Γενίτσαροι

ΓΕΝΙΤΣΑΡΟΙ

ΙΣΤΟΡΙΑ

Η ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΣΤΡΑΤΟ

Γενίτσαροι: Θεμιστοκλής Αλμπάνης

Γενίτσαροι Jeni tseri (Νέοι στρατιώτες) ήταν τα σώματα του οθωμανικού στρατού που αποτελούνταν αρχικά από παιδιά των χριστιανών υπηκόων που τα έπαιρναν από τις οικογένειές τους με την μορφή φόρου (παιδομάζωμα, devsirme), είτε από αιχμαλώτους πολέμου, είτε από παιδιά που ζητούσε και έπαιρνε ο Σουλτάνος σαν εγγύηση για την τήρηση κάποιας συνθήκης ειρήνης.

Γενίτσαροι: Ο ρόλος τους

Οι γενίτσαροι χρησιμοποιήθηκαν στον τουρκικό κρατικό μηχανισμό, είτε στην διοίκηση του οθωμανικού κράτους, είτε ως σωματοφυλακή του Σουλτάνου και σημαντικών προσώπων όπως λόγου χάριν του Πατριάρχη, είτε ως μόνιμες φρουρές σε μεγάλες πόλεις  είτε ως στρατιώτες, ο κύριος όμως τροφοδότης του σώματος είναι το παιδομάζωμα.

Το παιδομάζωμα, όπως φαίνεται αρχικά, ξεκίνησε το 1227, παρόλο που, ιστορικά, αναφέρεται ότι το 1327 ξεκίνησε από τον σουλτάνο Ορχάν, ενώ θεσμός έγινε το 1430 από τον Σουλτάνο Μουράτ Α΄, τα παιδιά αρχικά ήταν 1.000 για να φθάσουν τις 12.000 επί Μουράτ  Β΄.

Ανάλογα με τις ανάγκες, γινόταν αρχικά κάθε 5 χρόνια, μετά κάθε 2 και αργότερα κάθε χρόνο. Το 1395 έχουμε την πρώτη άμεση χριστιανική πηγή για το παιδομάζωμα από τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ισίδωρο ο οποίος μας πληροφορεί ότι τα παιδιά αυτά γίνονταν σκλάβοι, εκτουρκίζονταν, εξισλαμίζονταν. υπηρετούσαν ως ιερακοφόροι και επιστάτες κυνών κ.λπ. και χρησιμοποιούνταν για ανήθικους σκοπούς.

Γενίτσαροι: Η επιλογή

Η διαλογή γινόταν από τους καταλόγους της εκάστοτε δημογεροντίας. Ειδικά επιφορτισμένοι, για αυτό τον σκοπό, κρατικοί υπάλληλοι συνοδευόμενοι από γενίτσαρους μάζευαν όλα τα παιδιά και διάλεγαν τα παιδιά που ήταν ρωμαλέα, αρτιμελή, όμορφα και ευφυή. Σε περίπτωση που κάποιος γονέας προέβαλε αντίσταση η ποινή ήταν θάνατος δια απαγχονισμού. Εξαιρούνταν του παιδομαζώματος οι οικογένειες που είχαν ένα παιδί, αυτά που ήταν παντρεμένα, τα παιδιά τεχνιτών, τα ορφανά, οι τσιγγάνοι, οι Εβραίοι για τον λόγο ότι ποτέ δεν ήρθαν σε πολεμική αντιπαράθεση.

Παιδιά Σλάβων και Αλβανών θεωρούνται πιο άγρια και κατάλληλα για πολεμιστές, οι Έλληνες μέτριοι πολεμιστές αλλά καλύτεροι για ανώτερα και ανώτατα αξιώματα, ενώ εκτιμάται συνολικά 1.000.000 Ελληνόπουλα εντάχθηκαν στο σώμα των Γενίτσαρων.

Γενίτσαροι

Γενίτσαροι: Η κατάταξη

Αφού επιλεγούν τελικά γράφονται σε δύο καταστάσεις. Στους υπόδουλους σε κάθε περιοχή προσδιοριζόταν το κόστος για το ξύρισμα και τον κόκκινο σκούφο των στρατολογημένων παιδιών. Ο πατέρας του κάθε παιδιού έπρεπε να διαλέξει το μουσουλμανικό όνομα που θα έφερε στο εξής το παιδί του που θα έπρεπε να έχει υποχρεωτικά το πρόθεμα «αμπντ» που σημαίνει σκλάβος πχ Αμπντουλάχ.

Σε ομάδες των 100-150 στέλνονταν στην Κωνσταντινούπολη  και στην Ανδριανούπολη. Εκεί, αφού ξεκουράζονταν 2-3 ημέρες, τους υποχρέωναν να γίνουν μουσουλμάνοι και υφίσταντο περιτομή. Τα ωραιότερα και πιο έξυπνα παιδιά τα έστελναν σε ένα από τα τρία σεράγια, Ανδριανουπόλεως, Γαλατά και At Meydani, προοριζόμενα για ανώτερες θέσεις του κρατικού μηχανισμού , τα υπόλοιπα τα ενοικίαζαν σε Τούρκους  μεγαλοιδιοκτήτες για να κερδίσουν το ψωμί τους σαν σκλάβοι και να συνηθίσουν τον μουσουλμανικό τρόπο ζωής, την γλώσσα κ.λπ.

Γενίτσαροι: Η ένταξη

Μετά από 3-7 χρόνια τους έπαιρναν πίσω και επάνδρωναν τα σώματα των Agemi oglan, όπου έκαναν αγγαρείες στους κήπους του Σουλτάνου, στην κατασκευή δρόμων κ.λπ. Ενώ στο 22ο έτος της ηλικίας τους κατατάσσονταν σαν δόκιμοι σε ένα Τάγμα Γενιτσάρων και μετά από μια σύντομη εξάσκηση γίνονταν πλήρη μέλη του Τάγματος.

Το σώμα των Γενίτσαρων ευλόγησε ο Χατζή Μπεκτάς Αλής που είχε ιδρύσει και το Δερβίσικο σώμα των Μπεκτασήδων, ενώ Ανώτατος διοικητής του σώματος είναι ο Yenigaraga, που είχε δικαίωμα συμμετοχής στο «Ντιβαν», το ανώτατο συμβούλιο του κράτους, και έμενε στο παλάτι Τεκελί Κιόσκ, της Κωνσταντινούπολης. Η δύναμή τους ήταν 3 μεραρχίες συνολικά 196 ορτά, οι άνδρες εκπαιδεύονταν συνεχώς στον πόλεμο αλλά εκτός της εκπαίδευσης είχαν και άλλες εργασίες.

Γενίτσαροι

Γενίτσαροι: Η συμπεριφορά

Η πειθαρχία τους ήταν εκπληκτική. Προχωρούσαν με βήμα κάτω από τους ήχους της «Μεχτέρ», της στρατιωτικής μπάντας των γενιτσάρων, ενώ έμπαιναν στην μάχη φωνάζοντας «Κερίμ Αλλάχ-Ραχίμ Αλλαχ», δηλαδή «Γενναιόδωρε  Θεέ-Ελεήμονα Θεέ». Στην Κωνσταντινούπολη αρκετά συχνά έξω από το πολεμικό μουσείο μπορεί κανείς να δει αναπαράσταση της ομάδας των γενιτσάρων με παλιές στολές να κινούνται παίζοντας μουσική και τραγουδώντας πολεμικά εμβατήρια.

Ο κάθε γενίτσαρος προσπαθούσε να έχει ένα καλά διακοσμημένο όπλο, μικρό στιλέτο, γιαταγάνι, στρογγυλή ασπίδα, ρόπαλο, απελατίκι, νατζάκ, πάντως τα πρώτα πρωτόγονα πυροβόλα όπλα ήταν στην διάθεσή τους.

Η σημαία του σώματος Σαντζάκ, χρυσοκοκκινη, έφερε το Ζουλφικάρ, το ξίφος του Προφήτη, ενώ κάθε λόχος είχε την δική του σημαία. Οι Γενίτσαροι κάθε λόχου είχαν τατουάζ με τα εμβλήματα του λόχου. Έμεναν υποχρεωτικά άγαμοι μέχρι την εποχή του Σουλειμαν του Β΄, γιατί η πολύ μεγάλη πειθαρχία που απαιτούσε ο σουλτάνος θα ήταν αδύνατη αν είχαν γυναίκες και παιδιά. Φορούσαν ψηλό καπέλο που έκανε ακόμη πιο επιβλητική την εμφάνισή τους και κόκκινα παντελόνια.

Το τέλος των Γενιτσάρων ήρθε το 1826, ο σουλτάνος Μαχμουτ ο Β΄, όταν προσπάθησαν να εξεγερθούν, τους κατέσφαξε, καταργήθηκε ταυτόχρονα και το δερβίσικο σώμα των Μπεκτασήδων.

Βιβλιογραφία

«Oι στρατοί των οθωμανών Τούρκων 1300-1774»

Ιστορικά Θέματα, τεύχος 15

«Ο οθωμανικός στρατός  1299-1922»

«Καταγωγή και υφή του παιδομαζώματος στο οθωμανικό κράτος»

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 

«Σάθας τουρκοκρατούμενη Ελλάς»

 

Διαβάστε τα άρθρα σχετικά με την ιστορία που έχουμε δημοσιεύσει

Τεγέα

Ανδρίτσαινα

Ονομασία

Πειθαρχική Μεραρχία 999


Tagged:


ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960, όπου τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο. Σπούδασε χημεία στον Καναδά, στο Μόντρεαλ (Quebec), στο Μόνκτον (New Brunswick) και στην Ορλεάνη (Γαλλία). Το 1989 σπούδασε φωτογραφία στην ΑΚΤΟ, στην Αθήνα. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, με το Δημήτρη Τσατσούλη (φωτογραφίας, λογοτεχνίας και θεάτρου), στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος, και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), στο οποίο ήταν Πρόεδρος για δύο θητείες. Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου στην Ένωση Τεχνικών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΤΕΚΤ), στο «Μικρό», στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο Μουσείο Κινηματογράφου, στο Μικρό Πολυτεχνείο, στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου, στο δικό του χώρο και σε συνεργασία με τη filmfabrik Productions, στη Θεσσαλονίκη, όπου διδάσκει κινηματογράφο μέχρι σήμερα στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι Fabula, το οποίο διευθύνει. Συμμετείχε στο στρογγυλό τραπέζι της FIPRESCI, στην Κωνσταντινούπολη και στη Φιλιππούπολη με θέμα τον βαλκανικό κινηματογράφο. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και σε Φεστιβάλ, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποία ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Performance). Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στην οποία ήταν υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος, στην Αθηναϊκή, στη Νίκη, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στη Σύγχρονη Εκπαίδευση, στον κατάλογο του Φεστιβάλ της Λάρισας, στη Γραφή, στο Κ.ΛΠ., στο Ριζοσπάστη και στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», στο οποίο ήταν διευθυντής σύνταξης, το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», στο οποίο ήταν διευθυντής, το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε, μαζί με τον Κώστα Σταματόπουλο, την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV, από το 2008 έως το 2009. Ήταν υπεύθυνος για τους διαδικτυακούς τόπους www.cinemainfo.gr και www.theaterinfo.gr. Ίδρυσε και διεύθυνε το greeceactuality.wordpress.com. και τώρα διευθύνει και αρθρογραφεί στα www.filmandtheater.gr και www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών (σειρά νεανική Βιβλιοθήκη) και «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου και την Εβδομάδα Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το 2002, ως μέλος της Π.Ε.Κ.Κ. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανοράματος Νέων Δημιουργών, στο Ε.Κ.Θ., στη Θεσσαλονίκη, και ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται πλέον στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας». ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ «Μέσα από τις βιτρίνες», 8΄, 2009, σκηνοθεσία «Nafasz», 7΄, 2009, σκηνοθεσία «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας», 50΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Στιγμή απολιθωμένη», 31΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Η τελευταία λατέρνα», 6΄, 2010, σεναριακή επιμέλεια «Το κλειδί της επιστροφής», 13΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Το συρματόπλεγμα», 19΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Στο Τσινάρι», 7΄, 2017, σκηνοθεσία «Sotos, ζωγράφος αει…πράγμων», 2020, 97΄, σκηνοθεσία-φωτογραφία ΒΙΒΛΙΑ «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», του Jean Mitry, μετάφραση, εκδ. Entracte και Σύγχρονη Εκπαίδευση, Αθήνα, 2001 «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, Αθήνα, 2004 «Κώστας Φέρρης», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 2004 «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006


Copyritght 2022 Thessalonikinfo / All rights reserved