ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΤΙ ΠΡΟΣΦΕΡΟΥΝ;
Βιρτζίνια Γουλφ: γράφει η Ελένη Καρασαββίδου
«Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος…», μετρά η ηρωίδα τον χρόνο στις αρχικές σελίδες της κυρίας Νταλογουέι. Και δεν είναι περίεργο, εφόσον η λογοτεχνία αποτελεί καταγραφή του συμπυκνωμένου ιστορικού χρόνου ακόμη -ίσως ιδίως- και μέσα από προσωπικές ιστορίες, πόσο αυτόν τον Αύγουστο του 2025 επανέρχεται στο εξωτερικό σε συνέδρια και συμπόσια η γραφή της για να συζητηθούν τα θέματα του βιβλίου για τον πόλεμο, το τραύμα, τις συλλογικές και προσωπικές πολιτικές.
Βιρτζίνια Γουλφ: Εσωτερικός μονόλογος
Σκοτεινός κόσμος, ανέγγιχτος και πνιγηρός. Κι όμως το αίτημα ξεπετάγεται έκπληκτο όταν μας συναντά ουσιαστικά ανάμεσα από τις λέξεις: «Έχω ριζώσει κι όμως επιπλέω», έγραψε χλευάζοντας μικρά νησιά μιας ζωής άγριου Ωκεανού.
Γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 25 Γενάρη του 1882 και αυτές τις ημέρες μου θυμίζει πόσο οι λέξεις μου δεν προσφέρουν τίποτε σε έναν τόσο άγριο κόσμο… Κόρη ενός κριτικού λογοτεχνίας και μιας κληρονόμου εκδοτικού οίκου, την ύμνησε αυτήν τη ζωή μέσα από τον πρώτο πηλό: τις λέξεις.
Κυριολεκτικά καθιέρωσε τον εσωτερικό μονόλογο γυμνώνοντας τον και τον άνθρωπο από τα κλουβιά του κι αφήνοντας τον μπροστά στην έρημη ακτή των συναισθημάτων του, σε ένα ταξίδι άγριο σε άγριους καιρούς («ως γυναίκα δεν έχω πατρίδα, ως γυναίκα δε θέλω πατρίδα. Ως γυναίκα έχω για πατρίδα μου όλον τον κόσμο») απέναντι σε έναν κλειστοφοβικό κόσμο που θα γεννιόταν και θα γεννούσε πολέμους.
Βιρτζίνια Γουλφ: Στο απροσδόκητο
«Το να ενηλικιώνεσαι σημαίνει πως χάνεις μερικές ψευδαισθήσεις για να αποκτήσεις άλλες». Μαζί με τον Μαρσέλ Προυστ και τον Τζέιμς Τζόυς (η «Μεγάλη τριάδα») γέννησαν τον μοντερνισμό στο μυθιστόρημα και άλλαξαν τον τρόπο που η εγγράμματη Ευρώπη έβλεπε τον εαυτό της, στοιχειώνοντας όποιον, αν τολμά να πιάσει την γραφίδα από τότε.
Άνοιξε τα μάτια και τα φτερά της στο απροσδόκητο κι ας άκουγε κάθε στιγμή το τικ τακ του προσδοκώμενου που ερχόταν: «Τα μάτια των άλλων είναι φυλακές, οι σκέψεις τους είναι τα κελιά μας».

Αγάπησε άνδρες και γυναίκες και παντρεύτηκε τον Λέοναρντ Γουλφ, που την αποδέχθηκε όπως ήταν και είχε την δύναμη και την τιμή να της σταθεί ως το Τέλος. Μαζί είδαν την Γραφή ως κοινωνικοπολιτική παρέμβαση κι εξέδωσαν μέσα από τον θρυλικό εκδοτικό τους οίκο Hogarth Press (δίπλα σε νεωτεριστές που θα αποδεικνύονταν τεράστιοι όπως οι Φόστερ, Έλιοτ κ.ά.) Φρόιντ, κάτι πολύ γενναίο εκείνη την εποχή.
Βιρτζίνια Γουλφ: Τα κινήματα
Ενώ ο μιλιταρισμός κι άρα η ματσίλα μαίνονταν υπήρξε φωνή κινημάτων όπως το φεμινιστικό, αναζητώντας έναν άλλον κόσμο που θα προσγείωνε τον και την άνθρωπο στα μέτρα του, απελευθερώνοντας ταυτόχρονα το αληθινό του μεγαλείο: «Οι Γυναίκες έχουν υπηρετήσει όλους αυτούς τους αιώνες ως καθρέφτες που κατείχαν την μαγική και χειριστική δύναμη να προβάλλουν το μέγεθος των ανδρών διπλάσιο από όσο είναι στ’αλήθεια».
Γυρνούσε πάντα στις απώλειες των νιάτων της. Της μάνας της και της αδερφής της. Κι έτσι είχε καιρό μόνο για τα ουσιαστικά, προσπερνώντας της άγριες ρητορικές μεγαλείου των ηγετών του καιρού της, αποκαλύπτοντας τους βαθιούς θανάτους των απροσπέλαστων ωρών της καθημερινότητας μας: «Πόσο καλύτερη είναι η σιωπή, η κούπα καφέ, το τραπέζι. Πόσο καλύτερο να κάθομαι εδώ σαν το μοναχικό θαλασσινό πουλί που ανοίγει τα φτερά του στον πάσσαλο. Επιτρέψτε μου να καθίσω εδώ για πάντα με τα πράγματα «γυμνά», αυτό το φλιτζάνι καφέ, αυτό το μαχαίρι, αυτό το πιρούνι, πράγματα από μόνα τους, και να είμαι απλά ο εαυτός μου.»
Βιρτζίνια Γουλφ: Η αξιοπρέπειά της
Κι έτσι έμαθε, με τον τρόπο της, να παλεύει για την αξιοπρέπεια της: «Σκεφτόμουν πόσο άσχημο είναι να σε κλειδώνουν απέξω. Κι έπειτα, πόσο χειρότερο είναι να σε κλειδώνουν από μέσα»
«Ποιο είναι το νόημα της ζωής; Αυτή ήταν μια απλή ερώτηση. Μια ερώτηση που μπορούσε να κλείσει όλα τα χρόνια του καθενός, αλλά η μεγάλη αποκάλυψη δεν είχε έρθει ποτέ. Η μεγάλη αποκάλυψη ίσως δεν θα ερχόταν ποτέ. Αντ’αυτού, υπήρχαν μικρά καθημερινά θαύματα, αντικατοπτρισμοί, σπίρτα που άναβαν απροσδόκητα στο σκοτάδι.»
Η άνοδος της Ναζιστικής Ευρώπης και οι προσωπικές της απογοητεύσεις επέστρεψαν την απαισιοδοξία της για τους ανθρώπους, όπως αποκαλύπτει το Ημερολόγιο της, και την κοινωνία τους.
Τελείωσε την ζωή της, ως μια χειρονομία σιωπής στο αιώνιο ρει, στο αιώνιο Είναι, κουβαλώντας, στη μορφή των πετρών που έβαλε στις τσέπες, τα τόσα κοινά μας βάρη, καθώς έπεφτε στα νερά του ποταμού Ouse, δίπλα στο σπίτι της.

Βιρτζίνια Γουλφ: Το τέλος
«Αγαπημένε…, αισθάνομαι σίγουρη ότι θα τρελαθώ ξανά. Νομίζω ότι δεν μπορούμε να περάσουμε ακόμα μία από τις τρομερές στιγμές. Και δεν θα ανακάμψω αυτή τη φορά. Αρχίζω να ακούω φωνές και δεν μπορώ να συγκεντρωθώ. Γι’αυτό κάνω ό,τι φαίνεται το καλύτερο (….) Μου έδωσες τη μεγαλύτερη δυνατή ευτυχία (…) Δεν νομίζω ότι δύο άνθρωποι θα μπορούσαν να ήταν πιο ευτυχισμένοι (…) Δεν μπορώ να πολεμήσω πια. Αν κάποιος θα μπορούσε να με σώσει, θα ήσουν εσύ. Όλα έχουν φύγει από μένα, εκτός από την βεβαιότητα της καλοσύνης σου. Να κοιτάζεις την ζωή στα μάτια και να την αναγνωρίζεις, να την εκτιμάς, γι’αυτό που είναι, την ίδια ώρα που πρέπει να είσαι πρόθυμος να την εγκαταλείψεις κάθε στιγμή.»- Βιρτζίνια Γουλφ
Πολλοί και πολλές άνθρωποι την έμαθαν από την σπουδαία ταινία οι «Ώρες» («Ο ποιητής πρέπει να πεθάνει»), βασισμένη στο βραβευμένο με Πούλιτζερ βιβλίο του Μichael Cunningham, αλλά μας έχει χαρίσει, μέσα από τα σπουδαία βιβλία της, μερικά από τα πιο συγκλονιστικά μας βράδια.
Και βρίσκεται, γενναία, παρά την αυτοκτονία της, ανάβοντας ξανά μέσα από τις σελίδες την φωτιά που την έκαψε για να μας φωτίσει, ακόμη εδώ: «Είδα ένα αστέρι που διέτρεχε τον ουρανό ανάμεσα από τα σύννεφα ένα βράδυ κι εγώ του είπα: Κατασπάραξε με!»
Ας μιλήσουμε για την αποχαύνωση του καλοκαιριού, δροσιά στις όχθες του Ouse, όπως σε καλούν τα νερά, να πνιγείς ή να κολυμπήσεις.
«Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος…» τότε, πριν τα σύννεφα ξανασκεπάσουν την Ευρώπη.
«Ιούνιος, Ιούλιος, Αύγουστος…» σήμερα που τα σύννεφα σκεπάζουν τον κόσμο.
