ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΕΙΔΩΛΑ

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ

Οι εορτές των Χριστουγέννων, σε όλο τον κόσμο, δείχνονται. Αν μπορούσαμε να κάνουμε την αναγωγή με έναν ανθρώπινο χαρακτήρα, τα Χριστούγεννα δείχνουν το υπερεγώ τους, αναπτύσσοντας έναν παραβατικό λόγο. Πως; Με ποιο τρόπο;  Τι σημαίνει αυτό; Σε αυτά τα ερωτήματα θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε αυτό το σημείωμα.

Θα μπορούσαμε να δεχτούμε τα Χριστούγεννα ως ένα ζωντανό και ανθρώπινο οργανισμό, με δεδομένο ότι η εορτή, ως τέτοια, είναι φτιαγμένη από τους ανθρώπους, αφού με παπική διαταγή μεταφέρθηκε χρονικά και συμπληρώθηκαν πολλά στοιχεία που δεν υπήρχαν πριν. Κατά συνέπεια, αυτό το δημιούργημα του ανθρώπου διαθέτει τα χαρακτηριστικά του δημιουργού του. Πόσο μάλλον όταν όλο αυτό το εορταστικό κλίμα οργανώνεται από τον ίδιο τον άνθρωπο. Οπότε δικαιούμαστε να κάνουμε αυτή τη σύγκριση.

Με αυτή την αναγωγή είναι εύκολο να καταλάβουμε ότι σε αυτές τις γιορτές ο χαρακτήρας τους επιβάλλεται από το οικονομικό επιτελείο που διοικεί την κοινωνία και από το ιδεολογικό κατευθυντήριο  που κατευθύνει τις σκέψεις, τις πίστες και τις δοξασίες των ανθρώπων. Ας αναφερθούμε, εν συντομία, στο πρώτο, στο οικονομικό επιτελείο. Αυτό που θα δούμε κατ’αρχήν είναι ότι αναλαμβάνει να υλοποιήσει αυτά που ο άνθρωπος επιθυμεί, επιθυμίες που έχουν επιβληθεί από το ιδεολογικό κατευθυντήριο. Συνεργάζεται όμως με αυτό για να ξέρει τους στόχους και η προσφορά να είναι έτοιμη για τη ζήτηση, κάτι που είναι νόμος στην καταναλωτική κοινωνία του καπιταλισμού. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι το ιδεολογικό κατευθυντήριο είναι αυτό που δομεί την κοινωνία και τη διαμορφώνει έτσι ώστε να υπηρετεί αυτό το οικονομικό μοντέλο που έχει σχεδιαστεί.

Η δουλειά του ιδεολογικού κατευθυντηρίου γίνεται μέσα από αφηγηματικές δομές. Η ζωή του ανθρώπου είναι εξορισμού μία αφήγηση, λιγότερο ή περισσότερο ολοκληρωμένη. Κατά συνέπεια, οι δομές αυτής της αφήγησης μπορούν να προσδιοριστούν με ακρίβεια. Μέσα από αυτόν τον προσδιορισμό υπάρχει η ευχέρεια να διαμορφωθούν αυτές οι δομές. Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι η παρεμβολή των μυθικών στοιχείων που θα «επιτεθούν» στα ήδη υπάρχοντα μυθικά στοιχεία, μέσα στις αφηγηματικές δομές που υπάρχουν στον ψυχισμό του ανθρώπου, μία επίθεση που θα μπορούσαμε να την παρομοιάσουμε με αυτή του σπερματοζωαρίου στο ωάριο, απ’όπου δημιουργείται η ζωή, άρα, με ανάλογο τρόπο, δημιουργείται μία νέα δομή που, με αλυσιδωτές αντιδράσεις, θα διαμορφώσει μία νέα αφήγηση, άρα μία νέα ιδεολογική θέση, ένα νέο τρόπο ζωής.

Ερχόμαστε τώρα στο προκείμενο παράδειγμα, στη μυθολογία των Χριστουγέννων. Όλα σε μία πόλη θα πρέπει να θυμίζουν αυτές τις γιορτινές μέρες, τις οποίες χαρακτηρίζουμε ως άγιες, για να υπάρχει η ενατένιση της ψυχής του ανθρώπου, να έρθει το αίτημα για απόλαυση που ο άνθρωπος, ως καταναλωτής, θα την «ανακαλύψει» στην προσφορά των προϊόντων. Τα μυθικά στοιχεία των Χριστουγέννων είναι πολύ συγκεκριμένα. Η φάτνη, τα ζώα που είναι μέσα σε αυτή, η Παναγία, ο Χριστός, ως βρέφος, ο Ιωσήφ και οι μάγοι που έρχονται να προσκυνήσουν. Θα δούμε πως αυτά τα μυθικά στοιχεία γίνονται είδωλα και ποιες είναι οι συνδέσεις τους.

Αυτό που βλέπουμε είναι η απλή δομή μιας οικογένειας. Ο πατέρας, η μητέρα και ο γιος. Είναι το μικρότερο κύτταρο της κοινωνίας, άρα έχουμε μία προσομοίωση της κοινωνίας. Αυτή η οικογένεια λαμβάνει τον άγιο χαρακτήρα, άρα η οποιαδήποτε οικογένεια αγιοποιείται. Έτσι, λοιπόν, αγιάζεται και η ίδια η κοινωνία. Ο άνθρωπος αισθάνεται ότι αυτός και η οικογένειά του ανήκουν σε αυτόν τον άγιο κόσμο. Βλέπει την αναπαράσταση, τα είδωλα, και μπορεί να κατανοήσει αυτό που κοιτάζει και, ακολούθως, να δώσει ένα πνευματικό φορτίο στη ζωή του. Να αισθανθεί μία ενατένιση.

Αυτό που δεν ξέρει, γιατί δεν του προσφέρεται ως γνώση, είναι οι συνδέσεις αυτών των μυθικών στοιχείων, δηλαδή, του Χριστού, της Παναγίας, του Ιωσήφ, των ζώων, της φάτνης και των μάγων, με παλιότερα έτσι ώστε να δει τη συνέχεια της ζωής και να μπορέσει να καταλάβει αυτή τη θεώρηση ως έναν τρόπο ζωής που από κάπου παίρνει δύναμη και οδηγεί σε ένα άλλο σημείο. Ο χριστιανισμός θέλει να πλασάρεται ως μία ιδεολογία που δεν είχε δάνεια από άλλες θρησκευτικές ιδεολογίες. Δεν είναι όμως αυτή η αλήθεια. Απόδειξη είναι η Ιστορία που δίνει άπειρα στοιχεία σύνδεσης των χριστιανικών μυθικών στοιχείων με άλλα που χαρακτηρίζονται ως ειδωλολατρικά. Η διαφορά είναι ότι το είδωλο σε αυτές τις ειδωλολατρικές θρησκειολογίες είχε τα αναφερόμενά του, ήταν, κατά συνέπεια, πιο εύκολο στον άνθρωπο να βιώσει αυτή την ιδεολογία που του προσέφερε η θρησκεία του, με τον πιο ήπιο τρόπο.

Τα σύγχρονα είδωλα όμως είναι αναγκαία για να δημιουργηθεί το ανάλογο και το όμοιο, να μπορεί ο άνθρωπος να δει σε αυτά την ίδια τη ζωή του, τελικά να μπορεί να πιστέψει πιο εύκολα αυτή την ιδεολογία της θρησκείας. Η μόνη διαφορά στο χριστιανισμό είναι ότι αυτή η πίστη θα πρέπει να είναι χωρίς κρίση και αμφισβήτηση, να μη δημιουργεί αμφιβολίες.

Ο Ιωσήφ είναι ο πατέρας που υπάρχει απλά και μόνο για να δώσει την εικόνα της οικογένειας, αμέσως όμως αναιρείται για να βρούμε τον πατέρα σε μία αόριστη οντότητα που ακούει στο όνομα Πατήρ ή Θεός. Μία λεπτομερής θεώρηση αυτού του δόγματος, ιδωμένη από τη συμβολική και την ψυχαναλυτική ματιά, μπορούμε να δούμε στον Έριχ Φρομ («Το δόγμα του Χριστού», εκδ. Μπουκουμάνη, Αθήνα, 1974). Η Παναγία ή η Μαρία είναι η μητέρα που θα διατηρήσει το ρόλο της, κρατά το παιδί της με στοργή, όπως μία οποιαδήποτε μητέρα, αλλά κρατώντας μία απόσταση γιατί αυτό το βρέφος παίρνει αμέσως το χαρακτηρισμό θείο, είναι ο μελλοντικός Θεός. Το σκηνικό είναι μέσα στη φύση, όχι σε ένα σπίτι, με άλλα λόγια προτείνεται η αρμονική συνύπαρξη με τη φύση -κάτι που αργότερα ο χριστιανισμός ξέχασε όταν ο άνθρωπος θα έπρεπε να επέμβει στη φύση για να αναπτύξει την οικονομία του, μέσα πρώτα από το φεουδαρχισμό και μετά από τον καπιταλισμό-, αυτή η συνύπαρξη δημιουργεί την αίσθηση ότι η φύση θεοποιείται, κάτι που είναι ασαφές, για να πάρει ο χριστιανισμός αποστάσεις από τις ανιμαστικές θρησκείες. Αναλυτικά αυτή τη θεώρηση θα τη βρούμε στο βιβλίο του Βίλχελμ Ράιχ («Η δολοφονία του Χριστού», εκδ. Αποσπερίτης, Αθήνα).

Ακολουθώντας τη θεώρηση του Καρλ Γιουνγκ (ειδικά στα βιβλία «4 αρχέτυπα», εκδ. Ιαμβλίχος, Αθήνα, 1988, και «Ψυχολογία και θρησκεία», εκδ. Μάρη, Αθήνα, 1962) μπορούμε να βρούμε κάποια σημεία από τις καλά κρυμμένες αναγωγές αυτών των χριστιανικών μυθικών στοιχείων. Μπορούμε να δούμε ότι υπάρχουν, αλλά δε θέλει η χριστιανική θεολογία να τις αποκαλύψει για να αποφύγει το συγκριτισμό και να δημιουργήσει τη βεβαιότητα ότι είναι μοναδική η θεώρησή της για τον κόσμο. Αυτό όμως δημιουργεί την ανικανότητα στον άνθρωπο τόσο να βρει τα αναφερόμενά της όσο και να την ταυτίσει με ήπιο τρόπο με τη ζωή του, στην οποία υπάρχει το πριν και το μετά από τη γέννηση.

Το ότι δεν μπορεί να βρει τα αναφερόμενα των χριστιανικών μυθικών στοιχείων, των νέων ειδώλων, μας δίνει τη βεβαιότητα της εικόνας μιας εκχυδαϊσμένης ειδωλολατρικής θρησκείας, χαμένη στην απροσδιοριστία, δημιουργεί έντονες νευρώσεις αφού δεν μπορεί να απαντήσει στα θεμελιώδη ερωτήματα της ζωής, αναγεννά τη βία με ωμό τρόπο. Ακόμη, η μοναδικότητα, που η χριστιανική ιδεολογία θέλει να δείξει, είναι ένα κακό παράδειγμα για τη ζωή του ανθρώπου, αυτός αισθάνεται ότι μπορεί να είναι αποκομμένος από τη φύση του, από την κοινωνία, στην οποία ζει, ξέρει ότι η οικογένειά του είναι ιερή και θα πρέπει να κρατηθεί έτσι όπως είναι πάση θυσία. Δεν μπορεί όμως να καταλάβει τους συνδέσμους αυτής της οικογένειας με τις άλλες, άρα δεν μπορεί να αποδώσει τη συνοχή της κοινωνίας. Αυτό το αποσχιστικό μοντέλο ευνοεί την ατομική ιδιοκτησία, τη συσσώρευση του πλούτου, που οδηγεί στον καπιταλισμό, την εύκολη εκμετάλλευση του ανθρώπου από τα κέντρα εξουσίας.

Η θεία οικογένεια που είναι στη φάτνη είναι μόνη της. Επιβιώνει, εξουσιάζει τον κόσμο, γίνεται θεϊκή. Αφού ο Θεός είναι «κατ’εικόνα και ομοίωση», μπορεί να κάνει κάτι παρόμοιο και ο άνθρωπος. Με άλλα λόγια, παροτρύνεται να οδηγηθεί στο σημείο που θα καταστραφεί, αυτός και η κοινωνία στην οποία ζει, αφού έχει χάσει κάθε επαφή με το παρελθόν του, έχει αλλοτριωθε. Ο Έριχ Φρομ το αναλύει διεξοδικά («Η ανατομία της ανθρώπινης καταστροφικότητας», τ. Α΄ και Β΄, εκδ. Μπουκουμάνη, Αθήνα). Μπορούμε έτσι να δούμε μία από τις πηγές της νεύρωσης στους ανθρώπους, έτσι όπως αυτή αναπτύχθηκε ειδικά από την εποχή της βιομηχανικής επανάστασης και μετά.

Φωτογραφία-κείμενο: Γιάννης Φραγκούλης



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960, όπου τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο. Σπούδασε χημεία στον Καναδά, στο Μόντρεαλ (Quebec), στο Μόνκτον (New Brunswick) και στην Ορλεάνη (Γαλλία). Το 1989 σπούδασε φωτογραφία στην ΑΚΤΟ, στην Αθήνα. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, με το Δημήτρη Τσατσούλη (φωτογραφίας, λογοτεχνίας και θεάτρου), στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος, και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), στο οποίο ήταν Πρόεδρος για δύο θητείες. Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου στην Ένωση Τεχνικών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΤΕΚΤ), στο «Μικρό», στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο Μουσείο Κινηματογράφου, στο Μικρό Πολυτεχνείο, στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου, στο δικό του χώρο και σε συνεργασία με τη filmfabrik Productions, στη Θεσσαλονίκη, όπου διδάσκει κινηματογράφο μέχρι σήμερα στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι Fabula, το οποίο διευθύνει. Συμμετείχε στο στρογγυλό τραπέζι της FIPRESCI, στην Κωνσταντινούπολη και στη Φιλιππούπολη με θέμα τον βαλκανικό κινηματογράφο. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και σε Φεστιβάλ, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποία ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Performance). Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στην οποία ήταν υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος, στην Αθηναϊκή, στη Νίκη, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στη Σύγχρονη Εκπαίδευση, στον κατάλογο του Φεστιβάλ της Λάρισας, στη Γραφή, στο Κ.ΛΠ., στο Ριζοσπάστη και στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», στο οποίο ήταν διευθυντής σύνταξης, το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», στο οποίο ήταν διευθυντής, το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε, μαζί με τον Κώστα Σταματόπουλο, την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV, από το 2008 έως το 2009. Ήταν υπεύθυνος για τους διαδικτυακούς τόπους www.cinemainfo.gr και www.theaterinfo.gr. Ίδρυσε και διεύθυνε το greeceactuality.wordpress.com. και τώρα διευθύνει και αρθρογραφεί στα www.filmandtheater.gr και www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών (σειρά νεανική Βιβλιοθήκη) και «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου και την Εβδομάδα Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το 2002, ως μέλος της Π.Ε.Κ.Κ. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανοράματος Νέων Δημιουργών, στο Ε.Κ.Θ., στη Θεσσαλονίκη, και ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται πλέον στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας». ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ «Μέσα από τις βιτρίνες», 8΄, 2009, σκηνοθεσία «Nafasz», 7΄, 2009, σκηνοθεσία «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας», 50΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Στιγμή απολιθωμένη», 31΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Η τελευταία λατέρνα», 6΄, 2010, σεναριακή επιμέλεια «Το κλειδί της επιστροφής», 13΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Το συρματόπλεγμα», 19΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Στο Τσινάρι», 7΄, 2017, σκηνοθεσία «Sotos, ζωγράφος αει…πράγμων», 2020, 97΄, σκηνοθεσία-φωτογραφία ΒΙΒΛΙΑ «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», του Jean Mitry, μετάφραση, εκδ. Entracte και Σύγχρονη Εκπαίδευση, Αθήνα, 2001 «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, Αθήνα, 2004 «Κώστας Φέρρης», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 2004 «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006


Copyritght 2022 Thessalonikinfo / All rights reserved