν σχετικά με τις άλλες: έχει την αμεσότητα του θεατή που είναι είτε ένας διαβάτης είτε ένας περαστικός είτε ένας περιηγητής. Σε κάθε περίπτωση το γκράφιτι είναι το ερέθισμα για να σκεφτούμε εμάς στην κοινωνία ή την ίδια την κοινωνία σε αντιπαράθεση με το εγώ μας.

Κείμενο-φωτογραφίες: Γιάννης Φραγκούλης



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960, όπου τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο. Σπούδασε χημεία στον Καναδά, στο Μόντρεαλ (Quebec), στο Μόνκτον (New Brunswick) και στην Ορλεάνη (Γαλλία). Το 1989 σπούδασε φωτογραφία στην ΑΚΤΟ, στην Αθήνα. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, με το Δημήτρη Τσατσούλη (φωτογραφίας, λογοτεχνίας και θεάτρου), στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος, και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), στο οποίο ήταν Πρόεδρος για δύο θητείες. Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου στην Ένωση Τεχνικών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΤΕΚΤ), στο «Μικρό», στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο Μουσείο Κινηματογράφου, στο Μικρό Πολυτεχνείο, στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου, στο δικό του χώρο και σε συνεργασία με τη filmfabrik Productions, στη Θεσσαλονίκη, όπου διδάσκει κινηματογράφο μέχρι σήμερα στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι Fabula, το οποίο διευθύνει. Συμμετείχε στο στρογγυλό τραπέζι της FIPRESCI, στην Κωνσταντινούπολη και στη Φιλιππούπολη με θέμα τον βαλκανικό κινηματογράφο. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και σε Φεστιβάλ, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποία ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Performance). Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στην οποία ήταν υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος, στην Αθηναϊκή, στη Νίκη, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στη Σύγχρονη Εκπαίδευση, στον κατάλογο του Φεστιβάλ της Λάρισας, στη Γραφή, στο Κ.ΛΠ., στο Ριζοσπάστη και στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», στο οποίο ήταν διευθυντής σύνταξης, το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», στο οποίο ήταν διευθυντής, το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε, μαζί με τον Κώστα Σταματόπουλο, την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV, από το 2008 έως το 2009. Ήταν υπεύθυνος για τους διαδικτυακούς τόπους www.cinemainfo.gr και www.theaterinfo.gr. Ίδρυσε και διεύθυνε το greeceactuality.wordpress.com. και τώρα διευθύνει και αρθρογραφεί στα www.filmandtheater.gr και www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών (σειρά νεανική Βιβλιοθήκη) και «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου και την Εβδομάδα Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το 2002, ως μέλος της Π.Ε.Κ.Κ. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανοράματος Νέων Δημιουργών, στο Ε.Κ.Θ., στη Θεσσαλονίκη, και ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται πλέον στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας». ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ «Μέσα από τις βιτρίνες», 8΄, 2009, σκηνοθεσία «Nafasz», 7΄, 2009, σκηνοθεσία «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας», 50΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Στιγμή απολιθωμένη», 31΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Η τελευταία λατέρνα», 6΄, 2010, σεναριακή επιμέλεια «Το κλειδί της επιστροφής», 13΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Το συρματόπλεγμα», 19΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Στο Τσινάρι», 7΄, 2017, σκηνοθεσία «Sotos, ζωγράφος αει…πράγμων», 2020, 97΄, σκηνοθεσία-φωτογραφία ΒΙΒΛΙΑ «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», του Jean Mitry, μετάφραση, εκδ. Entracte και Σύγχρονη Εκπαίδευση, Αθήνα, 2001 «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, Αθήνα, 2004 «Κώστας Φέρρης», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 2004 «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006


Copyritght 2022 Thessalonikinfo / All rights reserved