ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΑΠΟΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΜΑΤΙΑ
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης: γράφει ο Γιάννης Φραγκούλης
Τι είναι, άραγε, ο Παπαδιαμάντης; Που μπορούμε να το κατατάξουμε; Έχουμε αυτό το δικαίωμα; Πως αποδίδει το ρεαλισμό; Που βρίσκεται, σε όλο το έργο του, η φιλοσοφία του χριστιανισμού; Αυτά και άλλα ερωτήματα έρχονται στο μυαλό αυτού που διαβάζει προσεχτικά τα αφηγήματα του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη. Αυτά τα ερωτήματα απαιτούν απαντήσεις. Μόνο που αυτός που θα απαντήσει δεν είναι παρά ο αναγνώστης. Έτσι μπορεί να καταλάβει τον Παπαδιαμάντη του. Και εγώ, ως προσεχτικός αναγνώστης του, θέλω να πιστεύω, θα προσπαθήσω να δώσω κάποιες απαντήσεις στα ερωτήματα που εγώ έθεσα. Με την ελπίδα αυτές να λειτουργήσουν ως πρόταση για προβληματισμό σε αυτούς που θα τις διαβάσουν.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ: ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΣΚΕΨΗ
Το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό του αναγνώστη του παπαδιαμαντικού έργου είναι ο ρεαλισμός. Προσπαθεί να βρει πόσο ρεαλιστικός είναι ο Παπαδιαμάντης. Σε αυτή την αναζήτηση βαδίζει ένα δρόμο που κρύβει παγίδες. Αυτές είναι κρυμμένες σε σημεία που προκαλούν σαγήνη. Σε ένα όμορφο περιβάλλον υπάρχει ένα σημείο που μπορεί να σε κάνει να ακολουθήσεις ένα άλλο δρόμο.
Αν προσπαθήσεις μέσα στο έργο του Παπαδιαμάντη να ανακαλύψεις την πραγματικότητα, τότε έχεις αρχίσει να μην παρατηρείς. Αυτό που θα ήθελε ο Σκιαθίτης συγγραφέας είναι να ψάξεις να βρεις μέσα σε αυτά που γράφει αυτό το πραγματικό που θα είναι η δική σου έκφανση της αποκαλούμενης αντικειμενικής πραγματικότητας, που δεν υπάρχει. Ήξερε πολύ καλά ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ότι δεν μπορεί παρά να προσφέρει τη δική του άποψη για αυτό που είναι η πραγματικότητα. Ήδη η ψυχολογία μας το αναλύει μέσα από το έργα των σοβαρών ψυχαναλυτών, Φρόμ, Φρόιντ, Ράιχ, Λακάν…
Θα πρέπει, λοιπόν, και εμείς να κάνουμε μια άλλη ανάγνωση του παπαδιαμαντικού έργου. Αυτή δεν μπορεί παρά να είναι βιωματική. Παίρνει την αφορμή από το αφήγημα, το προεκτείνει στο Εγώ μας, βρίσκει στοιχεία από το ασυνείδητο, διαμορφώνει μια άποψη της πραγματικότητας που γεφυρώνει το έργο του Παπαδιαμάντη με τον ψυχικό μας κόσμο. Αυτός είναι ο λόγος που δεν μπορούμε να μιλάμε για ρεαλισμό αλλά για ποιητικό ρεαλισμό στο έργο του.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Ένα άλλο ζήτημα είναι αν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης πίστευε βαθιά στο χριστιανισμό. Έχουμε και εδώ μια παγίδα. Για να καταφέρουμε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα θα πρέπει να διαβάσουμε αναλυτικά το έργο του. Να ανακαλύψουμε τις δομές και τις μικροδομές του. Να κάνουμε αυτούς τους συσχετισμούς που θα μας οδηγήσουν σε κάποια συμπεράσματα.
Θα καταφέρουμε, τότε, να δούμε που βρίσκεται το δίδαγμα της χριστιανικής φιλοσοφίας και που οι διδαχές της σύγχρονης Εκκλησίας. Η επιβολή του Πατέρα, ως αρχέτυπο και ως κινητήριος μοχλός της ανάπτυξης της κοινωνίας, δεν υπάρχει στο παπαδιαμαντικό έργο όσο υπάρχει στα διδάγματα των πατέρων της σύγχρονης Εκκλησίας.
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης κρύβει πολύ καλά το λόγο της μητέρας. Αναπτύσσει με όμορφο και υπαινικτικό τρόπο το μητρικό λόγο. Μας δείχνει πως αυτός αναπτύσσεται και προσπαθεί να θέσει τη δική του εξήγηση για τον κόσμο που ζούμε. Αυτή η διαδρομή είναι ένα βάδισμα μέσα σε απίστευτες οδύνες που δοκιμάζουν τον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου. Αυτά είναι τα πάθη του που, με μια βουδιστική οπτική, οδηγούν τον άνθρωπο στο να βρει το θεϊκό μέσα του. Να ανακαλύψει ένα μικρό θεό και, με αυτό τον τρόπο, να ανακαλύψει ξανά το πραγματικό δίδαγμα του χριστιανισμού. Δε θα ήταν υπερβολή αν θα λέγαμε ότι συγγραφείς σαν τον Παπαδιαμάντη δίνουν λόγο στην Εκκλησία να συνεχίζει να υπάρχει.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ: Ο ΠΑΤΕΡΑΣ
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης έβλεπε μέσα στον αρχετυπικό Πατέρα ένα κενό. Ήξερε πολύ καλά ότι αυτό θα γεμίσει από το λόγο της αρχετυπικής Μητέρας. Αυτά τα αρχέτυπα τα έβαζε σχεδόν παντού. Ο τρόπος του ήταν τέτοιος που αυτή η τοποθέτηση του αρχετυπικού λόγου ήταν καλυμμένη από ένα ημιδιάφανο υμένα και ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με τα άλλα μέρη του λόγου.
Όσο η αφήγηση εξελίσσεται τόσο καταλαβαίνουμε ότι τα αναπαριστώμενα του αρχετυπικού Πατέρα, οι άντρες και τα αγόρια, έχουν έλλειμμα σχετικά με την αρχετυπική Μητέρα, τις γυναίκες και τα κορίτσια. Ο άντρας κάποια στιγμή υποχωρεί και προσπαθεί να δώσει χώρο στη γυναίκα. Προσπαθεί αλλά δεν το καταφέρνει. Έχει την εξουσία και θέλει να τη διατηρήσει πάση θυσία. Αυτό ορίζει η υστερία του. Μόνο που ο υστερικός του λόγος τον οδηγεί στην ψύχωση, προοδευτικά, ένα βήμα από τη σχιζοφρένεια.
Ο ψυχωτικός του λόγος απαιτεί να εκφρασθεί με εκρηκτικό τρόπο. Η ανδρική βία εμφανίζεται και διαλύει όποια συνοχή υπήρχε στην κοινωνία. Καταργεί τη γυναίκα και παίρνει πίσω αυτή του τη θέληση για μέρισμα του λόγου, για μια συμμετοχική κοινωνία. Ο πατρικός λόγος, έτσι εκφρασμένος, υπάρχει στη σωματική βία του στρατού και των δυνάμεων καταστολής, στην ιδεολογική βία της Εκκλησίας, που θέλει να βάλει το ιδεολογικό υπόβαθρο αυτού του αυταρχικού κράτους, στα διάφορα κόμματα και οργανώσεις, που θέλουν να πιστεύουν ότι ενεργούν υπέρ του Ανθρώπου.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ: Η ΜΗΤΕΡΑ
Αν κάνουμε μια παρόμοια ανάλυση θα ανακαλύψουμε τα πάθη της αρχετυπικής Μητέρας. Αυτή μπορεί να είναι η μάνα, η κόρη, η ανύπαντρη γυναίκα. Πάσχει, παθαίνει και βαδίζει σε ένα δρόμο που είναι ο Γολγοθάς της. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης βάζει τη Μητέρα στη θέση του Χριστού. Μας δείχνει το θείο πάθος της. Αναφέρει, σε αδρές γραμμές, αυτά τα πάθη που της δίνουν θεϊκή υπόσταση και, φυσικά, την αιτία της για την αγιοποίησή της.
Η Μητέρα ανυψώνεται όλο και περισσότερο. Φτάνει στο σημείο να βρίσκεται σε ένα βήμα πιο πάνω από τον Πατέρα, σε σημειωτικό, σημασιολογικό και σημαντικό επίπεδο. Με αυτό τον τρόπο η γυναίκα κερδίζει έδαφος και επαναπροσδιορίζεται. Άλλοτε απλά δηλώνει τη θέση της, άλλοτε φτάνει σε ακρότητες. Το βλέπουμε στη γυναίκα του γέρου μετανάστη που έχει έρθει πίσω ή στη Φραγκογιαννού που εκδικείται.
Η γυναίκα παίρνει θέση εναντίον του νόμου μιας βίαιης και αντρικής κοινωνίας. Δείχνει το δικό της λόγο. Δηλώνει την αδυναμία της να επιβάλλει την ήρεμη και παραγωγική δύναμή της. Ζητεί δικαίωση και ξέρει ότι δεν υπάρχει περίπτωση να τη βρει αν η κοινωνία δεν αλλάξει θεμελιακά. Είναι, κάποιες φορές, εκδικητική, αλλά προσπαθεί να εξαγνιστεί. Ο λόγος της ελίσσεται στην πορεία της για αναζήτηση της ισοδυναμίας. Ξέρει ότι ψάχνει μια ουτοπία. Αυτή είναι που μας πηγαίνει σε δύο άλλα, πολύ σημαντικά, πεδία.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Αν κάποιος έλεγε ότι ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης βρίσκει το λόγο του Προυντόν και των άλλων αναρχικών ουτοπιστών δε θα είχε άδικο. Οι εσωτερικές του στιγμές μπορεί να αναφερθούν ως εξής: Ο κοσμοκαλόγερος είναι κλεισμένος στο φτωχικό δωμάτιό του, μελετάει και γράφει, έτσι έρχεται σε επαφή τόσο με τον ψυχικό του κόσμο όσο και με το θείο. Ο πιστός χριστιανός Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης πάει σε ένα ξωκλήσι, στο λόφο πάνω από την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη, νυν Βουλιαγμένης, τότε Κυνηγού, μαζί με τον ξάδελφό του, Αλέξανδρο Μωραΐτη, και τον εφημέριο της εκκλησίας, Νικόλαο Πλανά, που αργότερα αγιοποιήθηκε. Ένα εκκλησάκι που είχε τρία στασίδια, όπως αναφέρεται. Εκεί έρχεται σε άμεση επαφή με το θείο, με το Χριστό του.
Τα λογοτεχνικά του έργα ξεκινούν από αυτά τα δύο σημεία και επανέρχονται σε αυτά. Περίτεχνα και όμορφα. Μας δείχνουν την ουτοπία σαν τέτοια. Εδώ είναι το ρεαλιστικό. Ο περίγυρος αυτού του σημείου μας δίνει μια ελεύθερη μετάφραση, όπως αφήνουμε, σε αυτό το σημείωμα, να εννοηθεί. Με αυτή την έννοια μπορούμε να μιλάμε για ποιητικό ρεαλισμό στο παπαδιαμαντικό λόγο. Έτσι μπορούμε να βρούμε τον ουτοπιστή Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Με αυτή την έννοια μπορούμε να βρούμε το ή τα θέματα που μας προβληματίζουν.
Τότε και μόνο τότε μπορούμε να έρθουμε σε επαφή με τον παπαδιαμαντικό λόγο. Για αυτό το λόγο κάθε μεταφορά της αφήγησης του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη στο θέατρο ή στον κινηματογράφο είναι σα να βαδίζουμε σε τεντωμένο σχοινί όπου, κάτω, υπάρχει το χάος όπου θα γκρεμιστούμε. Ελάχιστοι κατάφεραν να βγουν αλώβητοι. Ένας από αυτούς είναι ο Κώστας Φέρρης, στη «Φόνισσά» του.
Διαβάστε την κριτική της «Φόνισσας»