ΤΑ ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΙΚΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ
Σύμφωνα με τους Lawrence και Lawrence, «η βιοχημεία του ανθρώπινου γάλακτος περικλείει ένα πολύ μεγάλο αριθμό επιστημονικών δεδομένων. (…) Κάθε έρευνα προσφέρει ένα μικρό κομμάτι σε αυτή την περίπλοκη εικόνα των θρεπτικών στοιχείων που δομούν το ανθρώπινο γάλα». Ξέρουμε τώρα ότι το μητρικό γάλα περιέχει επίσης πολλά μη θρεπτικά, βιοδραστικά στοιχεία που έχουν επιδρούν κατ’ευθείαν στη φυσιολογία του νεογνού. Δεν είναι ένα ομογενοποιημένο υγρό του σώματος, αλλά μία έκκριση του μαστικού αδένα που αλλάζει σύνθεση. Δύο δείγματά του δεν είναι ίδια, ακόμα και αν έρχονται απ’την ίδια μητέρα.
ΠΡΩΤΕΪΝΕΣ
Οι πρωτεΐνες στο ανθρώπινο γάλα είναι ειδικές απ’την παραγωγή του μαστικού αδένα, δε βρίσκονται πουθενά αλλού στη φύση. Η σύνθεση των πρωτεϊνών δημιουργείται βάσει του γενετικού ελέγχου του RNA. Η σύνθεσή του παραμένει ίδια σε όλο τον κόσμο. Οι πρωτεΐνες τόσο του γάλακτος της αγελάδας όσο και από άλλες πηγές έχουν διαφορετική δομή, ποιότητα και ποσότητα και μπορούν να προκαλέσουν αλλεργικά προβλήματα. Στο ώριμο μητρικό γάλα το 0.8 έως το 0.9% της περιεκτικότητάς του είναι πρωτεΐνες και τροφοδοτούν πρωτεΐνες το νεογνό με τέτοιο τρόπο που συμβάλλουν στην ωρίμανσή του.
Κάποιες πρωτεΐνες του ανθρώπινου γάλακτος δεν έχουν θρεπτική μόνο αξία, χρησιμεύουν στην ανοσολογία του νεογνού. Οι πρωτεΐνες είναι σε μεγάλη περιεκτικότητα στο πρώτο γάλα (colostrum). Η ποσότητα πέφτει όσο το γάλα ωριμάζει και σταθεροποιείται προς το τέλος του τρίτου μήνα. Το επίπεδο των πρωτεϊνών στο ανθρώπινο γάλα είναι παραπάνω από επαρκείς για τη βέλτιστη ανάπτυξη και συμβάλλει στη δημιουργία της νεφρικής διαλυμένης ουσίας στο μωρό. Η οικογένεια των πρωτεϊνών καζεΐνης στο ανθρώπινο γάλα είναι μία ειδική σύνθεση στα αμινοξέα, το επίπεδό τους είναι από 20 έως 40% της συνολικής ποσότητας πρωτεϊνών του γάλακτος. Αυτές οι πρωτεΐνες στο γάλα, ζωικής προέλευσης, είναι απ’το 60 έως το 80% της συνολικής ποσότητας πρωτεϊνών και δομούν την alpha-lactalbumin, της λακτοφερίνης και τη secretoryIgA (sIgA). Στο ανθρώπινο γάλα η αναλογία είναι 80:20. Ενώ αυτή η αναλογία καζεΐνης είναι, στο ζωικό γάλα, στο επίπεδο του ΑΒΜ από 18:82 έως 60:40. Στα νεογνά τα επίπεδα του ΑΒΜ έχουν υψηλή περιεκτικότητα ουρίας, για αυτό εξασκούν πρόσθετη πίεση στα νεφρά.
ΛΙΠΙΔΙΑ
Τα λιπίδια δίνουν το 50% της ενέργειας απ’το ανθρώπινο γάλα. Η λιπαρή ποσότητα του ώριμου γάλακτος είναι 3.8%. Αυτή η ποσότητα είναι διαφορετική σε κάθε ποσότητα, ακόμα και σε κάθε τροφή. Η μητρική διατροφή προσδιορίζει τα συστατικά των λιπιδίων, όχι όμως τη συνολική περιεκτικότητα της λιπαρής ουσίας. Όταν οι τροφικές θερμίδες της μητέρας είναι φτωχές, οι λιπαρές ουσίες διοχετεύονται απ’τα μητρικά αποθέματα, κυρίως απ’τα ισχία και απ’τους μηρούς.
Τα επίπεδα της χολεστερόλης στο μητρικό γάλα θα παραμείνουν σταθερά, αντίθετα με αυτά της μητέρας. Η λιπάση στο ανθρώπινο γάλα συμπληρώνει το χαμηλό επίπεδο της παγκρεατικής λιπάσης, στο νεογνό. Η δραστηριότητα της λιπάσης είναι σταθερή σε επίπεδα pH 3.5 στους 37ο C, για μία ώρα. Είναι αρκετό για να είναι αποτελεσματική για την πέψη στο μικρό έντερο του νεογνού.
ΥΔΡΟΓΟΝΑΘΡΑΚΕΣ
Η λακτόζη είναι μία σακχαρώδης ουσία που βρίσκεται μόνο στο γάλα. Στο ανθρώπινο γάλα το επίπεδο της λακτόζης είναι πολύ υψηλό. Άλλες σακχαρώδεις ουσίες είναι παρούσες, αλλά η λακτόζη είναι η πιο κεντρική στο μητρικό γάλα και δίνει περίπου το 50% των θερμίδων. Βοηθά με την ουσία Lactobacillus bifidus στη δημιουργία της χλωρίδας στο έντερο του νεογνού. Η Lactobacillus περιορίζει την εποίκηση άλλων βακτηριδίων συνδεόμενη με τα περιορισμένα σημεία κατά μήκος του εντερικού τοίχου.
Η λακτόζη ενισχύει την ικανότητα της απορρόφησης του ασβεστίου απ’το μητρικό γάλα. Η περιεκτικότητα στην Alpha-Lactalbumin είναι 2.6 γραμμάρια ανά λίτρο στο ανθρώπινο γάλα. Η Alpha-Lactalbumin είναι μία ειδική πρωτεΐνη που λαμβάνεται απ’την λακτόζη. Για ένα μέρος του γάλακτος η λακτόζη είναι αυτή που συμβάλλει στη δόμησή του και η μητέρα χρειάζεται μία αξιόλογη ποσότητα υδρογονανθράκων στη δίαιτά της. Παραπανήσια ποσότητα ζάχαρης μπορεί να προσβάλλει την ποσότητα του γάλακτος. Παρατηρήθηκαν διάφορες συνέπειες στο μωρό αργότερα εξαιτίας μεγάλης ποσότητας λακτόζης. Κατ’αρχήν αυτή η ποσότητα μπορεί να καεί με μία άλλη ποσότητα λακτόζης χωρίς ΑΒΜ. Αφού το ανθρώπινο γάλα έχει τόσο μεγάλη περιεκτικότητα σε λακτόζη φαίνεται ότι είναι σπάνιο να μην καταπολεμηθεί αυτή η ανωμαλία της λακτόζης. Το πρόβλημα μπορεί να είναι η διαχείριση της τροφής παρά αυτή η δυσλειτουργία.