Λαμπρινή Μποβιάτσου συνέντευξη

ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΜΠΟΒΙΑΤΣΟΥ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

ΤΟ ΥΠΟΣΥΝΕΙΔΗΤΟ ΝΑ ΒΓΕΙ ΣΤΟ ΦΩΣ

Λαμπρινή Μποβιάτσου συνέντευξη: στον Γιάννη Φραγκούλη

Συναντήσαμε την Λαμπρινή Μποβιάτσου στα Χανιά. Στο πλαίσιο του Προγράμματος Μουσών Καινοπραγία παρουσίασε μια παράσταση στο αφιέρωμα στον Κωνσταντίνο Καβάφη και στον Διονύση Σιμόπουλο. Παράλληλα εξέθεσε τα μικρά γλυπτά της που αναφέρονται στις Μούσες. Οι συζητήσεις που κάναμε μας οδήγησαν να κάνουμε αυτή την συνέντευξη που σας παρουσιάζουμε. Το θέμα μας είναι η εργασία, η τεχνική, το πάθος της για την Τέχνη συνολικά.

ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΜΠΟΒΙΑΤΣΟΥ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Η ΑΦΟΡΜΗ

Ποια ήταν η αφορμή να ασχοληθείτε με τα εικαστικά;

Είχα από μικρή μια ολοφάνερη κλίση προς τα εικαστικά. Πιστεύω την κληρονόμησα από τον μπαμπά μου Θανάση, που ήταν αυτοδίδακτος ζωγράφος και γλύπτης. Ζωγραφίζω, σκαλίζω, γράφω, με ό,τι υλικό περνάει από τα χέρια μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Από μικρή ήθελα να γίνω ζωγράφος, ο κόσμος των χρωμάτων και των σχημάτων, των υλικών, της διαμόρφωσης της πρώτης ύλης πάντα με γοήτευε. Ήρθε ως φυσική η επιλογή μου να γίνω εικαστικός καλλιτέχνης. Δεν εξέπληξε νομίζω κανέναν από τους οικείους μου. Ως παιδί ήμουν κοινωνική και έπαιζα σε αυλές και δρόμους, όμως υπήρχαν μέρες που έμενα μέσα στο σπίτι για να ζωγραφίσω. Με πρόθεση να μοιραστώ το αποτέλεσμα, έδειχνα τις ζωγραφιές μου στους δικούς μου, στους δασκάλους και κατά καιρούς στον θείο μου Μανώλη Κουνδουράκη, γνωστό ζωγράφο του Ρεθύμνου που με ενθάρρυνε να συνεχίσω. Με ενδιάφερε πάντα η επικοινωνία του έργου μου: Αυτό είναι άλλωστε κυρίως η τέχνη για εμένα: Μια διαρκής, σχεδόν αγωνιώδης  αν όχι επίτευξη, τουλάχιστον προσπάθεια επικοινωνίας.

«Λαμπρινή Μποβιάτσου συνέντευξη: αφήνω

το υποσυνείδητο να βγει

στο φως χωρίς βιασύνη.»

Ασχολείστε με την ζωγραφική, το σχέδιο και την γλυπτική. Ποιο είναι αυτό που σας αρέσει περισσότερο;

Με την ίδια ευχαρίστηση εκφράζομαι, με όλα τα μέσα. Αυτό που με ωθεί να επιλέξω το ένα υλικό αντί για κάποιο άλλο, είναι η ιδέα. Εκείνη καθορίζει το καταλληλότερο υλικό για την υλοποίησή της. Ένας άλλος παράγοντας που καθορίζει την επιλογή του υλικού είναι η συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκομαι. Σε περιόδους ηρεμίας και γαλήνης προτιμώ το μολύβι σε χαρτί ή σε ξύλο, με το οποίο συχνά νιώθω σαν να χαϊδεύω τη ζωγραφική επιφάνεια ενώ σχεδιάζω. Αφήνω το υποσυνείδητο να βγει στο φως χωρίς βιασύνη. Το μολύβι το αισθάνομαι φιλικό και οικείο υλικό, σαν σπίτι ή σαν συντροφιά αγαπημένου προσώπου. Η ζωγραφική με λάδι συνήθως μου χρησιμεύει για να αποτυπώσω την αντανάκλασή μου επάνω στο μεταλλικό αντικείμενο, πρακτική που αγαπώ πολύ και που πάντα με ακολουθεί, από τα χρόνια της σχολής ακόμα. Η γλυπτική είναι μια μορφή τέχνης που έχω ασχοληθεί τα τελευταία  χρόνια πιο έντονα, έπειτα από την επιστροφή μου στα Χανιά, που συνάντησα ξανά τον παλιό μου δάσκαλο Γιάννη Μαρκαντωνάκη, σημαντικό γλύπτη του οποίου τα γλυπτά κοσμούν σημεία της πόλης και που πρόσφατα έφυγε από τη ζωή.  Εκείνος με ενθάρρυνε, βλέποντας τα γλυπτά μου, να ασχοληθώ περισσότερο με αυτό το μέσο, δίνοντάς μου μάλιστα πολύτιμες πληροφορίες και συμβουλές.

συνέντευξη Λαμπρινή Μποβιάτσου φωτό1

ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΜΠΟΒΙΑΤΣΟΥ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΤΑ ΚΟΙΝΑ ΣΗΜΕΙΑ

Ποια κοινά σημεία βλέπετε στις τρεις αυτές τέχνες;

Το σχέδιο είναι το βασικό κοινό σημείο που χαρακτηρίζει στο έργο μου τα τρία αυτά μέσα έκφρασης. Η καθαρότητα και η απαλότητα της γραφής, είναι ένα άλλο και τέλος, η απεικόνιση της ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης στην οποία βρίσκομαι. Συχνά νιώθω πολύ έντονα συναισθήματα που δεν έχουν πάντα να κάνουν με δικές μου προσωπικές καταστάσεις. Ο πόλεμος, η καταστροφή της φύσης και του κλίματος, μια άσχημη είδηση όπως μια ακόμα γυναικοκτονία ή ένα δυστύχημα, μια βόλτα στη φύση ή ένα χειμερινό μπάνιο στη θάλασσα, ένα μαγευτικό ηλιοβασίλεμα, μπορούν να μου προκαλέσουν μια έντονη συγκίνηση, θετική ή αρνητική. Αυτή περνάει στο έργο μου αλλάζοντας φορές φορές ακόμα  και το τελικό αποτέλεσμα του έργου που τυχαίνει να δουλεύω τη δεδομένη στιγμή.

Όταν κάνετε ένα γλυπτό είναι σαν να ζωγραφίζετε και όταν φτιάχνετε ένα ζωγραφικό έργο είναι σαν να κάνετε ένα γλυπτό;

Σε γενικές γραμμές νομίζω πως ναι, αυτό που αλλάζει είναι η αίσθηση της αφής που είναι χαρακτηριστική της γλυπτικής, το γεγονός δηλαδή ότι τα χέρια αγγίζουν κατευθείαν το υλικό χωρίς ενδιάμεσο εργαλείο όπως το μολύβι, το πινέλο κ.λπ. Δεν χρησιμοποιώ ούτε εργαλεία γλυπτικής, δουλεύω κυρίως με πηλό και απολαμβάνω αυτήν ακριβώς την αίσθηση του άμεσου αγγίγματος.

«Λαμπρινή Μποβιάτσου συνέντευξη:

η αίσθηση της σωματικότητας

είναι κυρίαρχη στη δουλειά μου.»

Στη ζωγραφική και το σχέδιο αποδίδετε τις τρεις διαστάσεις; Πως γίνεται αυτό;

Σπούδασα στη Σχολή Καλών Τεχνών της Ρώμης, γεγονός που με διαμόρφωσε. Είχα την ευκαιρία να ζω σε ένα περιβάλλον γεμάτο με αριστουργήματα του Μπαρόκ, της Αναγέννησης και του Ψευδαισθητισμού. Η οπτική ψευδαίσθηση παραμένει μέχρι και σήμερα αγαπημένη μου πρακτική και είναι ένας λόγος που αγαπώ επίσης το έργο των σουρεαλιστών και του Μαουρίτς Κορνέλις Έσερ. Η τρίτη διάσταση στη ζωγραφική είναι μια πρόκληση, αφού καλείσαι να δημιουργήσεις την τρίτη διάσταση σε μία επιφάνεια που διαθέτει μόνο δύο. Στη γλυπτική η τρίτη διάσταση ενυπάρχει, για να πάρει όμως μορφή χρειάζεται να την πλάσεις. Αυτό, πρέπει να γίνει περιμετρικά και να είναι εξίσου ικανοποιητικό το αποτέλεσμα από όποια οπτική και αν το κοιτάξεις. Μπορείς επίσης να κρύψεις ή να εμφανίσεις στοιχεία, μικρές λεπτομέρειες, κάτι που είναι πολύ γοητευτικό και για τον δημιουργό αλλά και για τον προσεκτικό θεατή.

συνέντευξη Λαμπρινή Μποβιάτσου φωτό2

ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΜΠΟΒΙΑΤΣΟΥ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ

Η ενασχόλησή σας με τις τρεις αυτές τέχνες έχει κάποια στοιχεία σωματικότητας;

Η αίσθηση της σωματικότητας είναι κυρίαρχη στη δουλειά μου, με όποιο μέσο και αν εκφράζομαι. Το δέρμα, η απαλότητα ή η τραχύτητά του, το βάρος του σώματος ή ενός μέλους  του σώματος όπως ένα χέρι και η πίεση που ασκεί, ή ακόμα το βάρος και η ενέργεια ενός οργάνου, όπως μιας καρδιάς, ο ενδόμυχος φόβος που προκαλεί η θέαση ενός οστού, η θελκτικότητα και ο ερωτισμός του σώματος ή μέρους του, όλα αυτά με απασχολούν  και αποτελούν εργαλεία για να μεταφέρω κάποιο μήνυμα ή κάποια αίσθηση.

«Λαμπρινή Μποβιάτσου συνέντευξη:

η παράσταση είναι ένα ακόμα έργο

με τη διαφορά ότι είναι ζωντανό.»

Υπάρχει και μια άλλη καλλιτεχνική δραστηριότητα στην οποία είστε ενεργή. Είναι η παράσταση. Θέλετε να μας την περιγράψετε;

Η παράσταση είναι ένα ακόμα έργο με τη διαφορά ότι είναι ζωντανό. Αυτό το ζωντανό έργο τέχνης κινείται, συμβαίνει στο τώρα. Ο πίνακας και το γλυπτό υπάρχουν και χωρίς κοινό, όταν κλείσουν τα φώτα της αίθουσας του μουσείου ή της γκαλερί, βρίσκονται εκεί, αναλλοίωτα στο χρόνο. Η παράσταση υπάρχει όσο την πραγματοποιεί ο καλλιτέχνης, με ή χωρίς κοινό. Υπάρχει βέβαια και σαν ιδέα πριν συμβεί, σαν μνήμη όταν τελειώσει ή σαν καταγραφή με την φωτογραφία ή τη βιντεογράφιση. Όμως δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα παρά μόνο τότε που γίνεται και αυτή η μοναδικότητά της είναι νομίζω που την χαρακτηρίζει. Προϋποθέτει και προδιαθέτει την ανταλλαγή συναισθημάτων και ενέργειας με το  θεατή, γεγονός που την κάνει ξεχωριστή. Αυτό το ενδιαφέρον για τη σχέση έργου τέχνης, καλλιτέχνη, θεατή, με ακολουθεί πάντα και εκφράζεται μέσα από την αντανάκλαση. Συχνά στα έργα μου υπάρχει μία ανακλαστική επιφάνεια στην οποία ζωγραφίζω μέρος του εαυτού μου, επιτρέποντας και προσκαλώντας τον θεατή να καθρεφτιστεί και να γίνει έστω και παροδικά, μέρος του έργου. Με την παράσταση αυτή η τριαδική διαδραστική σχέση γίνεται δυαδική.  Είσαι εσύ το έργο και ο καλλιτέχνης και μπροστά σου, ο θεατής.

«Λαμπρινή Μποβιάτσου συνέντευξη:

η παραμόρφωση αποκτά δύναμη

και μας επιβάλλεται.»

Στην παράσταση, έτσι όπως την κάνετε, έχετε στοιχεία από τις άλλες τέχνες στις οποίες δραστηριοποιείστε;

Αντιλαμβάνομαι την παράσταση, ως ένα ακόμα έργο μου, με τη διαφορά ότι βρίσκομαι μέσα του και το βιώνω αντί να στέκομαι μπροστά του και να το κοιτώ, όπως και το κοινό. Ουσιαστικά ο χώρος, τα αντικείμενα που τοποθετώ, η ίδια η φιγούρα μου θα μπορούσαν να είναι ζωγραφισμένα. Με τον ίδιο τρόπο που στήνω τη σύνθεση στο χαρτί, στο μέταλλο ή στο ξύλο, το κάνω και στην παράσταση. Χρησιμοποιώ τα ίδια σύμβολα, όπως τον καθρέφτη, το μουσικό κουτί, το δάκρυ, το μάτι, το ποίημα, το άνθος, την κίνηση του χεριού ως ικεσία, ως ψηλάφηση ή ως υπόδειξη, τη σκάλα, το σύννεφο, την καρδιά, τα οστά, το κρεβάτι, το μαξιλάρι, την κλωστή, το βελούδινο ή διάφανο ύφασμα, για να μεταφέρω ουσιαστικά τα ίδια μηνύματα. Συχνά χρησιμοποιώ έργα μου ως κάτι που φοράω, κρατάω, δείχνω, κοιτάζω ή κοιτάζομαι.  Η καταβύθιση στο υποσυνείδητο, η αναζήτηση των κρυμμένων αισθημάτων μέσω της παρόρμησης είναι ένα ακόμα κοινό σημείο. Ενώ το σύνολο είναι στην εντέλεια προσχεδιασμένο, αφήνω πάντα χώρο στην τυχαιότητα και στην έκφραση της στιγμής, όπως και στα υπόλοιπα έργα μου. Για το λόγο αυτό μία μου παράσταση δεν είναι ποτέ απόλυτα ίδια με την προηγούμενη ή την επόμενη, ακόμα και αν πραγματεύονται το ίδιο θέμα με τον ίδιο τίτλο.

συνέντευξη Λαμπρινή Μποβιάτσου φωτό3

ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΜΠΟΒΙΑΤΣΟΥ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΑΛΛΟΚΟΤΗ ΑΙΣΘΗΣΗ

Θα θέλατε να μας πείτε τα στάδιο της εξέλιξής σας στην καλλιτεχνική σας πορεία, αν την δούμε συνολικά;

Ξεκίνησα με την ιδέα της αντανάκλασης του προσώπου μου επάνω σε χρηστικά μεταλλικά αντικείμενα που λειτουργούσαν σαν παραμορφωτικοί καθρέφτες, όταν ακόμα ήμουν στο τρίτο έτος των σπουδών μου. Αυτά τα πρώτα έργα ήταν λάδια σε καμβά. Κάτι το πολύ μικρό, όπως η αντανάκλαση στη βρύση του μπάνιου, όταν το δούμε σε μεγέθυνση προκαλεί μία αλλόκοτη αίσθηση αφού η παραμόρφωση που την έχουμε συνηθίσει ως κάτι το φευγαλέο και ασήμαντο, αποκτά δύναμη και μας επιβάλλεται. Στη συνέχεια, πέρασα στη ζωγραφισμένη αντανάκλαση πάνω στο ίδιο το μεταλλικό αντικείμενο, όπως κουτάλια, φλασκιά και οτιδήποτε αντανακλάει το είδωλο του προσώπου μου, κάτι που ακόμα με ενδιαφέρει και το συνεχίζω. Πριν περάσω στην ένθεση των αντικείμενων αυτών πάνω σε ζωγραφισμένη επιφάνεια, για κάποιο διάστημα είχα επιστρέψει  στη ζωγραφισμένη με λάδι σε καμβά αντανάκλαση και στη συνέχεια με χρωματιστά μολύβια σε χαρτί. Αυτά τα έργα θα μπορούσαμε να τα πούμε φωτορεαλιστικά. Όπως προανέφερα, έφυγα σχετικά γρήγορα από την αμιγώς ζωγραφισμένη επιφάνεια και πέρασα στο συνδυασμό σχεδίου και χρηστικού αντικειμένου. Την ίδια πρακτική χρησιμοποίησα στη συνέχεια και στα γλυπτά μου, όπως το ολόσωμο και σε φυσικό μέγεθος γλυπτό που απεικονίζει τον Μαουρίτς Κορνέλις Έσερ, που κρατά τη μεταλλική σφαίρα του για να καθρεφτιστεί, ενώ κάθεται σε καρέκλα βιενέζικου καφενείου. Και περνάμε στο τώρα, που σύμφωνα με τις ανάγκες της ιδέας ή του μηνύματος που θέλω να περάσω, μπαινοβγαίνω ελεύθερα σε τεχνικές, μέσα και υλικά, ακόμα και του βίντεο, με πρόσφατη τη χρήση της παράστασης ως ένα ακόμα εκφραστικό μέσο.

«Λαμπρινή Μποβιάτσου συνέντευξη:

όλοι όσοι το δοκίμασαν μαζί μου,

το βίωσαν.»

Θα θέλατε να μας μιλήσετε για την επικοινωνία με το κοινό όταν εξασκείτε την καλλιτεχνική σας δραστηριότητα;

Η συμμετοχή του θεατή είναι ένα από τα βασικά ζητήματα στο έργο μου. Ερωτήματα όπως το αν ένα έργο τέχνης είναι τέτοιο χωρίς θεατή, ή το πόσο αλλάζει τον θεατή η επαφή του με την τέχνη και το πόσο επηρεάζει την κατεύθυνση του καλλιτέχνη ο τρόπος που το κοινό αντιλαμβάνεται το έργο του, αυτή η ζωντανή και διαδραστική σχέση μεταξύ του έργου τέχνης, του καλλιτέχνη και του θεατή, αποτελούν τον βασικό κορμό της έρευνάς μου. Με ενδιαφέρει ουσιαστικά να νιώσω και να περάσω στο κοινό το πιστεύω μου ότι είμαστε όλοι μέρος ενός ρευστού όλου και ότι τα όρια της ύλης και της ύπαρξης δεν είναι τόσο διακριτά όσο νομίζουμε. Στην έκθεση «Θεωρήματα το σώμα» που συμμετείχα το φθινόπωρο  του 2023, φορούσα στο πρόσωπο μάσκα από σπασμένο καθρέφτη όπου όταν την κοίταζε ο θεατής, έβλεπε μέσα της τον εαυτό του, μαζί με το δικό μου πρόσωπο που φαινόταν μέσα από την τρύπα του καθρέφτη. Σε εκείνη την περίπτωση νομίζω ότι το πέτυχα και σχεδόν όλοι όσοι το δοκίμασαν μαζί μου, το βίωσαν. 

ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΜΠΟΒΙΑΤΣΟΥ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΤΟ ΜΟΝΑΔΙΚΟ

Τι είναι αυτό που θέλετε να επικοινωνήσετε στο κοινό που σας παρακολουθεί;

Νομίζω την επικοινωνία. Το «μαζί», την επαφή με τα συναισθήματα χωρίς φόβο, θετικά ή αρνητικά, το σεβασμό στη φύση, την ειρήνη, και πρώτα απ΄όλα την αυτογνωσία και την αποδοχή του εαυτού μας. Αλήθεια, πως να αγαπήσουμε οποιονδήποτε ή οτιδήποτε άλλο αν πρώτα δεν αγαπήσουμε εμάς τους ίδιους;

«Λαμπρινή Μποβιάτσου συνέντευξη:

είναι μία τεχνική που μου

δίνει απεριόριστες δυνατότητες έκφρασης.»

Αν, για κάποιο λόγο, θα έπρεπε να ασχοληθείτε με μόνο μια καλλιτεχνική δραστηριότητα ποια είναι αυτή που θα επιλέξετε; Για ποιο λόγο;

Θα ήταν η μεικτή τεχνική που εξασκώ, δηλαδή ο συνδυασμός ζωγραφικής ή γλυπτικής και έτοιμου αντικειμένου. Είναι μία τεχνική που μου δίνει απεριόριστες δυνατότητες έκφρασης, που είναι πάντα ένα παιχνίδι ανακάλυψης με συχνά αναπάντεχα αποτελέσματα. Σαν όλα να ξεκαθαρίζουν και όλα να «κουμπώνουν» μεταξύ τους με απρόσμενο και γοητευτικό τρόπο.

Ποια είναι τα επόμενα σχέδια σας;

Σύντομα θα έχω συμμετοχή με το ChaniArt στην Art-Thessaloniki και μέσα στο καλοκαίρι θα έχω τη χαρά να συμμετάσχω σε φεστιβάλ performance που θα πραγματοποιηθεί στην Αθήνα. Παράλληλα ετοιμάζω τη νέα ατομική μου έκθεση που θα πραγματοποιηθεί την επόμενη άνοιξη.

Επιστροφή στο εισαγωγικό σημείωμα

 

Διαβάστε τις συνεντεύξεις που έχουμε δημοσιεύσει

Δείτε τα βίντεο που έχουμε δημιουργήσει



ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Γιάννης Φραγκούλης γεννήθηκε στην Αθήνα, το 1960, όπου τέλειωσε το εξατάξιο γυμνάσιο. Σπούδασε χημεία στον Καναδά, στο Μόντρεαλ (Quebec), στο Μόνκτον (New Brunswick) και στην Ορλεάνη (Γαλλία). Το 1989 σπούδασε φωτογραφία στην ΑΚΤΟ, στην Αθήνα. Παρακολούθησε σεμινάρια σημειωτικής, με το Δημήτρη Τσατσούλη (φωτογραφίας, λογοτεχνίας και θεάτρου), στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο. Το 2009 τέλειωσε το Master in Arts, από το Middlesex University, με θέμα της διατριβής του, «Ο μύθος, μια αφηγηματική διακειμενικότητα». Το 1989 άρχισε να αρθρογραφεί και το 1990 ξεκίνησε να γράφει κριτικές κινηματογράφου. Το 1992 έγινε μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, της οποίας έχει διατελέσει Πρόεδρος, και της FIPRESCI. Το 1994 έγινε μέλος του «Μικρό» (Σωματείο για την ταινία μικρού μήκους), στο οποίο ήταν Πρόεδρος για δύο θητείες. Το 2000 ξεκίνησε να διδάσκει σε σεμινάρια κινηματογράφου στην Ένωση Τεχνικών Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (ΕΤΕΚΤ), στο «Μικρό», στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, στο Μουσείο Κινηματογράφου, στο Μικρό Πολυτεχνείο, στη Σχολή Κινηματογράφου Λυκούργου Σταυράκου, στο δικό του χώρο και σε συνεργασία με τη filmfabrik Productions, στη Θεσσαλονίκη, όπου διδάσκει κινηματογράφο μέχρι σήμερα στο Κινηματογραφικό Εργαστήρι Fabula, το οποίο διευθύνει. Συμμετείχε στο στρογγυλό τραπέζι της FIPRESCI, στην Κωνσταντινούπολη και στη Φιλιππούπολη με θέμα τον βαλκανικό κινηματογράφο. Συμμετείχε σε κριτικές επιτροπές στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας και σε Φεστιβάλ, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Είναι επιστημονικός σύμβουλος του Εργαστηρίου Almakalma, το οποία ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο (Performance). Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στην εφημερίδα Εξόρμηση, στην οποία ήταν υπεύθυνος του πολιτιστικού τμήματος, στην Αθηναϊκή, στη Νίκη, στο Μανδραγόρα, στην Ουτοπία, στη Σύγχρονη Εκπαίδευση, στον κατάλογο του Φεστιβάλ της Λάρισας, στη Γραφή, στο Κ.ΛΠ., στο Ριζοσπάστη και στο Αλμανάκ της ΠΕΚΚ. Ίδρυσε το περιοδικό «αντι-Κινηματογράφος», στο οποίο ήταν διευθυντής σύνταξης, το 1992, το περιοδικό «Κινηματογράφος και Επικοινωνία», στο οποίο ήταν διευθυντής, το 2000. Επιμελήθηκε και συνπαρουσίασε, μαζί με τον Κώστα Σταματόπουλο, την εκπομπή «Cineπλάνο», στο 902TV, από το 2008 έως το 2009. Ήταν υπεύθυνος για τους διαδικτυακούς τόπους www.cinemainfo.gr και www.theaterinfo.gr. Ίδρυσε και διεύθυνε το greeceactuality.wordpress.com. και τώρα διευθύνει και αρθρογραφεί στα www.filmandtheater.gr και www.thessalonikinfo.gr. Έχει μεταφράσει το βιβλίο του Jean Mitry, «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», έχει γράψει τα βιβλία «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, το 2006, «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών (σειρά νεανική Βιβλιοθήκη) και «Κώστας Φέρρης», εκδ. της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών. Έχει οργανώσει διάφορες εκδηλώσεις στην Ελλάδα, όπως το Αφιέρωμα στον Παλαιστινιακό Κινηματογράφο, το 2002, την Εβδομάδα Κλασικού Ιαπωνικού Κινηματογράφου και την Εβδομάδα Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου, το 2002, ως μέλος της Π.Ε.Κ.Κ. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανοράματος Νέων Δημιουργών, στο Ε.Κ.Θ., στη Θεσσαλονίκη, και ιδρυτής της Κινηματογραφικής Λέσχης Solaris, η οποία δραστηριοποιείται πλέον στη Θεσσαλονίκη. Διευθύνει το Αφηγηματικό Εργαστήριο Fabula, που ερευνά τον Ενιαίο Παραστατικό Χώρο. Έχει σκηνοθετήσει τρείς ταινίες μικρού μήκους, οι δύο πτυχιακές για το Master στο πανεπιστήμιο Middlesex, και την ταινία-ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους, «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας». ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ «Μέσα από τις βιτρίνες», 8΄, 2009, σκηνοθεσία «Nafasz», 7΄, 2009, σκηνοθεσία «Η αγία της αρχαίας Μαντινείας», 50΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Στιγμή απολιθωμένη», 31΄, 2010, ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία «Η τελευταία λατέρνα», 6΄, 2010, σεναριακή επιμέλεια «Το κλειδί της επιστροφής», 13΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Το συρματόπλεγμα», 19΄, 2015, σεναριακή επιμέλεια «Στο Τσινάρι», 7΄, 2017, σκηνοθεσία «Sotos, ζωγράφος αει…πράγμων», 2020, 97΄, σκηνοθεσία-φωτογραφία ΒΙΒΛΙΑ «Ο ρυθμός και η μουσική στον κινηματογράφο», του Jean Mitry, μετάφραση, εκδ. Entracte και Σύγχρονη Εκπαίδευση, Αθήνα, 2001 «Τι είναι ο κινηματογράφος;», εκδ. Κέντρο Πολιτιστικών Μελετών, Αθήνα, 2004 «Κώστας Φέρρης», εκδ. Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών, Αθήνα 2004 «Η κωμωδία στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο», εκδ. Έλευσις, Τρίπολη, 2006


Copyritght 2022 Thessalonikinfo / All rights reserved