Συμπόσιο

ΣΥΜΠΟΣΙΟ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

ΠΟΣΟ ΔΙΑΡΚΕΙ Η ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΕΥΣΗ;

Συμπόσιο: επιμέλεια Γιάννης Ιωαννίδης

Δημοσιεύουμε τη συζήτηση που προκάλεσαν τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας και η εφημερίδα Αυγή όσον αφορά στο ιστορικό και πολιτικό θέμα της μεταπολίτευσης. Ας ακούσουμε τους συνομιλητές. Η συζήτηση έγινε στο αναγνωστήριο των Αρχείων Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας (Α.Σ.Κ.Ι.), την Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014. Την απομαγνητοφώνησε η Ιωάννα Βόγλη και η Κατερίνα Καφαντάρη.

Συμπόσιο: Ο όρος

Ηλίας Νικολακόπουλος: Το ενδιαφέρον με τον όρο «μεταπολίτευση» είναι ότι δεν χρησιμοποιείται την εποχή που συμβαίνει. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1974, κανείς σχεδόν δε μιλάει για μεταπολίτευση ͘ αναφέρεται στην αποκατάσταση της δημοκρατίας ή σε οτιδήποτε άλλο. Εκείνη την περίοδο δε συναντάμε τον όρο ούτε σε εφημερίδες ούτε στον πολιτικό λόγο. Για την μεταπολίτευση, στην πραγματικότητα, αρχίζουμε να συζητάμε όταν τίθεται το ζήτημα πότε τελειώνει.

Ο όρος «μεταπολίτευση» υποκαθιστά τον λιγότερο εύηχο ή λιγότερο δημοσιογραφικό –πείτε το όπως θέλετε- όρο Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία. Στην πραγματικότητα, αυτό που ορίζεται ως, με την ευρεία έννοια, μεταπολίτευση είναι το νέο καθεστώς που εγκαθιδρύεται μετά την πτώση της επτάχρονης δικτατορίας.  Και αυτό το καθεστώς, ουσιαστικά, εγκαθιδρύεται και σταθεροποιείται μέσα σε έναν χρόνο, μέχρι το καλοκαίρι του 1975. Με την εκλογή της νέας Βουλής, την κατάργηση της μοναρχίας, τη νομιμοποίηση του Κομμουνιστικού Κόμματος, την ψήφιση του νέου Συντάγματος, την τιμωρία των πρωταιτίων, την αποχουντοποίηση -όσο έγινε- και, τέλος, την αίτηση για την ένταξη της Ελλάδας ως πλήρους μέλους στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα.

Συμπόσιο: Η εμφάνιση

Επομένως, η μετάβαση συντελείται και ολοκληρώνεται μέσα σε ένα χρόνο. Αν θέλουμε να μιλήσουμε με αυστηρούς όρους για μεταπολίτευση, τότε αυτή είναι το διάστημα από τον Ιούλιο του 1974 μέχρι τον Αύγουστο του 1975. Ο όρος, πάντως, εμφανίζεται κυρίως μετά το 1980, αφού ακόμα και η επικράτηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., το 1981, δε θεωρείται τέλος της μεταπολίτευσης ͑ θεωρείται αλλαγή.

Έχω την αίσθηση ότι το τέλος της μεταπολίτευσης προβάλλεται κυρίως σε ένα πασοκικό λόγο της εποχής, το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1980 και, με ιδιαίτερη ένταση, τον Μάρτιο του 1985, όταν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. αρνείται να υποστηρίξει την επανεκλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή στη Προεδρία της Δημοκρατίας. Επιλογή στην οποία αποδόθηκε ο βαρύγδουπος τίτλος «ρήξη της 9ης Μαρτίου». Άρα, αφού τελειώσαμε με τον Καραμανλή, αναθεωρούμε και το Σύνταγμα, είναι το τέλος της μεταπολίτευσης.

Συμπόσιο: Η συγκυβέρνηση

Ακολουθεί, βέβαια, κάποια χρόνια μετά, το καλοκαίρι του 1989, η συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας-Συνασπισμού, του ενιαίου Συνασπισμού. Οπότε, ακόμα και αν θέλουμε να επεκτείνουμε τη μεταπολίτευση λίγο παραπάνω, μέχρι την ολοκλήρωση της λεγόμενης «εθνικής συμφιλίωσης», θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παρατεταμένη δεκαετία του 1980 σηματοδοτεί το τέλος όχι μόνο της μεταπολίτευσης, αλλά, ουσιαστικά, όλων των κληρονομημένων διαιρέσεων του παρελθόντος. Και έτσι, επομένως, μπαίνουμε σε μια νέα περίοδο.

Αν προχωρήσουμε λίγο περισσότερο, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, αποχωρούν από το πολιτικό προσκήνιο οι πρωταγωνιστές της μετάβασης στη δημοκρατία: ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Γεώργιος Μαύρος, ο Χαρίλαος Φλωράκης, όλοι τους. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης επίσης αποσύρεται –παρόλο που δεν είναι από τους πρωταγωνιστές- και διαμορφώνεται ένα νέο πολιτικό προσωπικό, που πλέον δε διατηρεί σχέση με την προηγούμενη περίοδο και, κυρίως, με τα προδικτατορικά χρόνια.

Συμπόσιο: Το τέλος

Εκεί τερματίζεται η συζήτηση για το τέλος της μεταπολίτευσης. Θα ξαναρχίσει με την κρίση. Με την κρίση ορισμένοι επιχειρηματολογούν ότι όλα τα δεινά οφείλονται σε αυτούς τους «κακούς» που διαχειρίστηκαν τα πολιτικά πράγματα τα προηγούμενα, περίπου, 40 χρόνια και, επομένως, όλη η μεταπολίτευση, δηλαδή όλη η Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία, στην πραγματικότητα, είναι για πέταμα. Και αυτό είναι πάρα πολύ επικίνδυνο για την ίδια τη δημοκρατία, ακριβώς επειδή απαξιώνοντας τη μεταπολίτευση ακυρώνεται εμμέσως η ίδια η μετάβαση στη δημοκρατία.

Συμπόσιο: Το αδόκιμο

Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: Συμφωνώ απολύτως. Αλλά εδώ, με όσα είπε ο Ηλίας Νικολακόπουλος, συνάγεται και το αδόκιμο του όρου «μεταπολίτευση». Μεταπολίτευση δεν πάει να πει απολύτως τίποτα. Και παραμένει ασαφές αν παραπέμπει σε κάτι στιγμιαίο, δηλαδή στη μετάβαση από τη δικτατορία στη δημοκρατία, ή σε κάτι διαρκές. Παραμένει, λοιπόν, ανοικτό το ζήτημα αν ο όρος «μεταπολίτευση» ταυτίζεται με την εγκατάσταση της δημοκρατίας ή αν αναφέρεται, σε μια πρώτη φάση, η οποία κάποτε θα τελειώσει και ελπίζουμε, φυσικά, ότι η δημοκρατία θα συνεχιστεί επ’άπειρον, το πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να παραμένει αναλλοίωτο.

Παραμένει λοιπόν δύσκολο να ορίσουμε σε τι συνίσταται η «φάση» της μεταπολίτευσης. Γιατί, ακριβώς, τείνουμε συχνά να τη θεωρούμε με όρους μιας «γενιάς» πολιτικού προσωπικού ή, ακόμα, και μιας συγκεκριμένης πολιτικής και κομματικής ισορροπίας. Κομφούζιο λοιπόν ορολογικό, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται όλα τα ερμηνευτικά προβλήματα για τα οποία μιλά ο Ηλίας.

Συμπόσιο: Χρονολογικό σήμα

Αντώνης Λιάκος: Με τον όρο «μεταπολίτευση», κατά τη γνώμη μου, το ζήτημα δεν είναι να ψάχνουμε ουσιαστικά σε ποια ακριβώς περίοδο αναφέρεται. Ούτε το να αναζητούμε πότε πρωτοδιατυπώθηκε και με ποιο νόημα. Ο όρος «μεταπολίτευση» λειτουργεί ως χρονότοπος, με την έννοια που του δίνει ο Μπαχτίν. Δηλαδή, ως ένα χρονολογικό σήμα, ως ένας ιδεατός αλλά ρευστός τόπος, στον οποίο συμπυκνώνονται χρονικότητες, γεγονότα, ιδέες, αλλά και συναισθήματα.

Ο χρονικός αυτός τόπος είναι ρευστός και όχι μεταβαλλόμενες σημασίες. Συμπυκνώνει συλλογικά συναισθήματα, όπως προσδοκίες, απογοητεύσεις, νοσταλγία. Υπόκειται στις συλλογικές μετατοπίσεις, αναλόγως της εποχής που χρησιμοποιείται.

Συμπόσιο: Η δυναμική

Νομίζω, λοιπόν, ότι θα χάναμε τη δυναμική που έχει αποκτήσει ο όρος μεταπολίτευση, έαν τον βλέπαμε μόνο ως προς τα χρονικά διαστήματα στα οποία ανταποκρίνεται ή όχι. Η δυναμική του οφείλεται στο ότι ανταποκρίθηκε σε μια βαθιά προσδοκία, μια βαθιά ελπίδα ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να αλλάξουν, ότι η ελληνική κοινωνία θα έμπαινε σε μια διαφορετική τροχιά, από εκείνη που ακολουθούσε μετά τον εμφύλιο.

Οι αλλαγές της μεταπολίτευσης δεν περιορίζονταν μόνο στο θεσμικό πεδίο. Σχετίζονταν επίσης με μια σειρά ζητήματα, όπως η ανάδυση του λαϊκού στοιχείου στη δημόσια σφαίρα. Απλοί άνθρωποι, έως τότε περιθωριοποιημένοι, στα περιθώρια του συστήματος ή έξω από αυτό, απέκτησαν λόγο. Απέκτησαν δημόσιο πρόσωπο, έγιναν υποκείμενα. Συμπερασματικά, πιστεύω ότι η μεταπολίτευση έχει πολύ μεγαλύτερη δυναμική από αυτής της χρονολογικής περιόδου που της αποδίδουμε.

Συμπόσιο: Η σαφήνεια

Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: Η σύγχυση, ωστόσο, γύρω από το τι σημαίνει αυτή η έννοια, δείχνει ότι δεν είναι σε όλους σαφές εκείνο στο οποίο αναφέρεσαι και με το οποίο συμφωνώ. Αν όμως θελήσουμε να εντοπίσουμε την περιοδολόγηση στους όρους πρόσληψης του πολιτικού συστήματος, θα έλεγα ότι η κρίση απεικονίζει το τέλος μιας διάχυτης αισιοδοξίας, το τέλος μιας εσωτερικευμένης βεβαιότητας, μια γενικευμένης κοινωνικής συναίνεσης, το τέλος της διάχυτης πεποίθησης ότι τα πράγματα πηγαίνουν προς το καλύτερο και θα συνεχίσουν να πηγαίνουν.

Ήταν μια εποχή, τότε, όπου όλοι πίστευαν ότι, όπως εμείς σε σχέση με τους πατεράδες μας, έτσι και τα παιδιά μας θα ζήσουν καλύτερα από μάς. Μετείχαμε όλοι, με διαφορετικούς τρόπους και ρυθμούς, σε αυτό το ένδοξο, καταναλωτικό -πες το όπως θες- μοντέλο, που κατίσχυε σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο. Για πρώτη φορά νοιώθαμε πως γίναμε και εμείς μια «κανονική» χώρα, που πιστεύει στο καλύτερο, μια δυτική χώρα η οποία, μαζί με τις άλλες δυτικές χώρες, θα προοδεύσει, νομοτελειακά.

Συμπόσιο: Η κατάρρευση

Μια χώρα ανεπτυγμένη, με άλλα λόγια, που θα έχει επιτέλους πάρει τη μοίρα της στα χέρια της. Υπό τους όρους αυτούς δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για μια γενικευμένη πολιτειακή συναίνεση. Και εδώ, ακριβώς, ενσκήπτει η κρίση.

Αίφνης, φαίνεται να καταρρέει το συναισθηματικό, ψυχολογικό και ιδεολογικό περιεχόμενο της συναίνεσης. Τα πράγματα, λοιπόν, θα μπορούσε να πει κανείς, δεν προσχωρούν πια αυτομάτως επί τα βελτίω. Με αυτή την έννοια, το τέλος της μεταπολίτευσης συμπίπτει λίγο-πολύ με την κρίση. Την κρίση ενός πολιτισμικού-πολιτικού μοντέλου ή το τέλος μιας περιόδου όπου όλοι πιστεύαμε ότι μπορούμε, δίχως μεγάλες δυσκολίες μακροϊστορικές, να οδηγήσουμε τη χώρα προς μια συνεχή, πώς να το πω, άνθηση, ακμή, ανάπτυξη και μεγέθυνση.

Συμπόσιο: Οι προσδοκίες

Η μεταπολίτευση τελειώνει όταν αρχίζει να καταρρέει αυτό το οποίο είπες Αντώνη πριν: Οι προσδοκίες -και, μαζί με αυτές, ολόκληρη η λογική του πολιτικού  συστήματος. Στο εξής οι πολιτικές συγκρούσεις ξεφεύγουν από τα δεδομένα, κεκανονισμένα πλαίσια, με αποτέλεσμα να αναζητούνται νέες θεμελιώσεις μια πολιτικής συναίνεσης που βρίσκεται και πάλι υπό αίρεσιν.

Αντώνης Λιάκος: Το γεγονός ότι η μεταπολίτευση τέθηκε υπό κατηγορίαν, μετά την κρίση, και μάλιστα από τις δυνάμεις οι οποίες τη διαχειρίστηκαν, δείχνει τη μεταβαλλόμενη δυναμική αυτού του χρονοτόπου. Και θα ήθελα εδώ να μιλήσω προσωπικά.

Όταν το 1974 βίωσα αυτή την αλλαγή, μόλις είχα βγει από τη φυλακή, ένοιωθα μια κάποια, σχετική, απογοήτευση και απόσταση. Και όλοι σαν κι εμένα, της γενιάς μου, και με τις ίδιες εμπειρίες, ένιωσαν ένα κενό.

Συμπόσιο: Η συνύπαρξη

Αυτός ήταν ο Αναμενόμενος; Αυτό ήταν το ποθούμενο; Όταν, όμως, μετά την κρίση η μεταπολίτευση τέθηκε στο στόχαστρο, συναισθηματικά την αγκάλιασα. Κατηγορούσαν κάτι δικό μου, ήμουν έτοιμος να υπερασπίσω τις αξίες της. Νομίζω ότι αυτή η μετατόπιση δεν είναι αλλαγή ιδεών, αλλά δείχνει πώς η δυναμική των καταστάσεων αλλάζει και μεταβάλλει, μέσα στο ψυχισμό των ανθρώπων, το σημαντικό παρελθόν.

Η Ιστορία δεν είναι μια ευθεία γραμμή, αλλά ένας συνεχής κυματισμός ανάμεσα σε προσδοκίες ή φόβους και εκπληρώσεις ή απογοητεύσεις. Στο εκάστοτε παρόν συνυπάρχει ανταγωνιστικά και το παρελθόν και το μέλλον.

Βαγγέλης Καραμανωλάκης: Πιστεύω, πάντως, ότι η συζήτηση για τα όρια της μεταπολίτευσης είναι απόλυτα μέσα στην έννοια του χρονότοπου. Γιατί ουσιαστικά σηματοδοτεί τον τρόπο με τον οποίο κάθε φορά μεταβάλλεται ο ορίζοντας προσδοκιών των ανθρώπων για αυτό που έχει συμβεί και, κυρίως, για αυτό που ελπίζουν ή φοβούνται ότι μπορεί να συμβεί.

 

Διαβάστε τα άρθρα πολιτικής ανάλυσης

Πολυτεχνείο

Πολυτεχνείο (γράφει η Ελένη Καρασαββίδου)

Δολοφονία

Η αυτοκρατορία του πάθους



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960, όπου τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο. Σπούδασε χημεία στον Καναδά, στο Μόντρεαλ (Quebec), στο Μόνκτον (New Brunswick) και στην Ορλεάνη (Γαλλία). Το 1989 σπούδασε φωτογραφία στην ΑΚΤΟ, στην Αθήνα. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, με το Δημήτρη Τσατσούλη (φωτογραφίας, λογοτεχνίας και θεάτρου), στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος, και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), στο οποίο ήταν Πρόεδρος για δύο θητείες. Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου στην Ένωση Τεχνικών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΤΕΚΤ), στο «Μικρό», στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο Μουσείο Κινηματογράφου, στο Μικρό Πολυτεχνείο, στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου, στο δικό του χώρο και σε συνεργασία με τη filmfabrik Productions, στη Θεσσαλονίκη, όπου διδάσκει κινηματογράφο μέχρι σήμερα στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι Fabula, το οποίο διευθύνει. Συμμετείχε στο στρογγυλό τραπέζι της FIPRESCI, στην Κωνσταντινούπολη και στη Φιλιππούπολη με θέμα τον βαλκανικό κινηματογράφο. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και σε Φεστιβάλ, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποία ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Performance). Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στην οποία ήταν υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος, στην Αθηναϊκή, στη Νίκη, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στη Σύγχρονη Εκπαίδευση, στον κατάλογο του Φεστιβάλ της Λάρισας, στη Γραφή, στο Κ.ΛΠ., στο Ριζοσπάστη και στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», στο οποίο ήταν διευθυντής σύνταξης, το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», στο οποίο ήταν διευθυντής, το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε, μαζί με τον Κώστα Σταματόπουλο, την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV, από το 2008 έως το 2009. Ήταν υπεύθυνος για τους διαδικτυακούς τόπους www.cinemainfo.gr και www.theaterinfo.gr. Ίδρυσε και διεύθυνε το greeceactuality.wordpress.com. και τώρα διευθύνει και αρθρογραφεί στα www.filmandtheater.gr και www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών (σειρά νεανική Βιβλιοθήκη) και «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου και την Εβδομάδα Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το 2002, ως μέλος της Π.Ε.Κ.Κ. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανοράματος Νέων Δημιουργών, στο Ε.Κ.Θ., στη Θεσσαλονίκη, και ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται πλέον στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας». ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ «Μέσα από τις βιτρίνες», 8΄, 2009, σκηνοθεσία «Nafasz», 7΄, 2009, σκηνοθεσία «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας», 50΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Στιγμή απολιθωμένη», 31΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Η τελευταία λατέρνα», 6΄, 2010, σεναριακή επιμέλεια «Το κλειδί της επιστροφής», 13΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Το συρματόπλεγμα», 19΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Στο Τσινάρι», 7΄, 2017, σκηνοθεσία «Sotos, ζωγράφος αει…πράγμων», 2020, 97΄, σκηνοθεσία-φωτογραφία ΒΙΒΛΙΑ «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», του Jean Mitry, μετάφραση, εκδ. Entracte και Σύγχρονη Εκπαίδευση, Αθήνα, 2001 «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, Αθήνα, 2004 «Κώστας Φέρρης», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 2004 «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006


Copyritght 2022 Thessalonikinfo / All rights reserved