με αφορμή τον κορωναϊό
του Γιάννη Φραγκούλη
(ψυχαναλυτή-ψυχοθεραπευτή)
Λες: Είναι υπερβολή το «Μένουμε σπίτι». Λέμε οι ψυχαναλυτές, το πολύ άγχος δημιουργεί πολύ περισσότερα προβλήματα. Ειδικά στο αναπνευστικό σύστημα. Αυτό σημαίνει ότι τα ψυχοσωματικά προβλήματα θα έρθουν στα σίγουρα και θα χτυπήσουν εκεί όπου έχει πρόβλημα ο καθένας. Κάποια από αυτά θα είναι θανατηφόρα, όπως έγινε με την οικονομική κρίση, αλλά θα κανονίσουν πλέον τη ζωή μας και θα μάθουμε να ζούμε με αυτά. Δηλαδή, η ζωή μας δε θα είναι η ίδια, θα είναι πλέον ένα μεγάλο πρόβλημα. Άρα «δεν μένουμε σπίτι». Είναι όμως αυτό σωστό; Τα δύο άκρα ενός αφηγηματικού διανύσματος που έχουν μεγάλη δόση υπερβολής και λάθους.
Και η μέση λύση δεν υπάρχει; Φαίνεται να λέει ένας πιο λογικός άνθρωπος. Δηλαδή; Ανάμεσα στο «Μένουμε σπίτι» και στο «Δε μένουμε σπίτι» υπάρχει μία τεράστια απόσταση και η λέξη «συνεχώς». Με άλλα λόγια: Μπορούμε να βγούμε. Εντάξει. Και που να πάμε; Για καφέ; Για ποτό; Για βόλτα; Που; Πως; Ερωτήσεις στις οποίες θα πρέπει να απαντήσεις. Αλλά με σύνεση. «Δηλαδή», θα μου πεις, «τι να κάνω; Λίγο μπερδεμένα μου τα λες!». Πολύ μπερδεμένη είναι η ζωή σου, θα σου απαντούσα.
Ας φανταστούμε έναν άνθρωπο να του λέμε ότι μπορεί να βγει έξω, να κάνει ότι θέλει, αλλά με σύνεση. Το θέλω του σίγουρα θα συγκρουστεί με αυτό του άλλου. Η νεύρωσή του θα έρθει αντιμέτωπη με αυτή του άλλου. Θα κάνουν ένα πλεκτό και θα εγκλωβίσουν σε αυτό την υστερία τους. Θα είναι το ίδιο επικίνδυνοι για τους ίδιους και για όλο το κοινωνικό σύνολο.
Θέλεις ένα παράδειγμα. Σου έχω κάποια πρόχειρα. Ο ηλικιωμένος που βγαίνει, πηγαίνει στο σούπερ μάρκετ, πλησιάζει αργά-αργά και σταθερά αυτόν που ψάχνει να βρει ένα προϊόν, φτάνει στο ταμείο και βάζει τα πράγματά του ενώ ο προηγούμενος δεν έχει ακόμη τελειώσει. Η απόσταση μεταξύ τους δεν είναι ούτε ένα μέτρο. Ο άρρωστος που δε νοσεί σοβαρά, θέλει όμως να πάει στο γιατρό, με κίνδυνο να κολλήσει κάτι ή να μεταδώσει αυτό που έχει στους άλλους. Αυτός που θέλει να κάνει προληπτικά το τεστ για τον κορωναϊό, χωρίς να έχει ούτε ένα σύμπτωμα, στερώντας το από αυτούς που πραγματικά νοσούν. Αυτός που στριμώχνεται δίπλα σου για να περάσει το φανάρι. Δεν σου φτάνουν; Μήπως αναγνωρίζεις κάποια περιστατικά που σου συνέβησαν τις τελευταίες μέρες;
Για φαντάσου να αφήσεις αυτόν τον «λογικό» άνθρωπο να πράξει αυτοβούλως. Άρα σωστά απαγόρεψαν τις μετακινήσεις, μήπως και μειωθούν στις απαραίτητες. Μία κοινωνία που δεν καταλαβαίνει παρά τη «λογική» της, ζει στην παράνοια, έχει βουτήξει στην υστερία, ζει σε ένα περιβάλλον που, εν πολλοίς, έχει δομηθεί από αυτούς που κυβερνούν τόσες δεκαετίες, που η συμπεριφορά που επιβάλλουν είναι αυτή της βίας, της άλλογης πράξης από τον άνθρωπο προς τον άνθρωπο, πως μπορεί αυτή η κατάσταση να αλλάξει από τη μία στιγμή στην άλλη; Θαύματα και η βοήθεια του θείου, απλά δεν υπάρχουν, αν εμείς δεν κάνουμε τα δέοντα για να αλλάξουμε τη ζωή μας. Μία κυβέρνηση που παίρνει μέτρα χωρίς σύνεση, χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, που θέλει να κανονίσει μία κοινωνία με τους νόμους της αγοράς, ενώ αυτή την αγορά τώρα δεν μπορεί να κανονίσει, τι περιμένεις να κάνει;
Μία κοινωνία που είναι ακόμα στο πρώτο ψυχολογικό στάδιο, στο στοματικό, που δοκιμάζει τα όρια και τις αντοχές της, δεν μπορεί να φτάσει ούτε στο πρωκτικό, να προσπαθεί να βρει την απόλαυση και την αντίληψη, αν την παρομοιάζαμε με ένα μικρό παιδί. Οδηγείται στην καταστροφή.
Περπατώ κάθε πρωί, εκεί που δεν έχει πολύ κόσμο. Αποφεύγω, προληπτικά, την επαφή με τους άλλους ανθρώπους. Ξέρω ότι μέχρι να έρθει το καλοκαίρι θα είμαστε σε αυτή την κατάσταση που θυμίζει έναν άγνωστό μας πόλεμο. Κάνω υπομονή. Όσο μπορώ. Το αυτό εύχομαι και σε εσάς. Σας ασπάζομαι εξ’αποστάσεως, όπως στο γάμο, στο «Μετέωρο βήμα του πελαργού», του Θόδωρου Αγγελόπουλου.