Πέτρος Βούβαρης

ΠΕΤΡΟΣ ΒΟΥΒΑΡΗΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΑΚΟΥΕΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΑ

Ο Πέτρος Βούβαρης συζητά με την Εύα Μαρά

Ο λόγος για τον εγνωσμένου κύρους Αναπληρωτή Καθηγητή στη Μορφολογία και Ανάλυση της Μουσικής στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας ή αλλιώς το χαρισματικό μουσικό-μουσικολόγο-ερευνητή και δάσκαλο μουσικής Πέτρο Βούβαρη, μέλος της Συντακτικής Ομάδας του ηλεκτρονικού περιοδικού Mousikos Logos για τον οποίο η μουσική είναι όχι απλός καθρέπτης της κοινωνίας και του πολιτισμού, αλλά συνδιαμορφωτής τους. Για τον Πέτρο Βούβαρη η μουσική αποτελεί μια ιδέα που σου επιτρέπει να δημιουργείς ένα ολοκαίνουργιο ταξίδι, στο οποίο μπορείς να δραπετεύεις και να επαναπροσδιορίζεσαι, να χάνεις τον εαυτό σου για να ανακαλύπτεις έναν άλλον νέο μεγεθυμένο και ευθυγραμμισμένο με τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενα της, κάτι που του ασκεί αδιάλειπτη γοητεία. Οι δε προσωπικές καλλιτεχνικές του αναζητήσεις κατευθύνονται στη διασταύρωση της επιστημονικής έρευνας και της καλλιτεχνικής πράξης, ενώ σε επίπεδο ακαδημαϊκής διδασκαλίας οραματίζεται να συνεισφέρει στην εκπαίδευση μιας νέας γενιάς μουσικών που θα μπορούν να υπηρετήσουν την τέχνη τους ως ενημερωμένη διαίσθηση και όχι ως ωμή παρόρμηση.

Πέτρος Βούβαρης: Το ερέθισμα

Ποιο αποτελεί το ερέθισμα-έναυσμα που σας ώθησε στην ενασχόλησή σας με τη μουσική επιστήμη;

Κατά τη διάρκεια των πανεπιστημιακών σπουδών μου πιάνου στις ΗΠΑ, είχα την ευκαιρία να έρθω σε επαφή με τη διδασκαλία και το επιστημονικό έργο πολύ σημαντικών μελετητών από τον χώρο της μουσικολογίας και της θεωρίας της μουσικής. Το έργο αυτό αποτέλεσε για εμένα αποκάλυψη σε σχέση τόσο με την ποικιλομορφία των τρόπων δομικής οργάνωσης της μουσικής όσο και με το συμβολικό φορτίο που μπορεί να αποκτήσει η μουσική μέσα από τη διαλογική της σχέση με το πολιτισμικό και κοινωνικοπολιτικό συγκείμενο της δημιουργίας και της πρόσληψής της. Η αποκάλυψη αυτή ήταν που με ώθησε να προσανατολίσω τις σπουδές μου προς μια κατεύθυνση που θα μου επέτρεπε να διασταυρώσω τις μουσικές μου διαισθήσεις ως μουσικού εκτελεστή και δασκάλου πιάνου με ιδέες και εργαλεία από το πεδίο της ανάλυσης και της ερμηνευτικής της μουσικής.

Πέτρος Βούβαρης: Η πρώτη επαφή

Πότε χρονικά προσδιορίζεται η πρώτη σας επαφή-συνάντηση και η σύνδεσή σας με τη μουσική;

Η πρώτη ουσιαστική σύνδεσή μου με τη μουσική ήρθε σχετικά αργά, στην ηλικία των εννέα ετών, όταν, σε ένα οικογενειακό ταξίδι στο Αίγιο, διαπίστωσα ότι μια πολύ αγαπημένη μου ξαδέρφη είχε αγοράσει πιάνο! Ακούγοντάς την να παίζει (προφανώς κάτι απλό που, ωστόσο, στα δικά μου αυτιά ακουγόταν σαν αριστούργημα), με γοήτευσε ο ήχος, αλλά πιο πολύ κάτι άλλο που σήμερα πια μπορώ να βάλω σε λόγια: η ιδέα του να δημιουργεί κανείς έναν ολοκαίνουριο κόσμο, στον οποίο να δραπετεύσει και να επανεφεύρει τον εαυτό του. Περιττό να πω ότι, σε όλη την υπόλοιπη επίσκεψή μας στο Αίγιο, ήμουν διαρκώς στο πιάνο, «γρατζουνώντας» τα πλήκτρα. Μετά την επιστροφή μας στη Θεσσαλονίκη, ο πάντα υποστηρικτικός πατέρας μου φρόντισε η νέα μου «μανία» να έχει συνέχεια…

Ποια η γοητεία του ταξιδιού σας στην τέχνη της μουσικής;

Μολονότι ο πραγματισμός της επαγγελματικής ενασχόλησης με τη μουσική εκ των πραγμάτων «γειώνει», σε κάποιον βαθμό, τα παιδικά μας όνειρα και τις παιδικές μας αντιλήψεις, η ιδέα που περιέγραψα παραπάνω συνεχίζει να λειτουργεί για εμένα ως βασικός μοχλός της διαρκούς εμπλοκής μου στη μελέτη της μουσικής. Η διαπίστωση ότι, «μπαίνοντας» στη μουσική (οποιαδήποτε μουσική) είτε ως ακροατής, είτε ως εκτελεστής, χάνεις τον εαυτό σου για να ανακαλύψεις έναν άλλον εαυτό, «μεγεθυμένο» και ευθυγραμμισμένο με τα σημαίνοντα και τα σημαινόμενά της, συνεχίζει να μου ασκεί την ίδια γοητεία που ασκούσε στον εννιάχρονο εαυτό μου.

Πέτρος Βούβαρης

Πέτρος Βούβαρης: Οι επιρροές

Με την ιδιότητά σας ως καθηγητής στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, ποια ιστορική περίοδο της μουσικής, εκτιμάτε, ότι επηρέασε-επέδρασε περισσότερο στην εξέλιξή της τα μετέπειτα χρόνια και για ποιον ιδιαίτερο λόγο;

Κάθε εποχή είχε να προσφέρει κάτι στη διαρκή αναδιαπραγμάτευση τόσο της μουσικοσυνθετικής πρακτικής όσο και του ρυθμιστικού πλαισίου πρόσληψης της μουσικής. Αν έπρεπε να ξεχωρίσω μια ιστορική περίοδο, θα επέλεγα τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα, όταν, με βασικό πυρήνα την έδρα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αλλάζει ουσιαστικά το ρυθμιστικό πλαίσιο της πρόσληψης της έντεχνης οργανικής μουσικής. Ο κόσμος που καταναλώνει αυτού του είδους τη μουσική -με βασικό μοχλό τη διατρανωμένη αστική τάξη- αρχίζει να ακούει «αφηγηματικά», σαν να παρακολουθεί την εκδίπλωση μιας ιστορίας. Αυτός ο αφηγηματικός τρόπος ακρόασης πυροδότησε μια σειρά δραστικών αλλαγών τόσο στη μουσικοσυνθετική πρακτική όσο και στο ρυθμιστικό πλαίσιο ακρόασης και νοηματοδότησης της οργανικής μουσικής. Οι αλλαγές αυτές θα παίξουν στη συνέχεια αποφασιστικό ρόλο στους ποικίλους τρόπους με τους οποίους, κατά τον 19ο αιώνα, η μουσική θα επιφορτιστεί με ένα πρωτόγνωρο συμβολικό βάρος και θα «κληθεί» να υπηρετήσει πολιτισμικές και κοινωνικοπολιτικές ιδέες, συμμετέχοντας ενεργητικά παρά αντανακλώντας παθητικά τις διεργασίες αναδιαμόρφωσης μιας νέας πραγματικότητας.

Πέτρος Βούβαρης: Ο Κ.Ω.Θ.

Πώς αξιολογείτε την απήχηση-ανταπόκριση που έχουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα 65+ του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης (Κ.Ω.Θ.) στην κατανόηση και αντίληψη των μαθητών όσον αφορά την Ιστορία της Μουσικής;

Με εξέπληξε ευχάριστα η τόσο θετική ανταπόκριση που είχαν τα εκπαιδευτικά προγράμματα 65+ του Κ.Ω.Θ. Με μεγάλη χαρά διαπίστωσα ότι υπάρχει μια κρίσιμη ομάδα πληθυσμού εκτός της κοινότητας των επαγγελματιών μουσικών και μουσικολόγων που δείχνει αυθεντικό ενδιαφέρον για την έντεχνη μουσική και ιστορικό και πολιτισμικό της συγκείμενο. Κατά τη διάρκεια των δικών μου διαλέξεων, δέχτηκα πολύ εύστοχες ερωτήσεις που καταμαρτυρούν τη ζωηρή επιθυμία του κοινού να εμπλακεί ενεργητικά με την ιστορία της μουσικής και να «μουσικο-λογήσει». Ήταν ειλικρινά μεγάλη χαρά για εμένα να έχω αυτήν την ευκαιρία!

Πώς γεννήθηκε η όπερα και ποια η συμβολή-σπουδαιότητά της στην ιστορία της μουσικής;

Ως πρώτη απόπειρα δημιουργίας όπερας τεκμαίρεται η (πλέον χαμένη) «Dafne» σε μουσική Jacopo Peri και λιμπρέτο Ottavio Rinuccini στην Φλωρεντία στα τέλη του 16ου αιώνα. Ο Peri και ο Rinuccini ήταν μέλη της  Camerata de’ Bardi ή Camerata Florentina, μιας ομάδας ουμανιστών, μουσικών, ποιητών και διανοούμενων με μεγάλο ενδιαφέρον για την προσωδία της αρχαιοελληνικής γλώσσας και την εκφορά του λόγου στο αρχαιοελληνικό δράμα.  Το ενδιαφέρον αυτό διοχετεύτηκε στη διαμόρφωση αυτού που σήμερα είναι γνωστό ως stile recitativo, ένα είδος εμμελούς απαγγελίας που τα μέλη της φλωρεντινής Camerata θεωρούσαν ότι προσιδίαζε στον τρόπο εκφοράς του λόγου στο αρχαιοελληνικό δράμα. Η πρώτη σωζόμενη όπερα (σε μουσική Jacopo Peri και Giulio Caccini, και libretto Ottavio Rinuccini) είναι η «Euridice», η οποία έκανε την πρεμιέρα της στις 6/10/1600 στο Palazzo Pitti της Φλωρεντίας με αφορμή τους γάμους του βασιλιά της Γαλλίας Henri IV και της Maria de Medici. Από εκεί και πέρα, η όπερα υποβλήθηκε σε επάλληλες μεταμορφώσεις -άλλοτε απομακρυνόμενη από το ιδεώδες του συσχετισμού της με το αρχαιοελληνικό δράμα και άλλοτε επαναπροσεγγίζοντάς το-, διατηρώντας και μεγιστοποιώντας, ωστόσο, το πολιτισμικό της κεφάλαιο ως το ανώτερο είδος καλλιτεχνικής έκφρασης σε τέτοιον βαθμό ώστε να επηρεάσει το ρυθμιστικό πλαίσιο της πρόσληψης ακόμη και της οργανικής μουσικής.

Πέτρος Βούβαρης

Πέτρος Βούβαρης: Ο ακροατής

Πώς κρίνετε το επίπεδο του μέσου Έλληνα όσον αφορά στην γνώση, καθώς και την κατανόηση της σημαντικότητας της μουσικής εν συγκρίσει με τους άλλους λαούς σε παγκόσμια κλίμακα;

Θεωρώ ότι, πέρα από τα στεγανά που διαχωρίζουν τις διάφορες μουσικές παραδόσεις, η αναγνώριση του εκτοπίσματος της μουσικής στην προσωπική και συλλογική ύπαρξη των ανθρώπων είναι μάλλον δεδομένη για όλους τους λαούς του κόσμου. Ωστόσο, μολονότι οποιαδήποτε γενίκευση ενέχει τον κίνδυνο ισοπεδωτικής υπεραπλούστευσης, θα μπορούσα να πω ότι πολύς κόσμος φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται τον αντίκτυπο της μουσικής πέρα από το θυμικό επίπεδο των συναισθηματικών του αποκρίσεων σε αυτήν.

Η προσωπική μου εμπειρία έχει δείξει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι (μουσικοί και μη) αναγνωρίζουν στη μουσική τη δυνατότητα να «απηχεί» ή να «αντανακλά» μια κοινωνία ή έναν πολιτισμό, ενώ στην πραγματικότητα η ιστορία μας καταδεικνύει ότι η μουσική συμμετέχει ενεργητικά στη συνδιαμόρφωση αυτής της κοινωνίας ή αυτού του πολιτισμού.

Ειδικά σε σχέση με την έντεχνη μουσική, το γεγονός ότι έχει συχνά στιγματιστεί -όχι πάντα αδικαιολόγητα- ως ένα είδος ελίτ κουλτούρας την έχει απωθήσει, σε μεγάλο βαθμό, από την εμβέλεια των μουσικών προτιμήσεων του κόσμου. Η διαπίστωση αυτή φαίνεται να έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στην Ελλάδα, όπου ο περισσότερος κόσμος την θεωρεί «ξένη» προς τις ατομικές ή συλλογικές του ταυτίσεις, αγνοώντας ακόμη και την πολύ μεγάλη και αξιόλογη παραγωγή έντεχνης μουσικής από Έλληνες δημιουργούς μέχρι τις μέρες μας.

Πέτρος Βούβαρης: Οι αναζητήσεις

Πού εκτείνονται οι καλλιτεχνικές σας ανησυχίες και προσδοκίες στην μουσική τέχνη; Εν κατακλείδι, ποιο αποτελεί το προσωπικό σας όραμα ως καλλιτέχνης και δάσκαλος μουσικής επιστήμης;

Οι προσωπικές μου ερευνητικές και καλλιτεχνικές αναζητήσεις προσανατολίζονται εδώ και καιρό προς την κατεύθυνση της διασταύρωσης της επιστημονικής έρευνας και της καλλιτεχνικής πράξης. Στο πλαίσιο αυτό ήταν που ανταποκρίθηκα θετικά στην πρόταση για συμμετοχή στο πρόγραμμα 65+ του Κ.Ω.Θ., καθώς ήταν μια από τις καλύτερες ευκαιρίες να επενδύσω στη διάχυση της ακαδημαϊκής γνώσης προς την ευρύτερη κοινότητα και, την ίδια στιγμή, στη διασταύρωση του περί μουσικής λόγου με τη μουσική εκτέλεση επί σκηνής.

Σε επίπεδο ακαδημαϊκής διδασκαλίας, αυτό είναι που προσπαθώ να ενθαρρύνω τους φοιτητές να κάνουν: να ενεργοποιούν τις διαισθήσεις τους ως μουσικοί εκτελεστές, συνθέτες ή διευθυντές, και να τις ενημερώνουν μέσα από τη γόνιμη και διαλογική διασταύρωσή τους με τη γνώση. Αυτό είναι και το προσωπικό μου όραμα ως ακαδημαϊκού δασκάλου: να συνεισφέρω στην εκπαίδευση μιας γενιάς μουσικών που θα μπορούν να υπηρετήσουν την τέχνη τους όχι ως ωμή και αδιαμεσολάβητη παρόρμηση αλλά ως ενημερωμένη διαίσθηση, και την ίδια στιγμή να μπορούν να επικοινωνήσουν τις προθέσεις και τις ερμηνευτικές τους αποκρίσεις με εύστοχο, σαφή και αποτελεσματικό τρόπο.

Πέτρος Βούβαρης

Πέτρος Βούβαρης: Μικρό βιογραφικό

Ο πιανίστας Πέτρος Βούβαρης είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος από το University of Wisconsin των Η.Π.Α. και μεταπτυχιακού διπλώματος από το University of North Carolina των Η.Π.Α. Εισηγήσεις του σε θέματα που αφορούν στους τομείς της μουσικής ανάλυσης και της παιδαγωγικής του πιάνου έχουν πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο συνεδρίων, ημερίδων και σεμιναριακών κύκλων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά και ξένα περιοδικά («Πολυφωνία», «mus-e-journal», «American Music Teacher»).

Η ενεργή καλλιτεχνική του δράση περιλαμβάνει ρεσιτάλ μουσικής για σόλο πιάνο καθώς και ρεσιτάλ μουσικής δωματίου, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις Η.Π.Α. Είναι επίκουρος καθηγητής στον τομέα της Μορφολογίας και Ανάλυσης της Μουσικής, στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

 

Περισσότερα στοιχεία για τον Πέτρο Βούβαρη

Γεωργία Μακρογιώργου

Γιώργος Σαρδέλης

Σταματία Μαλλούδη



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960, όπου τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο. Σπούδασε χημεία στον Καναδά, στο Μόντρεαλ (Quebec), στο Μόνκτον (New Brunswick) και στην Ορλεάνη (Γαλλία). Το 1989 σπούδασε φωτογραφία στην ΑΚΤΟ, στην Αθήνα. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, με το Δημήτρη Τσατσούλη (φωτογραφίας, λογοτεχνίας και θεάτρου), στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος, και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), στο οποίο ήταν Πρόεδρος για δύο θητείες. Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου στην Ένωση Τεχνικών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΤΕΚΤ), στο «Μικρό», στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο Μουσείο Κινηματογράφου, στο Μικρό Πολυτεχνείο, στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου, στο δικό του χώρο και σε συνεργασία με τη filmfabrik Productions, στη Θεσσαλονίκη, όπου διδάσκει κινηματογράφο μέχρι σήμερα στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι Fabula, το οποίο διευθύνει. Συμμετείχε στο στρογγυλό τραπέζι της FIPRESCI, στην Κωνσταντινούπολη και στη Φιλιππούπολη με θέμα τον βαλκανικό κινηματογράφο. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και σε Φεστιβάλ, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποία ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Performance). Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στην οποία ήταν υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος, στην Αθηναϊκή, στη Νίκη, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στη Σύγχρονη Εκπαίδευση, στον κατάλογο του Φεστιβάλ της Λάρισας, στη Γραφή, στο Κ.ΛΠ., στο Ριζοσπάστη και στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», στο οποίο ήταν διευθυντής σύνταξης, το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», στο οποίο ήταν διευθυντής, το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε, μαζί με τον Κώστα Σταματόπουλο, την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV, από το 2008 έως το 2009. Ήταν υπεύθυνος για τους διαδικτυακούς τόπους www.cinemainfo.gr και www.theaterinfo.gr. Ίδρυσε και διεύθυνε το greeceactuality.wordpress.com. και τώρα διευθύνει και αρθρογραφεί στα www.filmandtheater.gr και www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών (σειρά νεανική Βιβλιοθήκη) και «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου και την Εβδομάδα Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το 2002, ως μέλος της Π.Ε.Κ.Κ. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανοράματος Νέων Δημιουργών, στο Ε.Κ.Θ., στη Θεσσαλονίκη, και ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται πλέον στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας». ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ «Μέσα από τις βιτρίνες», 8΄, 2009, σκηνοθεσία «Nafasz», 7΄, 2009, σκηνοθεσία «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας», 50΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Στιγμή απολιθωμένη», 31΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Η τελευταία λατέρνα», 6΄, 2010, σεναριακή επιμέλεια «Το κλειδί της επιστροφής», 13΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Το συρματόπλεγμα», 19΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Στο Τσινάρι», 7΄, 2017, σκηνοθεσία «Sotos, ζωγράφος αει…πράγμων», 2020, 97΄, σκηνοθεσία-φωτογραφία ΒΙΒΛΙΑ «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», του Jean Mitry, μετάφραση, εκδ. Entracte και Σύγχρονη Εκπαίδευση, Αθήνα, 2001 «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, Αθήνα, 2004 «Κώστας Φέρρης», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 2004 «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006


Copyritght 2022 Thessalonikinfo / All rights reserved